Η μετάβαση στην νέα εποχή και ο Jimmys στα χέρια του Θοδωρή Βασδέκη
Στα μικρά του στρογγυλά τραπεζάκια έχουν γίνει συζητήσεις όχι απλά σημαντικές, αλλά κομβικές για τη χώρα, οι αποφάσεις που έχουν παρθεί στο μαγαζί αυτό αποτέλεσαν σημείο αναφοράς για την πολιτική ζωή του τόπου.
Ο Γιάννης Βασδέκης, ιδιοκτήτης του Jimmys μιλά στο lykavitos.gr για το ξεχωριστό μαγαζί του, για το χαρακτήρα που εκπέμπει αυτό και τη φιλοσοφία που το διακατέχει που προέρχεται από την Ιταλία και την Ευρώπη γενικότερα.
Του Λευτέρη Χ. Θεοδωρακόπουλου
Αναφέρει τις προσωπικότητες που έχουν πιει καφέ στο jimmys και θυμάται με ποιους έχει μοιραστεί σκέψεις, ιδέες, απόψεις. Όλη η σύγχρονη πολιτική, δημοσιογραφική και νομική ιστορία του τόπου έχει αποτελέσει συνδαιτημόνα του Γιάννη Βασδέκη. Ο ίδιος μιλώντας στο lykavitos.gr έχει να θυμάται τις συζητήσεις του με τον Ανδρέα Παπανδρέου, με τον Κώστα Σημίτη, με τον Κωστή Στεφανόπουλο, ενώ έχει απολαύσει καφέ με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου. Όταν ο Μάκης Βορίδης επισκέπτεται τον jimmys ο Γιάννης Βασδέκης θαυμάζει την οξυδέρκεια του και τον λόγο του. Στους θαμώνες του εκπέμπει σεβασμό και γι’ αυτό παρά τις αντικρουόμενες απόψεις δεν έχει σημειωθεί ποτέ το παραμικρό. Ο ίδιος δηλώνει φανατικός Ολυμπιακός και με τους Παναθηναϊκούς πελάτες του όπως ήταν φυσικό δεν λείπουν τα πειράγματα.
Ο Γιάννης Βασδέκης αναμφισβήτητα έχει σφραγίσει μια εποχή. Μια εποχή έντονα πολιτική. Τώρα στην μετάβαση ο γιος του Θοδωρής αναλαμβάνει τα ηνία της επιχείρησης, μιας επιχείρησης ιδιαίτερα κομβικής, αφού σε αυτή την γωνιά του πεζόδρομου της Βαλαωρίτου η ιστορία δεν σταμάτησε να γράφεται ποτέ. «Ο Θοδωρής είναι καλύτερος από εμένα», λέει χαρακτηριστικά στο lykavitos.gr ο Γιάννης Βασδέκης και εξηγεί πως και γιατί ο jimmys θα συνεχίσει να είναι σημείο αναφοράς στα χέρια του Θοδωρή.
Πόσα χρόνια είστε εδώ, στη Βαλαωρίτου;
«42 χρόνια jimmys, εγώ είμαι ο διάδοχος του, πήρα το μαγαζί το 1997 και τώρα πλέον συνεχίζει ο γιός μου, ο Θοδωρής ο οποίος τελείωσε φυσικός, εγώ είμαι μαθηματικός, συνεχίζει το μαγαζί του άρεσε η δουλειά, μυήθηκε στον καφέ, αγαπά τον κόσμο και ο κόσμος εκείνον. Έφθασε στο σημείο να είναι καλύτερος από εμένα πλέον, το λέω με τα λόγου γνώσεως. Είναι αυτό που θα ήθελα, είναι καλύτερος από εμένα, δεν θα ήθελα να ήταν σαν κι εμένα. Με αποτέλεσμα το μαγαζί να έχει αυτή την κεκτημένη ταχύτητα που είχε όλα αυτά τα χρόνια, με εξαίρεση την περίοδο της πανδημίας που ήμασταν κλειστά. Είμαι πάρα πολύ ευχαριστημένος ως πατέρας».
