Με ανακοίνωσή της την Πέμπτη 9 Νοεμβρίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε ένα νέο, επείγοντα Κανονισμό έκτακτης ανάγκης για να επιταχύνει την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Υπέρτατου δημοσίου συμφέροντος
Κεντρικό σημείο του σχεδίου νέου Κανονισμού είναι ότι οι σταθμοί Α.Π.Ε. θεωρούνται ότι υπηρετούν το υπέρτατο δημόσιο συμφέρον. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αυτό θα επιτρέψει στις νέες διαδικασίες αδειοδότησης Α.Π.Ε. να επωφεληθούν, άμεσα και με απλούστερο τρόπο, από συγκεκριμένες παρεκκλίσεις που προβλέπονται στην ευρωπαϊκή περιβαλλοντική νομοθεσία της ΕΕ.
Επιπλέον, τα κράτη μέλη οφείλουν να διασφαλίζουν ότι τα έργα Α.Π.Ε. έχουν προτεραιότητα (δηλαδή μεγαλύτερη βαρύτητα) όταν σταθμίζονται σε σχέση με άλλα νομικά αγαθά όπως είναι η προστασία της βιοποικιλότητας (άρ. 2, παρ. 2). Φυσικά, τα έργα οφείλουν να λαμβάνουν κατάλληλα και επαρκή μέτρα για τη διατήρηση ή αποκατάσταση των πληθυσμών των διαφόρων ειδών. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ακόμα και αν διαπιστώνονται επιπτώσεις σε μεμονωμένα άτομα ή ομάδες ατόμων που ανήκουν σε προστατευόμενα είδη (π.χ. πουλιά), το έργο Α.Π.Ε. πρέπει να γίνεται εφόσον o πληθυσμός του είδους παραμένει σε ικανοποιητικό επίπεδο.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξηγεί τους λόγους για αυτό: «η ανάπτυξη περισσότερων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αποτελεί μέρος του σχεδίου της ΕΕ για τον τερματισμό της εξάρτησής μας από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μειώνουν τη ζήτηση της ΕΕ για ορυκτά καύσιμα στους τομείς της ενέργειας, της θέρμανσης και ψύξης, της βιομηχανίας και των μεταφορών, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και για το μέλλον. Χάρη στο χαμηλό λειτουργικό τους κόστος, μεγαλύτερο μερίδιο ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ενεργειακό σύστημα της ΕΕ συμβάλλει στη μείωση των λογαριασμών ενέργειας».
Γιατί τώρα αυτά τα επείγοντα μέτρα
Η πρόταση του νέου Κανονισμού (Regulation) ενσωματώνει τα πιο σημαντικά από τα μέτρα που συζητούνται στα Ευρωπαϊκά όργανα (Επιτροπή, Συμβούλιο, Κοινοβούλιο) για τη νέα Οδηγία (Directive) για τις Α.Π.Ε. στο πλαίσιο του Σχεδίου REPowerEU που έχει ανακοινώσει η Επιτροπή από τον Μάιο 2022. Όμως η διαδικασία για την οριστικοποίηση της Οδηγίας αυτής παίρνει χρόνο. Επιπλέον μετά τη θέσπισή της, θα απαιτείται τα κράτη μέλη να νομοθετήσουν για την ενσωμάτωσή της στα εθνικά τους δίκαια. Αντιθέτως, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή νομοθεσία, ένας Κανονισμός (Regulation) όπως αυτός που πρότεινε την προηγούμενη εβδομάδα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όταν εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι αυτομάτως υποχρεωτικός και εφαρμόζεται άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη χωρίς άλλη προϋπόθεση.
Στην ανακοίνωσή της, της 9ης Νοεμβρίου, η Επιτροπή εξηγεί ότι επέλεξε να κινηθεί με αυτόν τον επείγοντα τρόπο διότι «η κρίση συνεχίζεται με τις τιμές της ενέργειας να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και πρέπει να λάβουμε περαιτέρω άμεσα μέτρα (…) Λαμβάνοντας υπόψη την κλίμακα της ενεργειακής κρίσης, τον κοινωνικό, οικονομικό και δημοσιονομικό αντίκτυπό της και την ανάγκη δράσης όσο το δυνατόν γρηγορότερα, η πρόταση σχεδιάζεται ως προσωρινό μέτρο έκτακτης ανάγκης, μέσω Κανονισμού του Συμβουλίου που βασίζεται στο άρθρο 122 της Συνθήκης για τη Λειτουργία του η ΕΕ. Όταν εγκριθεί από το Συμβούλιο, θα τεθεί σε ισχύ επειγόντως και θα ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη. Θα ισχύει για ένα έτος, καλύπτοντας το χρόνο που απαιτείται για την έγκριση και τη μεταφορά της Οδηγίας για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η οποία συζητείται επί του παρόντος από τους νομοθέτες, σε όλα τα κράτη μέλη».
Η κριτική που έχει ακουστεί για τις ευρωπαϊκές προτάσεις
Από τον Μάιο 2022 που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε το σχέδιο REPowerEU για την απεξάρτηση από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, έχει γίνει αποδέκτης κριτικής ότι υποβαθμίζει την προστασία του περιβάλλοντος και ότι, όταν η κρίση τελειώσει, η Ευρώπη θα έχει καταστρέψει τη βιοποικιλότητά της για να εγκαταστήσει ανανεώσιμες πηγές.
Όμως η κρίση θα τελειώσει -και κυρίως δεν θα επανακάμψει ξανά- όταν η Ευρώπη αναπτύξει όλες τις ανανεώσιμες πηγές της. Για αυτό, πράγματι, η Ευρώπη θέτει πλέον τις Α.Π.Ε. σε ύψιστη προτεραιότητα. Αυτό το κάνει για λόγους ενεργειακής ανεξαρτησίας, μείωσης του κόστους ενέργειας αλλά και αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης και της μόλυνσης του περιβάλλοντος που οδηγούν σε μείωση της βιοποικιλότητας και απειλούν τη δημόσια υγεία και ασφάλεια. Παράλληλα, φροντίζει να αξιοποιήσει τις λύσεις που προσφέρει η επιστήμη και η τεχνολογία, ώστε η ανάπτυξη των Α.Π.Ε. να συμβαδίζει με την προστασία των πληθυσμών των προστατευόμενων ειδών, απορρίπτοντας υπερβολές που οδηγούσαν σε ακύρωση έργων Α.Π.Ε. λόγω υπαρκτών, αλλά διαχειρίσιμων, επιπτώσεων στα προστατευόμενα είδη.