Μία σημαντική αρχαιολογική ανακάλυψη έγινε κατά τη διάρκεια του έργου κατασκευής της νέας σιδηροδρομικής σύνδεσης Παλέρμο-Κατάνια-Μεσσίνα από την «Italferr». Συγκεκριμένα, αποκαλύφθηκαν στοιχεία ενός εκτεταμένου ρωμαϊκού οικισμού που ανακαλύφθηκε σε ένα λόφο πάνω από τον ποταμό Dittaino, στο τμήμα Palomba-Catenanuova στο νησί της Σικελίας.
Οι ανασκαφικές εργασίες έφεραν στο φως έναν εκτεταμένο ρωμαϊκό οικισμό που χρονολογείται από τα μέσα του 1ου αιώνα έως τον 3ο αιώνα μ.Χ.
Η στρατηγική θέση του οικισμού αυτού, σε λόφο με θέα την κοιλάδα Dittaino, υποδηλώνει τη σημασία που είχε στον έλεγχο των οδών επικοινωνίας της περιοχής.
Ο οικισμός περιλαμβάνει τα ερείπια μίας έπαυλης με πολύπλοκη χωροταξική οργάνωση. Οι αρχαιολόγοι έχουν εντοπίσει έναν κεντρικό χώρο και τουλάχιστον τρεις διαδρόμους, μαζί με ερείπια πεζοδρομίων και κατασκευές που έχουν καταρρεύσει, οι οποίες υποδεικνύουν τη σημασία που είχε ο χώρος στην αρχαιότητα.
Η ανακάλυψη αυτή υποδηλώνει ότι η βίλα δεν χρησίμευε μόνο ως κατοικία αλλά είχε και παραγωγική λειτουργία, η οποία πιθανώς συνδεόταν με γεωργικές και κτηνοτροφικές δραστηριότητες.
Η νεκρόπολη με τους 168 τάφους
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ευρήματα είναι μια εκτεταμένη νεκρόπολη που βρίσκεται στα δυτικά του οικισμού, στην κορυφή και στη βορειοδυτική πλαγιά ενός λόφου.
Η νεκρόπολη έχει 168 τάφους, που περιλαμβάνουν απλούς χωμάτινους λάκκους καλυμμένους με κεραμίδια έως μνημειώδεις τάφους. Αυτό δείχνει και την σημαντική κοινωνική διαστρωμάτωση στην κοινότητα που κατοικούσε στον οικισμό.
Μεταξύ των πιο αξιοσημείωτων τάφων είναι ένας τάφος «alla cappuccina», που σημαίνει ότι ο νεκρός βυθίζεται στο χώμα και καλύπτεται με ζεύγη πλακών που τοποθετούνται κατά μήκος της σορού και σχηματίζουν ένα αέτωμα.
Παράλληλα, βρέθηκε και μία ταφή που ονομάζεται bustum. Σε αυτήν ο νεκρός τοποθετείται σε έναν λάκκο όπου αποτεφρώνεται και τα λείψανα του μένουν μέσα στις στάχτες της νεκρικής πυράς.
Η ταφή bustum που εντοπίστηκε περιείχε ένα εξαιρετικό κτέρισμα που αποτελούνταν από πέντε περιδέραια και δύο χρυσά δαχτυλίδια. Επιπλέον ανακαλύφθηκαν και οι στάχτες ενός νεκρού σε μαρμάρινη τεφροδόχο. Η τεφροδόχος φέρει επιγραφή που αναφέρει έναν Magnus Magister Pecoris, μια σημαντική προσωπικότητα στην κτηνοτροφία της περιοχής, ο οποίος δώρισε την τεφροδόχο στον νεκρό.
Το μυστήριο με σφραγίδα που δεν αποκρυπτογραφήθηκε
Εκτός από τον οικισμό και τη νεκρόπολη, οι μαγνητομετρικές έρευνες εντόπισαν μια πιθανή λατρευτική περιοχή στον ανατολικό τομέα της τοποθεσίας. Σε ένα φυσικό κανάλι, οι αρχαιολόγοι βρήκαν υπολείμματα από καμένα οστά ζώων, στρώματα τέφρας και αλλουβιακές αποθέσεις, που υποδηλώνουν την ύπαρξη τελετουργιών.
Μεταξύ των αντικειμένων που ανακτήθηκαν είναι κάποιες oscilla, δηλαδή επεξεργασμένες οστέινες βελόνες και καρφίτσες, καθώς και μια σφραγίδα με επιγραφή που δεν έχει ακόμη αποκρυπτογραφηθεί.
Οι ανασκαφές ξεκίνησαν το 2020 σε συνεργασία με την υπηρεσία Εποπτείας Πολιτιστικής και Περιβαλλοντικής Κληρονομιάς της πόλης Έννα της Ιταλίας. Το έργο των αρχαιολόγων συνεχίζεται με στόχο την τεκμηρίωση και τη διατήρηση αυτού του σημαντικού αρχαιολογικού χώρου.
Επίσης, το έργο επιδιώκει την ανάπτυξη ενός σχεδίου αξιοποίησης που θα επιτρέψει στο κοινό να γνωρίσει και να εκτιμήσει τον ιστορικό πλούτο της περιοχής.