Τι είναι αυτό που πιστεύετε ότι τον έχει κάνει καλύτερο από εσάς;
«Τον είχα μυήσει σε όλη αυτή τη φιλοσοφία, τον έπαιρνα στα ταξίδια μου στην Ιταλία, στο Μιλάνο και έτσι γνώρισε τον κόσμο του καφέ μέσα από τη πρίσμα της Μέκκας του, στην Ευρώπη. Για εμένα η πηγή έμπνευσης είναι η Ιταλία. Θεωρώ ότι οι Ιταλοί είναι οι πρωτοπόροι, η καθημερινότητα τους είναι σε συνάρτηση με τον καφέ. Μαζί με τον γιο μου, τον Θοδωρή αποκτήσαμε αυτό το know how».
Τι σημαίνει για εσάς το espresso;
«Σημαίνει γρήγορα και άμεσα. Από το μπαρίστα και απευθείας στην απόλαυση. Αυτό δυστυχώς στην Ελλάδα δεν προχώρησε. Εμένα αυτή ήταν όλη μου η φιλοσοφία. Δεν προχώρησε για οι Έλληνες είναι μαθημένοι με έναν καφέ να καπνίζουν. Στην Ιταλία υπάρχει η απόλαυση των πέντε αισθήσεων. Απολαμβάνουν τον καφέ χωρίς να παρεμβαίνει νερό, χωρίς τίποτα…ώστε το after taste του να παραμένει στο στόμα. Και όταν λέω για πέντε αισθήσεις, αυτές είναι σε ένα φλιτζάνι καφέ».
Επί τέσσερις δεκαετίες και ήταν και είναι στέκι πολιτικών, δημοσιογράφων και δικηγόρων. Τι είναι αυτό στα τόσα χρόνια που τον κάνει τόσο ξεχωριστό, έχει δικό του χαρακτήρα;
«Πάλι παραπέμπω σε έναν Ιταλό μπαρίστα, τι μου είχε πει, το κάθε μαγαζί καφέ εκφράζει την αύρα και την προσωπικότητα του ιδιοκτήτη με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Μέσα σε κάθε καφέ είναι η προσωπικότητα του ιδιοκτήτη. Είναι αυτό που μεταφέρει την ενέργεια, την αγάπη, το πάθος σ’ αυτό που κάνεις. Εγώ στη ζωή μου έκανα δύο δουλειές που μου άρεσαν πολύ. Ήμουν δεκαπέντε χρόνια καθηγητής σε σχολείο ζώντας στον μαυροπίνακα και μετά ασχολήθηκα με τον καφέ που ήταν το άλλο μου πάθος.
Ευχαριστιέμαι, ηδονίζομαι όταν βλέπω τον άλλον να είναι στο μαγαζί μου και να είναι ευχαριστημένος.
Το γεγονός ότι ο jimmys αποτελεί ένα κομμάτι της ελληνικής πολιτιστικής και πολιτικής ζωής σας σαγηνεύει.
Με εξιτάρει πολύ. Σε αυτά τα μικρά τραπεζάκια έχουν γίνει συζητήσεις, έχουν παρθεί μεγάλες αποφάσεις. Σκέφτομαι να γράψω ένα βιβλίο. Έχω απεριόριστες αναμνήσεις από μεγάλους πολιτικούς άντρες. Στα 28 χρόνια που έχω το μαγαζί, έχω πιει καφέ με τον Κωστή Στεφανόπουλο, με τον Γιώργο Παπανδρέου, πάρα πολλές φορές με τον Κώστα Σημίτη, έχω πιει καφέ με την Κατερίνα Σακελλαροπούλου, την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, έχω πιει καφέ με υπουργούς, να θυμηθώ τις ατελείωτες συζητήσεις με τον Πάγκαλο, με όλους τους υπουργους, είναι κάτι το οποίο θεωρώ επένδυση στη ζωή μου που γνώρισα αυτούς τους ανθρώπους με τα πλεονεκτήματα τους αλλά και με τα μειονεκτήματα τους.
