Ήδη διανύουμε το όγδοο έτος της κρίσης και γεγονός είναι ότι λίγες οικονομίες θα μπορούσαν να αντέξουν παρόμοια κατάσταση. Όμως, κατά την άποψή μου, η κρίση αυτή θα συνεχίζεται με την παρούσα μορφή της αν δεν καταλάβουμε, έστω και τώρα, το πόσο συμμετείχαμε με τις συμπεριφορές μας στην εκδήλωση και την διατήρησή της. Και αυτό, πέρα από τα λάθη που έγιναν από όλους τους κυβερνώντες.

Του Κων. Λαμπρινόπουλου*

Το θέμα, όμως, σήμερα δεν είναι το ποιος και το τί φταίει αλλά η προσπάθεια που πρέπει να γίνει για να εντοπίσουμε τις λύσεις του προβλήματος, στις οποίες θα πρέπει να μετέχουμε ενεργά.

Βρισκόμαστε λοιπόν σήμερα σε ένα καινούργιο τοπίο, όπου η κοινωνία καλείται να αντιμετωπίσει το μέλλον της με ένα πολύ αποδυναμωμένο τραπεζικό σύστημα, με ένα τεράστιο ποσοστό ανεργίας, με μία σημαντική μείωση των εισοδημάτων και με αρνητική ψυχολογική κατάσταση. Μένω στην αρνητική ψυχολογική κατάσταση γιατί αυτή, ίσως, μαζί με το μειωμένο εισόδημα, είναι εκείνα τα οποία μπορούμε σαν λαός να αντιμετωπίσουμε αν αλλάξουμε νοοτροπία.

Ας δούμε, λοιπόν, τα δεδομένα:

Η Ελλάδα, παρ’ όλη την μείωση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της κατά 25%, εξακολουθεί να είναι μέσα στις 30 πλουσιότερες οικονομίες του κόσμου, που σημαίνει ότι ο ρόλος που επιβάλλεται να παίξουμε πρέπει να είναι αντίστοιχος. Τί σημαίνει αντίστοιχος; Σημαίνει συμπεριφορά του πρώτου! Απλούστατα επειδή είσαι μέσα στους πρώτους.

Αυτό σημαίνει μεγάλη προσήλωση στην αποτελεσματικότητα, μεγάλη έμφαση στην αριστεία, σοβαρή προσπάθεια για διαφοροποίηση, καλύτερη εκμετάλλευση της έννοιας της συνεργασίας. Σημαίνει, επίσης, ομαδική προσπάθεια, γιατί η κάθε οικονομία είναι ένα σύνολο ανθρώπων και όχι μεμονωμένα άτομα. Η κύρια προσπάθεια όλων μας πρέπει να είναι για το πώς θα φτιάξουμε το σύνολο και το πώς όλοι θα επωφεληθούμε από αυτό. Πρέπει να κάνουμε όλοι μαζί μία πολύ μεγάλη προσπάθεια να ξανακτίσουμε την μάρκα «Ελλάδα».

Επίσης, θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι, όταν είσαι στους τριάντα πρώτους, δεν μπορείς και δεν πρέπει να έχεις αρνητική «ψυχολογία». Αντίθετα, θα πρέπει να έχεις πολύ θετική, γιατί αυτή θα σε βοηθήσει κατ’ αρχήν να διατηρήσεις την θέση σου και στην συνέχεια να πας ψηλότερα.

Δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία ότι συνέβησαν πάρα πολλά σε μικρό χρονικό διάστημα, ότι οι αλλαγές ήταν ραγδαίες και σημαντικές, ότι έχουν γίνει αδικίες, και αυτό δικαιολογεί την άρνηση μέχρις ενός ορίου. Διαπιστώνοντας ότι, αν συνεχίσουμε με τον ίδιο τρόπο, οδηγούμαστε σε αρνητική πορεία και μεγαλύτερα προβλήματα, είναι εμφανές ότι πρέπει να δράσουμε άμεσα σαν λαός, σαν ενεργοί πολίτες. Και να δράσουμε προς την σωστή κατεύθυνση, που είναι η προσπάθεια για την πορεία προς την ανάπτυξη.

Ο δεύτερος άξονας που μπορούμε και πρέπει να επηρεάσουμε είναι το θέμα της μείωσης των εξόδων όλων μας. Η εύκολη λύση θα ήταν η συνέχιση της ίδιας φιλοσοφίας, με την δημιουργία ελλειμμάτων στην οικονομία και την προσφυγή σε δανεισμό –αν ήταν εφικτή. Δεν είναι, όμως, και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να μειωθούν τα έξοδα. Σαν μονάδες πρέπει να προσαρμόσουμε τα έξοδά μας στο πλαίσιο των εσόδων μας για όσο χρονικό διάστημα χρειάζεται, για να έχουμε έναν ισοσκελισμένο ατομικό προϋπολογισμό. Το ίδιο πρέπει να κάνει και ο κρατικός μηχανισμός.

