Στα χέρια των αρχών από την Πέμπτη ο Κώστας Σακκάς και ο Μάριος Σεϊσίδης, δύο από τους σημαντικότερους καταζητούμενους της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας. Οι δυο συνελήφθησαν τυχαία στη Σπάρτη και πρόκειται να δικαστούν τη Δευτέρα.
Η εισαγγελέας έχει ασκήσει σε βάρος τους ποινική δίωξη για τα αδικήματα της κλοπής, για το αυτοκίνητο με το οποίο κυκλοφορούσαν στη Λακωνία, της πλαστογραφίας για τις ταυτότητές τους, της αντίστασης κατά της αρχής, της ψευδούς ανωμοτί κατάθεσης και δύο παραβάσεων του... Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας.
Το παρελθόν Σακκά - Σεϊσίδη
Ενώ ο Κώστας Σακκάς ήταν γνώριμος των αρχών, καθώς είχε συλληθεί στο παρελθόν, ο Μάριος Σεϊσίδης ήταν ένα πρόσωπο για το οποίο η Αστυνομία δεν είχε στο αρχείο γενετικό του αποτύπωμα. Ο Κ. Σακκάς συνελήφθη για πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 2010 στη Νέα Σμύρνη τη στιγμή που έβγαινε από νοικιασμένη αποθήκη, στην οποία είχε βρεθεί οπλισμός. Θεωρείτο, μάλιστα, ύποπτος για σύνδεση με την οργάνωση «Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς».
Η συνέχεια της ιστορίας του μοιάζει σαν σενάριο αστυνομικής ταινίας: προφυλάκιση, πολυήμερη απεργία πείνας, μεταφορά στο νοσοκομείο λόγω προβλημάτων υγείας, αποφυλάκιση, νέα σύλληψη και διαφυγή. Για περίπου δύο χρόνια ζούσε χωρίς κανείς να ξέρει πού βρίσκεται μέχρι το απόγευμα της 4ης Αυγούστου, όταν οι αστυνομικοί του πέρασαν και πάλι χειροπέδες.
Από την πλευρά του ο Μάριος Σεϊσίδης καταζητείτο από τις Αρχές για μία ολόκληρη δεκαετία, κατηγορούμενος για συμμετοχή στην ομάδα «Ληστές με τα μαύρα». Τα μέλη της πραγματοποιούσαν ένοπλες ληστείες σε τράπεζες, με τη λεία τους να εκτιμάται περίπου στα 700.000 ευρώ.
Η παράνομη δράση τους θεωρείτο ότι αποσκοπούσε στην ενίσχυση του «επαναστατικού ταμείου», δηλαδή τη χρηματοδότηση ομάδων του αντάρτικου πόλης. Το 2009, επί Μιχάλη Χρυσοχοΐδη στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης, επικηρύχτηκε με το ποσό των 600.000 ευρώ μαζί με ακόμα δύο συνεργούς του, τον αδελφό του Σίμο και τον Γρηγόρη Τσιρώνη. Τόσο ο Κ. Σακκάς όσο και ο Μ. Σεϊσίδης θεωρούνταν από τις Αρχές ως δύο από τα πρόσωπα με σημαίνοντα ρόλο στον ευρύτερο αντιεξουσιαστικό χώρο, ενώ πάντα -αν και δεν αποδείχτηκε ποτέ- υπήρχαν υπόνοιες ότι μπορεί να είχαν άμεση ή έμμεση σχέση και με μέλη που ανήκαν σε οργανώσεις τρομοκρατίας.
Με τη σύλληψή τους στους κόλπους της ΕΛ.ΑΣ. επικρατεί ανακούφιση. Αξιωματικοί της Αντιτρομοκρατικής ευελπιστούν ότι η αξιοποίηση των στοιχείων που έχουν συγκεντρώσει θα τους οδηγήσει στα ίχνη και άλλων καταζητούμενων από τον ίδιο χώρο και ενδεχομένως στην εξιχνίαση άλυτων υποθέσεων τρομοκρατίας.
Η περίπτωση Κώστα Σακκά
Η περίπτωση του Κώστα Σακκά είχε απασχολήσει πολλές φορές τις αστυνομικές και δικαστικές αρχές της χώρας. Η ιστορία του ξεκινά τον Δεκέμβριο του 2010, όταν μαζί με τον Αλέξανδρο Μητρούσια συνελήφθη στην οδό Καισαρείας στη Νέα Σμύρνη από ομάδα της Αντιτρομοκρατικής. Οι δύο άντρες είχαν βγει από νοικιασμένη αποθήκη, στην οποία είχε βρεθεί οπλισμός.
