Ανακοίνωση εξέδωσε ο Άρειος Πάγος με την οποία διευκρινίζει τις θεσμικές διαδικασίες που ακολουθήθηκαν για την ανάθεση της ανάκρισης του πολύνεκρου δυστυχήματος των Τεμπών σε εφέτη ανακριτή.

Την ανακοίνωση υπογράφει ο εκπρόσωπος τύπου του ανώτατου δικαστηρίου, αρεοπαγίτης Παναγιώτης Λυμπερόπουλος και αναφέρει πως «η ηγεσία της Δικαιοσύνης οφείλει, οπωσδήποτε, να προβαίνει στις απαραίτητες ενημερώσεις, για όποιον βεβαίως ενδιαφέρεται να αντιληφθεί την αλήθεια για τις θεσμικές της ενέργειες».

Στην ανακοίνωση καλείται όποιος έχει να εισφέρει στοιχεία «ότι όλοι οι Δικαστικοί Λειτουργοί του Εφετείου Λάρισας, οι οποίοι αποφάσισαν τον ορισμό εφέτη ως ανακριτή στην υπόθεση των Τεμπών είναι έρμαια εξωδικαστικών εξουσιών, οφείλει άμεσα να τα προσκομίσει στις αρμόδιες θεσμικά αρχές και να τα υποστηρίξει με το βάρος της υπογραφής του».

«Άλλως, με τη διάδοση εικασιών και θεωριών συνωμοσίας, λοιδορώντας και σπιλώνοντας ηθικά δικαστικούς λειτουργούς, βάλλει ευθέως κατά των δημοκρατικών θεσμών. Στη Δημοκρατία ουδείς, υπό οποιαδήποτε ιδιότητα, δικαιούται να “τρομοκρατεί” τους δικαστικούς λειτουργούς, αν οι αποφάσεις ή οι ενέργειές τους δεν τελούν υπό την έγκρισή του», αναφέρει στην ανακοίνωσή του ο εκπρόσωπος Τύπου του Αρείου Πάγου.

Ακόμα, επισημαίνει ότι «οι προαγωγές, τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις όλων των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών, από το βαθμό του παρέδρου έως και του αρεοπαγίτη και του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου αποφασίζονται, με βάση τα κριτήρια, που ορίζει ο νόμος, αποκλειστικά και μόνον, από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο».

Επίσης αναφέρει ότι «σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, η ηγεσία του Αρείου Πάγου (Πρόεδρος) δεν δικαιούται να επεμβαίνει στη δικαιοδοτική κρίση των δικαστών ή να υποδεικνύει δικαστικές ενέργειες».

Αναλυτικά η ανακοίνωση του Αρείου Πάγου:

«Η Δικαιοσύνη ομιλεί με τις αποφάσεις της και τις δικαστικές της ενέργειες. Όποτε, όμως, θεσμικοί φορείς, πολιτικά ή μη πρόσωπα, μέσω δηλώσεων, δημοσιευμάτων στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο και με αναρτήσεις στο διαδίκτυο, είτε τις διαστρεβλώνουν και τις κακοποιούν είτε τις εργαλειοποιούν, με δυνητικό, πλην άμεσο κίνδυνο, τον αποπροσανατολισμό των πολιτών, οι οποίοι δεν γνωρίζουν και ούτε οφείλουν να τις γνωρίζουν, η ηγεσία της Δικαιοσύνης οφείλει, οπωσδήποτε, να προβαίνει στις απαραίτητες ενημερώσεις, για όποιον βεβαίως ενδιαφέρεται να αντιληφθεί την αλήθεια για τις θεσμικές της ενέργειες. Γι’ αυτό και παραθέτουμε τα ακόλουθα:

Ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας στο άρθρο 28 προβλέπει:

• Η ολομέλεια του εφετείου σε συμβούλιο συγκαλείται ύστερα από αίτηση του εισαγγελέα εφετών (ή αν ζητηθεί εγγράφως από το ένα τρίτο των μελών της {όπως ορίζει σήμερα το άρθρο 15 παρ.2α του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών μετά την τροποποίηση του με το ν.4938/2022 και με ταυτόσημη διατύπωση προβλεπόταν στο άρθρο 14 παρ.2ατου ιδίου Κώδικα όπως ίσχυε με το ν. 1756/1988).

