Στην απροθυμία των επενδυτών να τοποθετούν σε ελληνικές μετοχές και ομόλογα αναφέρεται δημοσίευμα του Bloomberg, στο οποίο φιλοξενούνται απόψεις αναλυτών που συνδέουν ευθέως την ανάκτηση της επενδυτικής εμπιστοσύνης με την κυβερνητική αλλαγή.



Σύμφωνα με το Bloomberg τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου φέρουν τις χειρότερες αποδόσεις συγκριτικά με όλα τα ευρωπαϊκά κυβερνητικά ομόλογα τους τρεις τελευταίους μήνες, κάτι που δεν άλλαξε ακόμη και όταν ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας κατάφερε να εξασφαλίσει συμφωνία με τους πιστωτές για την εκταμίευση της δόσης τον Ιούνιο.

«Το ελληνικό χρηματιστήριο ακολουθεί μόνο εκείνα της Νιγηρίας και της Βενεζουέλας στους δείκτες με τις μετοχές με τις χειρότερες αποδόσεις, γι' αυτή την περίοδο», αναφέρει το δημοσίευμα.

Τα ελληνικά ομόλογα, τα οποία έχουν αποκλειστεί από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, έχουν «κολλήσει» πολύ χαμηλά, παρά το κύμα που ανέβασε τις αγορές χρέους σε όλη την ευρωζώνη. Περίπου στο 8,2% το κόστος δανεισμού της Ελλάδας για 10 χρόνια, είναι πάνω από διπλάσιο σε σχέση με το 3% της Πορτογαλίας και δεν μπορεί να συγκριθεί με τις αρνητικές αποδόσεις σε Γερμανία και Ολλανδία. Η Κύπρος, η άλλη ευρωπαϊκή χώρα με βαθμολογία junk που δεν είναι επιλέξιμη για το πρόγραμμα αγορών της ΕΚΤ, δανείζεται με το μισό επιτόκιο σε σχέση με την Ελλάδα.

«Τα ελληνικά ομόλογα βρίσκονται σε μια ερημιά από τον Ιούνιο», ανέφερε ο Patrick Esteruelas, επικεφαλής έρευνας στην Emso Asset Management, που διαχειρίζεται 3,2 δισ. δολάρια. «Όσο ο κόσμος αισθάνεται ότι η κυβέρνηση θα κινηθεί εξαιρετικά αργά στην καλύτερη περίπτωση, ή θα αντιστρέψει αυτή την πορεία στη χειρότερη, θα έχει αμφιβολίες για τη σταθερότητα της διάσωσής της», πρόσθεσε.

Οι υπουργοί Οικονομίας της ευρωζώνης που θα συναντηθούν στην Μπρατισλάβα την Παρασκευή πιθανώς θα εκδώσουν τις συνηθισμένες προειδοποιήσεις και συστάσεις, ώστε η Ελλάδα να επιταχύνει τον ρυθμό των οικονομικών μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται για την πληρωμή που εκκρεμεί από την πρώτη αξιολόγηση του τελευταίου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής. Μία ημέρα νωρίτερα, το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ, που συνεδριάζει στη Φρανκφούρτη, σχεδόν σίγουρα θα διατηρήσει τα ελληνικά ομόλογα εκτός του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, ενώ εκκρεμούν μέτρα ελάφρυνσης χρέους που έχουν προγραμματιστεί για αργότερα φέτος.

«Η αξιολόγηση έχει ολοκληρωθεί, αλλά η Αθήνα είναι ήδη πίσω στα 15 μέτρα που συνδέονται με την πληρωμή της επόμενης υποδόσης», επεσήμανε ο Wolfango Piccoli, αναλυτής στην Teneo Intel με έδρα το Λονδίνο. «Στο μεταξύ, οι προοπτικές για συμμετοχή της Ελλάδας στο QE και η ελάφρυνση χρέους -δύο θετικοί καταλύτες- φαίνονται όλο και πιο μακρινοί όσο περνάει ο καιρός», συμπλήρωσε.