Ο Κώστας Σακκάς μετά τη σύλληψή του είχε αρνηθεί να υπογράψει την έκθεση εξέτασης του κατηγορουμένου και παραπέμφθηκε να απολογηθεί στον ανακριτή με τις βαριές κατηγορίες της συγκρότησης και συμμετοχής σε τρομοκρατική οργάνωση, πρόκλησης τρομοκρατικών πράξεων, διακεκριμένης οπλοκατοχής, καθώς και προμήθειας και κατοχής εκρηκτικών υλών. Ακολούθησε η προφυλάκισή του και στο διάστημα αυτό η δικογραφία τον ενέπλεξε με την οργάνωση «Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς». Από την αρχή ο Κώστας Σακκάς είχε αρνηθεί ότι είναι μέλος των «Πυρήνων», ενώ το ίδιο είχαν ισχυριστεί και προφυλακισμένα μέλη της οργάνωσης.
Δύο μήνες πριν από τη συμπλήρωση του ορίου προφυλάκισης ασκήθηκε εναντίον του νέα ποινική δίωξη για συναφή αδικήματα, με αποτέλεσμα να επεκταθεί η προφυλάκισή του κατά 12 μήνες. Με την πάροδο των 12 μηνών, και παρά τη συμπλήρωση του ανώτατου ορίου προφυλάκισης των 30 μηνών -χωρίς να έχει ολοκληρωθεί η δίκη για την πρώτη υπόθεση και χωρίς να έχει αρχίσει η δίκη για τη δεύτερη-, το Συμβούλιο Εφετών αποφασίζει την παράταση της προφυλάκισης για άλλους έξι μήνες. Η απάντηση του Κ. Σακκά ήταν να ξεκινήσει απεργία πείνας στις 4 Ιουνίου του 2013 προκειμένου να διαμαρτυρηθεί για την απόφαση του Συμβουλίου Εφετών. Μετά από πολυήμερη απεργία πείνας, παρουσιάστηκαν προβλήματα υγείας και μεταφέρθηκε από τις φυλακές Κορυδαλλού στο Νοσοκομείο της Νίκαιας.
Ακολούθησε από τον συνήγορο του Σακκά προσφυγή κατά της απόφασης του Συμβουλίου Εφετών, η οποία αρχικά απερρίφθη. Τελικά, στις 11 Ιουλίου, το Συμβούλιο Εφετών αποφάσισε την αποφυλάκισή του, επιβάλλοντάς του αυστηρούς περιοριστικούς όρους, όπως απαγόρευση εξόδου από τον Νομό Αττικής. Στις 15 Ιανουαρίου του 2014, μετά την έκδοση νέου εντάλματος για συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση, ο Κ. Σακκάς συνελήφθη εκ νέου. Τότε η Αστυνομία είχε ισχυριστεί ότι είχε βρεθεί το αποτύπωμά του σε πειστήρια διαμερίσματος που διατηρούσε συγκατηγορούμενος του Σακκά, στο Χαλάνδρι. Ο Κώστας Σακκάς, μετά την κατάθεσή του στον ανακριτή, αφέθηκε και πάλι ελεύθερος, με τους ίδιους περιοριστικούς όρους και επιβολή χρηματικής εγγύησης.
Σχεδόν έναν μήνα μετά, και συγκεκριμένα στις 10 Φεβρουαρίου, ο Σακκάς δεν εμφανίστηκε όπως όφειλε στο Αστυνομικό Τμήμα Καμινίων. Μέχρι και τις 4 Αυγούστου, όπου συνελήφθη και πάλι, μεσολάβησαν 2,5 χρόνια, κατά τα οποία είχαν χαθεί τα «ίχνη» του.
Στις 17 Φεβρουαρίου του ίδιου έτους, ακριβώς μία εβδομάδα μετά την απόφασή του να μη δώσει το «παρών» στο Τμήμα, με επιστολή του, που δημοσιεύτηκε σε ιστοσελίδα του αντιεξουσιαστικού χώρου, εξαπέλυε επίθεση στην κυβέρνηση. Οι κατηγορίες του αφορούσαν στην πολιτική που ακολουθούσε αλλά και «την καταστολή ενάντια σε κοινωνικούς αγωνιστές». Στο στόχαστρό του βρέθηκαν και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης για τον τρόπο που χειρίστηκαν την υπόθεσή του όλο το προηγούμενο διάστημα. Για ακόμη μία φορά υποστήριξε ότι δεν είχε καμία σχέση με την οργάνωση «Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς».