• έχει το δικαίωμα (η ολομέλεια) να παραγγείλει στον εισαγγελέα εφετών να κινήσει την ποινική δίωξη για εγκλήματα εξαιρετικής σημασίας.

• αν η ποινική δίωξη έχει ήδη ασκηθεί από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών, η ολομέλεια έχει το δικαίωμα να διατάξει να υποβληθούν τα έγγραφα στον εισαγγελέα εφετών.

• σε κάθε περίπτωση, κατά τη συνεδρίαση της ολομέλειας, παρίσταται και ο εισαγγελέας εφετών.

• η ολομέλεια ορίζει έναν από τους εφέτες με τον αναπληρωτή του, που εκπληρώνουν καθήκοντα ανακριτή στην υπόθεση.

• ο εισαγγελέας εφετών έχει όλα τα δικαιώματα και τα καθήκοντα του εισαγγελέα πλημμελειοδικών.

• το συμβούλιο εφετών έχει τα δικαιώματα και τα καθήκοντα του συμβουλίου πλημμελειοδικών.Είναι απολύτως σαφές, συνεπώς, ότι, με διαδικασία πλήρους διαφάνειας (εισήγηση- διάσκεψη -αιτιολογημένη απόφαση- δημοσίευση), το ισχυρότερο όργανο μιας εφετειακής περιφέρειας, η ολομέλεια του εφετείου, αποφασίζει κυρίαρχα την ανάθεση της διεξαγωγής της κυρίας ανάκρισης σε εφέτη-ανακριτή για εξαιρετικής σημασίας εγκλήματα, μόνον αν το κρίνει σκόπιμο και εφόσον το αίτημα έχει υποβληθεί με παραδεκτό τρόπο, κατά τα ανωτέρω.

Η Ελληνική Δικαιοσύνη έχει, μέχρι σήμερα, εύστοχα και αιτιολογημένα, αξιοποιήσει τη διάταξη αυτή, κρίνοντας ότι έπρεπε να ερευνηθούν από ανώτερους σε εμπειρία και νομομάθεια δικαστές εγκλήματα, επειδή ήταν εξαιρετικής σημασίας (όπως συνέβη σε πλήθος υποθέσεων διαφθοράς, ελληνικής και διεθνούς τρομοκρατίας, στην υπόθεση της «Χρυσής Αυγής», της «SIEMENS», του «Βατοπεδίου» κ.λ.π).

Συνεπώς, όσοι υποστηρίζουν ότι η εφαρμογή του άρθρου 28 του ΚΠΔ στην υπόθεση των Τεμπών είναι αποτέλεσμα σκοτεινών διεργασιών, θα πρέπει να αναλογιστούν αν μπορεί αυτό να συμβεί ταυτόχρονα, από την Πρόεδρο Εφετών, η οποία συγκάλεσε την Ολομέλεια του Εφετείου Λάρισας, μία (1) ακόμα Πρόεδρο Εφετών, ένα (1) Εισαγγελέα Εφετών και δεκαεπτά (17) Εφέτες, που συγκρότησαν την Ολομέλεια του Εφετείου, που ομόφωνα αποφάσισαν (Ολομέλεια Εφετείου Λάρισας 4/10-3-2023) την ανάθεση της υπόθεσης σε εφέτη ανακριτή, ο οποίος, ως ο φυσικός, πλέον, δικαστής, όφειλε να διενεργήσει τα ανατεθέντα σ’ αυτόν δικαστικά καθήκοντα. Ο τελευταίος, εξάλλου, συνεπικουρείται, έκτοτε, από έξι (6) Αντιεισαγγελείς Εφετών Λάρισας, οι οποίοι, ενεργώντας, αυστηρά, στα πλαίσια που ορίζει ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, υποστηρίζουν τις ανάγκες της ανακριτικής διαδικασίας.