Χωρίς και το τονίζω πολιτική χροιά. Και αυτό ήταν επιτυχία του Jimmy γιατί εμένα με ενδιέφερε – και με ενδιαφέρει- ο άνθρωπος. Έρχεται ο Μάκης ο Βορίδης και τον απολαμβάνω όταν μου μιλάει, ερχόταν ο Πάγκαλος και τον απολάμβανα. Στο μαγαζί έχουν γίνει ατελείωτες συζητήσεις, χαρούμενες μεταξύ πολιτικών που ήταν σε αντίθετα κόμματα. Και αυτό το θεωρούσα μια κατάκτηση του μαγαζιού. Υπήρξε μια εποχή πολιτικής απαξίωσης, οι πολιτικοί δεν έβγαιναν πολύ έξω. Τότε λοιπόν το μαγαζί μου ήταν μια φωλιά ασφαλείας. Δεν έχει γίνει στο μαγαζί το δικό μου ποτέ μα ποτέ ένα επεισόδιο, έστω φραστικό, τίποτα… ποτέ! Γιατί καθένας που μπαίνει μέσα έχει ένα respect στο χώρο, στην ιστορία, σ’ εμένα. Έχω ακούσει πάρα πολλές φορές, «Γιάννη θέλω να πω μια κουβέντα στον κύριο αλλά δεν τη λέω γιατί είμαι στο μαγαζί σου. Δεν είναι κατάκτηση αυτό;».
Εσείς έχετε βιώσει έντονα την πολιτική ζωή του τόπου, σας προβληματίζει που νέα γενιά απέχει και έχει ένα πρόσημο απολιτίκ ;
«Εγώ είμαι της γενιάς του Πολυτεχνείου. Είναι μια πολύ μεγάλη κουβέντα που αν την αναλύσουμε θα επικρατήσει η θλίψη, για το πώς έχει καθιερωθεί αυτή η τάση. Γι’ αυτό δεν θέλω να πω κάτι παραπάνω. Εγώ ορισμένες φορές θλίβομαι για το πώς έχουν έρθει τα δεδομένα πλέον».
Πλέον ο κόσμος διαβάζει εφημερίδες όταν κάθεται να πιει τον καφέ του;
«Τελείωσαν αυτές οι εποχές. Σχεδόν κανείς δε διαβάζει πλέον εφημερίδα. Θυμάμαι όμως την εποχή που κυκλοφορούσαν κάθε μέρα το Βήμα και η Καθημερινή έως το μεσημέρι μαζευόταν ένας πάκος απ’ αυτές τις εφημερίδες. Διάβαζε ο ένας και την άφηνε και την έβρισκε ο επόμενος. Πλέον σήμερα άντε όλη μέρα να βρεις μια, δυο τρεις το πολύ εφημερίδες. Τέλος όλοι είναι πάνω από τα κινητά. Εγώ πάλι διαβάζω εφημερίδα, θέλω να νιώθω την αίσθηση του χαρτιού, να μυρίζω το μελάνι».
Στο μαγαζί σας παρατηρεί κανείς πως δεν υπάρχει κόσμος «κρεμασμένος» πάνω από κινητά. Κάθε άλλο…
«Είναι η αύρα του μαγαζιού. Εδώ επίσης πέρα από πολύ σημαντικές συζητήσεις γίνονται και πολλά επαγγελματικά ραντεβού. Ακούω και πολλούς να λένε στο τηλέφωνο, έλα είμαι στου jimmys. Ο άλλος και στον Πειραιά να είναι καταλαβαίνει που πρέπει να έρθει. Αυτό είναι μια ακόμη κατάκτηση για εμένα».
Πέρα από τον καφέ και μαγειρευτό φαγητό;
«Το μαγαζί μετά τον κορωνοϊο έβαλε φαγητό στους καταλόγους του. Έχω δώσει μεγάλη βαρύτητα στο σπιτικό φαγητό. Μαγειρευτά κυρίως σερβίρουμε και ο λόγος είναι πάρα πολύ απλός. Όταν ο άλλος θέλει να κάνει από τη δουλειά του ένα διάλλειμα μισής ώρας να φάει κάτι που θα μπορούσε να είχε στο σπίτι του. Δεν μπορεί κάθε μέρα να τρώει τυρόπιτες και σουβλάκια, θα θέλει να φάει μια σούπα, μια φασολάδα».