Η περίπτωση Μάριου Σεϊσίδη
Ο έτερος καταζητούμενος που συνελήφθη το απόγευμα της Πέμπτης στη Σπάρτη έχει κατηγορηθεί από τις αστυνομικές αρχές ως μέλος της ομάδας «Ληστές με τα μαύρα». Ο Μάριος Σεϊσίδης ήταν άφαντος για πάνω από μία δεκαετία και αποτελούσε έναν από τους μεγάλους «γρίφους» για την Αντιτρομοκρατική.
Η δράση του όλα τα προηγούμενα χρόνια είχε συνδεθεί καταρχήν σε μεγάλο βαθμό με αυτήν του αδελφού του, Σίμου, ενώ και οι δύο μαζί με άλλα τρία άτομα κατηγορούνταν από τις αστυνομικές αρχές ότι αποτελούσαν τον πυρήνα της ομάδας «Ληστές με τα μαύρα».
Η δράση της διάσημης συμμορίας "Ληστές με τα μαύρα"
Η ομάδα που φέρεται να διέπραξε τις 7 ένοπλες ληστείες με λεία που άγγιζε τις 700.000 ευρώ σε διάστημα 4 χρόνων πήρε το όνομά της από τα μαύρα ρούχα που φορούσαν τα μέλη της και τις κουκούλες με τις οποίες κάλυπταν τα πρόσωπά τους. Σε όλες τις ληστείες, μάλιστα, υπήρχε ένα μέλος που χρονομετρούσε τη ληστεία -στα πρότυπα σεναρίου μιας αμερικανικής αστυνομικής ταινίας-, ώστε να προλάβουν να φύγουν με τη λεία τους πριν ειδοποιηθεί και φθάσει στο σημείο η Αστυνομία.
Αν και ποτέ δεν είχε ταυτιστεί η σχέση των «Ληστών με τα μαύρα» με τρομοκρατικές ενέργειες, η Αντιτρομοκρατική πίστευε ότι ένα μέρος των χρημάτων από τις ληστείες διοχετευόταν σε τρομοκρατικές οργανώσεις, προκειμένου να οργανώσουν και να προετοιμάσουν τα επόμενα χτυπήματά τους.
Στις 16 Ιανουαρίου του 2006, στην προσπάθειά τους να ληστέψουν τράπεζα στην οδό Σόλωνος, αντάλλαξαν πυροβολισμούς με αστυνομικούς, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί ο 29χρονος Ιωάννης Δημητράκης. Ακολούθησαν έρευνες της Ασφάλειας Αττικής και οι αδελφοί Σεϊσίδη, ο Γρηγόρης Τσιρώνης και ο Ιωάννης Δημητράκης κατηγορήθηκαν από τις δικαστικές αρχές για συμμετοχή στη «συμμορία με τα μαύρα».
Ο επικηρυγμένος ληστής Γρηγόρης Τσιρώνης συνελήφθη στα τέλη Μαΐου του 2015 στον Βόλο, κατά τη διάρκεια επιχείρησης της Αντιτρομοκρατικής. Στη διάρκεια της επιχείρησης, μάλιστα, ακόμη ένας καταζητούμενος για ληστείες, ο Σπύρος Δραβίλας, αυτοκτόνησε όταν αντελήφθη τους αστυνομικούς. Ο αδελφός του Μάριου Σεϊσίδη, Σίμος, συνελήφθη στις 3 Μαΐου του 2010 στα Πετράλωνα μετά από ληστεία σε πολυκατάστημα της οδού Πειραιώς. Κατά τη διάρκεια της καταδίωξης ο επικηρυγμένος άνδρας δέχθηκε μάλιστα πυρά αστυνομικού στο πόδι, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί σοβαρά.
Δύο χρόνια αργότερα ο αδελφός του Μάριου κρίθηκε ομόφωνα αθώος από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων. Επέστρεψε όμως στη φυλακή καθώς εκκρεμούσαν σε βάρος του παλαιότερες καταδικαστικές αποφάσεις για πλημμεληματικές πράξεις. Αποφυλακίστηκε τον Μάιο του 2012 και συνελήφθη εκ νέου στις 9 Μαΐου του 2014 στη Βούλα, καθώς εκκρεμούσε απόφαση του Εφετείου Αθηνών σε βάρος του.