Όποιος έχει να εισφέρει αποδεικτικά στοιχεία ότι όλοι οι Δικαστικοί Λειτουργοί του Εφετείου Λάρισας, οι οποίοι αποφάσισαν τον ορισμό εφέτη ως ανακριτή στην υπόθεση των Τεμπών είναι έρμαια εξωδικαστικών εξουσιών, οφείλει άμεσα να τα προσκομίσει στις αρμόδιες θεσμικά αρχές και να τα υποστηρίξει με το βάρος της υπογραφής του.

Άλλως, με τη διάδοση εικασιών και θεωριών συνωμοσίας, λοιδωρώντας και σπιλώνοντας ηθικά δικαστικούς λειτουργούς, βάλλει ευθέως κατά των δημοκρατικών θεσμών. Στη Δημοκρατία ουδείς, υπό οποιαδήποτε ιδιότητα, δικαιούται να «τρομοκρατεί» τους δικαστικούς λειτουργούς, αν οι αποφάσεις ή οι ενέργειές τους δεν τελούν υπό την έγκρισή του.

Πρέπει, ακόμα, να ενημερώσουμε ότι οι προαγωγές, τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις όλων των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών, από το βαθμό του παρέδρου έως και του αρεοπαγίτη και του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου αποφασίζονται, με βάση τα κριτήρια, που ορίζει ο νόμος, αποκλειστικά και μόνον, από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, ενδεκαμελές και δεκαπενταμελές (για το βαθμό του προέδρου εφετών-εισαγγελέα εφετών και του αρεοπαγίτη-αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου), αποτελούμενο αμιγώς από δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς του Αρείου Πάγου, που ορίζονται, κατόπιν κληρώσεως μεταξύ των εχόντων διετή τουλάχιστον υπηρεσία τον Άρειο Πάγο και συνεδριάζει με την παρουσία παρατηρητών δικαστών και εισαγγελέων από τους άλλους βαθμούς (βλ. άρθρα 90 Συντάγματος, 59-63 Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών).

Τέλος, πρέπει να επισημάνουμε ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, η ηγεσία του Αρείου Πάγου (Πρόεδρος) δεν δικαιούται να επεμβαίνει στη δικαιοδοτική κρίση των δικαστών ή να υποδεικνύει δικαστικές ενέργειες.

Αυτά προς ενημέρωση όσων είτε από άγνοια είτε από ιδιοτέλεια υποστηρίζουν τα αντίθετα, βάλλοντας κατά της ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών.

Οι πολίτες της Χώρας πρέπει να αισθάνονται τη βεβαιότητα ότι η προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία των Ελλήνων δικαστών και εισαγγελέων είναι απολύτως εξασφαλισμένη από το ίδιο το Σύνταγμα και τους Νόμους και με εγγυήσεις που δεν απαντώνται σε πολλές έννομες τάξεις ανεπτυγμένων χωρών. Οι ίδιοι παραμένουν πιστά αφιερωμένοι στον όρκο τους, υπαγόμενοι κάθε μέρα σε εξονυχιστικούς θεσμικούς ελέγχους, όποια υπόθεση και αν χειρίζονται, εξαιρετικής σημασίας ή όχι και παρά την κατασυκοφάντηση, τις λοιδορίες, τις ύβρεις και τις απειλές, που υφίστανται με αφορμή κάθε φορά δυσάρεστες αποφάσεις που λαμβάνουν.

Οι πολίτες αυτής της Χώρας θα αισθάνονταν καλύτερα, αν όλοι οι παράγοντες που ρυθμίζουν την καθημερινότητά τους, σε κάθε επίπεδο και χώρο, έπρατταν ανάλογα».

Ο Εκπρόσωπος Τύπου του Αρείου Πάγου

Παναγιώτης Λυμπερόπουλος

Αρεοπαγίτης».