Καθυστερημένες αξιολογήσεις, αργοπορημένες αποφάσεις για ελάφρυνση χρέους και δριμύτητα μεταξύ διαδοχικών κυβερνήσεων και ελεγκτών που εκπροσωπούν τους πιστωτές, όλα είναι υπερβολικά οικεία μοτίβα μέσα στην επταετή κρίση που έχει εξαλείψει περίπου το ένα τρίτο της ελληνικής οικονομίας.

Μέσα σε αυτή την πορεία, εκείνοι που εμπιστεύτηκαν τα χρήματά τους σε κούφιες «θετικές» ενδείξεις είδαν τις επενδύσεις τους να εξανεμίζονται, πιο πρόσφατα όταν οι ελληνικές τράπεζες ζήτησαν ένεση κεφαλαίων για τρίτη φορά. Αυτό το πικρό παρελθόν, περιλαμβανομένης της απόφασης του Τσίπρα να διεξάγει το 2015 ένα δημοψήφισμα που σχεδόν έσπρωξε τη χώρα έξω από το ευρώ, είναι ένας από τους λόγους που οι επενδυτές απέχουν, υποστηρίζει το πρακτορείο. Οι όγκοι συναλλαγών για τα ελληνικά ομόλογα έχουν γίνει σκιά των προ κρίσης επιπέδων τους, με την αγορά στην ουσία να έχει στερέψει, δείχνουν στοιχεία της κεντρικής τράπεζας.

«Τα πράγματα δείχνουν να επιδεινώνονται στην Αθήνα πάλι», υπογράμμισε ο Gabriel Sterne, επικεφαλής μακροοικονομικής έρευνας στο Oxford Economics στο Λονδίνο, προσθέτοντας πως «τα funds περιμένουν να δουν αν τα πράγματα θα εκτροχιαστούν και το 8% αντανακλά αυτή ακριβώς την προσδοκία».

Η αβεβαιότητα σχετικά με την ικανότητα της κυβέρνησης να ανταποκριθεί στις δεσμεύσεις της για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τα επίμονα υψηλά κόστη δανεισμού για την κυβέρνηση και τις ελληνικές εταιρίες επηρεάζουν αρνητικά μια οικονομία που ήδη ασφυκτιά από το σκληρότερο πρόγραμμα λιτότητας στην ιστορία.

«Το θέμα της επίτευξης μιας βιώσιμης οικονομικής ανάκαμψης παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανεπίλυτο -ούτε η κυβέρνηση ούτε οι πιστωτές φαίνεται να ενδιαφέρονται για οτιδήποτε άλλο πέραν των προϋποθέσεων που σχετίζονται με τη διάσωση», τόνισε ο Piccoli.

Όσο οι αποδόσεις παραμένουν τόσο ψηλά, ο στόχος της Ελλάδας να αξιοποιήσει τις αγορές ομολόγων του χρόνου, πριν βγει από το πρόγραμμα διάσωσης το 2018, θα παραμένει μακρινός. «Το 8% στις σημερινές αγορές είναι εντυπωσιακά υψηλό. Είναι στα ίδια επίπεδα με τους Αφρικανούς εξαγωγείς εμπορευμάτων και τα κυβερνητικά ομόλογά τους», εξήγησε ο Sterne.

Για τον Esteruelas του Emso, η πιθανή περίληψη της Ελλάδας στο πρόγραμμα αγορών της ΕΚΤ, έπειτα από μέτρα ελάφρυνσης χρέους, θα μπορούσε να προσφέρει μια «τεχνική στήριξη». Ωστόσο, μακροπρόθεσμα, «έχω μια ξεκάθαρη αίσθηση ότι η Ελλάδα δεν θα έχει προσφορές έως ότου η τωρινή κυβέρνηση αρχίσει να πλησιάζει προς την έξοδο», σχολίασε.