Ένα συγκλονιστικό γράμμα, που αποτυπώνει με τα πιο μελανά γράμματα την εξαθλίωση που βιώνουν τα περήφανα γηρατειά στην Ελλάδα της κρίσης και των μνημονίων, έστειλε προς τους 300 της Βουλής μια συνταξιούχος από την Κρήτη.
Η κ. Θεοδοσία Σαββάκη, συνταξιούχος του Δημοσίου που εργάζονταν για 31 χρόνια ως νοσηλεύτρια σε νοσοκομεία στην Αθήνα και στο Ρέθυμνο, στην επιστολή της αναφέρεται στους κόπους της αλλά και τη μείωση που έχει υποστεί στη σύνταξη της.
«Μας ξεζουμίσατε» γράφει μεταξύ άλλων η απελπισμένη γυναίκα, δια στόματος της οποίας είναι σαν να εκφράζουν τα παράπονα και την αγανάκτησή τους οι περισσότεροι Έλληνες συνταξιούχοι.
Και τονίζει με νόημα: «Αν μπορούσατε θα αφαιρούσατε και το οξυγόνο που αναπνέουμε», εξηγώντας ότι δεν ζητά ελεημοσύνη αλλά αυτά που απέκτησε με τον ιδρώτα της.
Μάλιστα, καταλήγει αποκαλύπτοντας ότι η επιστολή συντάχθηκε νύχτα, καθότι η ίδια έχει χάσει τον ύπνο της εξαιτίας όλης αυτής της αδικίας σε βάρος τους.
Ολόκληρη η επιστολή-καταπέλτης της συνταξιούχου:
«Παράπονο στους τριακόσιους της Βουλής, που τάχα μας κυβερνούν
Λέγομαι Σαββάκη Θεοδοσία, το γένος Κουμεντάκη από Πατσό Αμαρίου, Ρέθυμνο Κρήτης. Είμαι συνταξιούχος του Δημοσίου.
Ήμουν νοσηλεύτρια στο Νοσοκομείο Παίδων Αγλαΐας Κυριακού 15 χρόνια και στη συνέχεια στο Νοσοκομείο Ρεθύμνης όπου και συνταξιοδοτήθηκα με 31 χρόνια προϋπηρεσίας. Στα χρόνια μου έζησα πολλές κυβερνήσεις, μέχρι και χούντα. Τέτοια αδικία και αδιαφορία για τους συνταξιούχους δεν έγινε ποτέ.
Απορώ πως ανεχόμαστε τόσα χρόνια την αδικία. Στην αρχή κάμαμε υπομονή νομίζοντας ότι θα σταματήσει το κακό. Εσείς όμως μάθατε το κόλπο και όπου να ‘ναι όχι μόνο δε θα μας αφήσετε φράγκο στην τσέπη αλλά, αν μπορείτε, θα μας πάρετε και την ψυχή. Τώρα τσεκουρώσατε για τα καλά το μετοχικό ταμείο πολιτικών υπαλλήλων. Μου αφήσατε, νομίζω, 68 ευρώ. Να τα κάμω τι; Τα ταμεία μας είναι με αίμα πληρωμένα. Άραγε δε φοβάστε τον Θεό (αν πιστεύετε);
Δούλεψα με άσχημες συνθήκες. Τώρα είμαι μισός άνθρωπος και γενικά όλοι οι συνταξιούχοι και περιμέναμε από το κράτος ιδιαίτερη μέριμνα και αντί αυτού μας ξεζουμίσατε. Μας κόβετε, μας κόβετε και όπου να ‘ναι δε θα αφήσετε σάλιο στο στόμα. Ντροπή, ντροπή! Αν μπορούσατε θα αφαιρούσατε και το οξυγόνο που αναπνέουμε. Προσπαθήστε λίγο ακόμα και ίσως το κατορθώσετε και αυτό.
Είμαι υπερήφανη γιατί δούλεψα τίμια και ευσυνείδητα. Προσέφερα και βοήθησα όσο μπορούσα και αυτό μπορείτε να το μάθετε από τις υπηρεσίες που υπηρέτησα. Έκαμα κι εγώ παιδιά, τα μεγάλωσα και τα έμαθα να είναι καλοί άνθρωποι και να μην αδικούν κανένα. Έκαμα και εγγόνια και είμαι υπερήφανη για την ανατροφή τους και τη μόρφωση τους αλλά δε διορίστηκαν ποτέ στη θέση που τους ανήκει.
Στερήθηκα με τον άντρα μου τα πάντα για να τους δημιουργήσουμε κάτι για να ζήσουν καλύτερα από εμάς κι όμως εσείς, οι κύριοι, τα βρήκατε έτοιμα και με τους νόμους σας και τα μνημόνια σας τους τα παίρνετε. Δε ρωτάτε εμένα πως τα έκαμα, όχι με κλεψιές αλλά με τίμιο ιδρώτα. Δούλεψα και εξασφάλισα μια καλή σύνταξη για να ζήσω με αξιοπρέπεια και να μην είμαι βάρος κανενός. Και τώρα που είναι η αξιοπρέπεια; Μήπως ξέρετε που την πουλάνε να πάω κι εγώ να την αγοράσω;
Τόσα χρόνια πάλεψαν οι συνταξιούχοι αλλά δεν τους έβλεπε κανείς. Τώρα οι κακομοίρηδες που πήραν μια συνταξούλα αράξατε όλοι σαν κοράκια να μην τους αφήσετε ούτε τα φάρμακα τους να παίρνουν για να αποβιώσουν γρήγορα και να μείνουν όλα δικά σας.
Κύριοι τριακόσιοι, ας πω πως δεν ήμουν ευχαριστημένη με αυτούς που ψήφιζα τόσα χρόνια. Με τα ωραία σας λόγια και τις υποσχέσεις σας τις ψεύτικες σας ψήφισα αυτή τη φορά (που να σπούσε το χέρι μου) κι όμως τι είδα τελικά; Άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς. Γιατί δεν κάθεστε όλοι σας να ψάξετε ποιοι τελικά έφεραν την ωραία μας Ελλάδα σε αυτό το χάλι; Μόνο βάζετε συνέχεια το χέρι στους κακομοίρηδες τους συνταξιούχους, το εύκολο θύμα. Να ξέρετε πως το ωραίο μας κράτος δε θα επανέλθει με τους συνταξιούχους, απλώς κερδίζετε την αγανάκτηση τους και τις κατάρες τους.
Μην ξεχνάτε όλοι σας ότι και οι συνταξιούχοι έχουν παιδόγγονα κι έχουν κι αυτά στομαχάκι και θέλουν να το γεμίσουν όπως και τα δικά σας παιδιά. Όμως τα δικά μας εγγόνια είναι εγγόνια των συνταξιούχων, που μας κάματε ανίκανους να μπορούμε να τους προσφέρουμε ότι τους προσφέρετε εσείς. Αυτό δεν είναι κρίμα;
Δε θέλω ελεημοσύνη, δε ζητώ τον μισθό σας ή την περιουσία σας. Θέλω αυτά που απέκτησα με τίμιο ιδρώτα να μη μου διαταράσσετε κι έτσι θα είμαι η πιο ευτυχισμένη. Αυτή είναι για μένα ευτυχία. Δεν μπορώ να κοιμηθώ από την απογοήτευση που νιώθω για τις κυβερνήσεις μας. Κάθομαι, 7-7-2016 τη νύχτα και τα γράφω βγαλμένα από την ψυχή μου.»