Μόνον έτσι θα μπορέσουμε να ισοσκελίσουμε τα ελλείμματα της χώρας και θα έχουμε την δυνατότητα να προχωρήσουμε με πιο γοργά βήματα έξω από τα προβλήματα. Το 1962 η Ελλάδα ήταν μία φτωχή χώρα και κατόρθωσε να φτάσει εκεί που έφτασε. Σήμερα είναι εκεί που είναι χωρίς να εκμεταλλεύεται πλήρως τους πόρους της, είτε ανθρώπινους είτε φυσικούς. Η σωστότερη εκμετάλλευση αυτών των πόρων θα μάς δώσει μία πολύ μεγάλη ώθηση προς τα εμπρός και η ώθηση αυτή θα είναι πολύ δυνατή.

Άρα, λοιπόν, η πρώτη φάση απαιτεί γρήγορη προσαρμογή των εξόδων ως προς τα έσοδα και πολύ καλή εκμετάλλευση όλων των πόρων με προστιθέμενη αξία, που θα βοηθήσουν την βιώσιμη ανάπτυξη.

Τα άλλα δύο θέματα που πρέπει να αντιμετωπισθούν είναι η πολύ μεγάλη ανεργία, όπως επίσης και η ενεργοποίηση του τραπεζικού συστήματος. Και αυτά σε μεγάλο βαθμό είναι έργα των κυβερνώντων αυτή την χώρα.

Το θέμα της ανεργίας μπορεί σταδιακά να αντιμετωπισθεί, αλλά θα πρέπει οι κυβερνήσεις να φύγουν από την νοοτροπία των «επιδομάτων ανεργίας», με όποια μορφή και αν παρέχονται (αναφέρομαι στα επιδόματα προς ανέργους διάρκειας 6 μηνών), τα οποία θα πρέπει να τροποποιηθούν σε «επιδόματα εργασίας» διάρκειας ενός έτους (μέσω προγραμμάτων ΕΣΠΑ), που θα δίνουν την δυνατότητα υποβοήθησης εργαζομένων αλλά και επιχειρήσεων σε κλάδους που είναι στρατηγικής σημασίας για την χώρα, ή που έχουν υποστεί τεράστια πτώση λόγω της κρίσης.

Είναι αλήθεια ότι με λιγότερους πόρους πρέπει να εστιάζουμε στα ουσιώδη. Αυτό αποτελεί σημαντική αλλαγή και πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπ’ όψη από τις πολιτικές ηγεσίες. Οι επιχειρήσεις που μπορούν, πρέπει να σταθούν αρωγοί σε αυτή την προσπάθεια, γιατί είναι σαφές ότι τίποτα δεν θα μπορέσει να λειτουργήσει σωστά αν χάσουμε το ουσιαστικότερο αγαθό που έχουμε, που είναι το Ανθρώπινο Κεφάλαιο αυτής της χώρας.

Τέλος, το τραπεζικό σύστημα έχει ακόμη να λύσει δύο πολύ σοβαρά θέματα. Κατ’ αρχήν, την εμπέδωση της εμπιστοσύνης προς τους πελάτες του, που είναι πολύ δύσκολο γιατί δεν εξαρτάται από αυτό αλλά από τις γενικότερες επιλογές πολιτικής. Είναι προφανές ότι η οριστικοποίηση της αξιολόγησης θα επαναφέρει μερικώς την σταθερότητα, αλλά το κομβικό σημείο είναι η διαχείριση των «κόκκινων δανείων» και πόσο αυτή θα επηρεάσει τα αποτελέσματα των τραπεζών και συνεπώς την ανάγκη μίας περαιτέρω ανακεφαλαιοποίησης στο μέλλον. Αυτό, κατά την άποψή μου, είναι και το σημείο-κλειδί του τραπεζικού συστήματος.

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως, αν αποκαθίστατο η εμπιστοσύνη και οι καταθέσεις έπαιρναν τον δρόμο της επιστροφής προς τα τραπεζικά ιδρύματα, οι λύσεις θα ήταν απλούστερες και γρηγορότερες. Θα πρέπει όμως να τονίσουμε ότι και η συμπεριφορά όλων των συναλλασσομένων θα πρέπει να αλλάξει, αν θέλουμε το σύστημα να ισορροπήσει, για τον απλούστατο λόγο ότι όλοι μας πρέπει να είμαστε συνεπείς έναντι των υποχρεώσεών μας και θα πρέπει να κάνουμε το παν για να υπάρχει αυτή η συνέπεια.

Βλέπουμε λοιπόν ότι, καλώς ή κακώς (κατά την γνώμη μου καλώς), εμείς ως Έλληνες έχουμε –και πρέπει να έχουμε– σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια ανασυγκρότησης της χώρας και αντιστροφής της πορείας της. Αυτό είναι το υπέρτατο χρέος που πρέπει να επιτελέσουμε.

* Πρόεδρος του ΔΣ της Ελληνικής Εταιρείας Διοικήσεως Επιχειρήσεων (ΕΕΔΕ)