Πέντε έρευνες που δημοσιοποιήθηκαν το τελευταίο διάστημα, κατέληγαν στα ίδια ουσιαστικά συμπεράσματα.
Η Ν.Δ κινείται μεταξύ 38%- 40% στην εκτίμηση ψήφου (31.1%-36% στην απλή πρόθεση) δείχνοντας σημαντική συσπείρωση πάνω από 80% και επιβεβαιώνοντας την κυριαρχία της και το μεγάλο προβάδισμα που διαθέτει παρόλο το άσχημο ξεκίνημά της. Ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να είναι σε κατάσταση αποσύνθεσης, έχοντας βιώσει ήδη δύο διασπάσεις σε ένα μήνα και διαρκή αποχώρηση στελεχών του που δεν μπορεί να διασκεδαστεί από κανένα. Έτσι κινείται στο 12.1%-14.7% στην εκτίμηση ψήφου (10.5%-12% στην πρόθεση ψήφου) σημειώνοντας σημαντική πτώση σε σχέση με την ήδη χαμηλή εκλογική του επίδοση στις εκλογές του Ιουνίου μεσοσταθμικά της τάξης του 3.5%-4%.
Η εξέλιξη αυτή δημιουργεί ανακατατάξεις και τροφοδοτεί ΠΑΣΟΚ που βρίσκεται στην δεύτερη θέση με επίδοση 13.8%-16% στην εκτίμηση ψήφου( 12.1%-13% στην πρόθεση ψήφου) και Κ.Κ.Ε που μετά από δεκαετίες βρίσκεται λίγο πάνω, λίγο κάτω από το 10% με 9.6%-12.1% στην εκτίμηση ψήφου (8.3%-10.5% στην πρόθεση ψήφου). Αναπτύσσονται δηλαδή νέες δυναμικές που διαμορφώνουν ένα νέο πολιτικό σκηνικό, ενώ ένα 13.3%-19.3% ανάλογα με την έρευνα βρίσκεται στην γκρίζα ζώνη.
Στην πραγματικότητα οι δυναμικές είναι ακόμα μεγαλύτερες και τα νέα σημεία ισορροπίας θέλουν χρόνο για να φανούν. Ας λάβουμε δε ταυτόχρονα υπόψη ότι βρισκόμαστε μόλις πέντε μήνες μετά τις εκλογές και δεν αναμενόταν να υπάρχουν μεγάλες διαφοροποιήσεις, ούτε θα υπήρχαν αν δεν υπήρχε η κατάσταση στο ΣΥΡΙΖΑ. Ας το εξηγήσουμε καλύτερα:
Η Ν.Δ είναι κυρίαρχη και μάλιστα προηγείται στις δημοσκοπήσεις από το 2016. Το πολιτικό κεφάλαιο του Κ. Μητσοτάκη και η αδυναμία να αναδειχθεί μια εναλλακτική λύση διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο. Ωστόσο είναι αντιμέτωπη με ένα δύσκολο αντίπαλο, την ακρίβεια και φαίνεται να της κοστίζει.
Στην έρευνα της Οpinion poll φαινόταν ότι η θετική αξιολόγηση έφτανε το 29%, επίδοση που είναι η χαμηλότερη στην διάρκεια των κυβερνητικών θητειών της. Σ΄αυτή απεικονίζεται και η επίδραση της ακρίβειας αλλά όχι μόνο. Το καλοκαίρι με τις φυσικές καταστροφές αλλά και η μη προώθηση σημαντικών μεταρρυθμίσεων μέχρι τώρα έχουν πληγώσει το διαχειριστικό και μεταρρυθμιστικό προφίλ της, έχουν κάνει τμήματα του κέντρου να προβληματίζονται. Άρα δεν είναι καλά όλα.
Κάτω από την επίδοσή της στην εκτίμηση ψήφου κρύβονται προβλήματα που μένει να δούμε αν ξεπεραστούν. Έχει χρόνο, οι συσχετισμοί είναι υπέρ της, φαίνεται να εξασφαλίζει και σχετική συναίνεση σε μέτρα που δημιουργούν εντάσεις όπως στο φορολογικό, αλλά βρίσκεται μπροστά σε κρίσιμα προβλήματα και προκλήσεις. Επτά μήνες μέχρι τις ευρωεκλογές και τρεισήμισι χρόνια μέχρι τις επόμενες βουλευτικές εκλογές είναι πολύς χρόνος και για να εδραιώσει ισχυρή κυριαρχία με προοπτική, αλλά και να δεχτεί ήττες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτή την ώρα ο μεγάλος ασθενής, ήδη τρίτος δημοσκοπικά και με το Κ.Κ.Ε να αναεβαίνει. Έχασε 851.844 ψήφους από το 2019 μέχρι τον Ιούνιο και η δημοσκοπική πτώση δείχνει ότι σ΄αυτό το διάστημα έχει απωλέσει άλλες 200.000-250.000 ψήφους. Για να συνειδητοποιήσουμε καλύτερα τι έχει διατελεστεί οι απώλειες από τον Ιανουάριο του 2015 μέχρι τον φετεινό Ιούνιο φτάνουν τους 1.315.565 ψηφοφόρους. Εμφανίζει μια κατάσταση διαλυτική και πολλοί προαναγγέλλουν τίτλους τέλους. Ας μην βιαζόμαστε.
Ασφαλώς ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να επιστρέψει σε ποσοστά που να τον κάνουν ένα ισχυρό κόμμα και ακόμα και η επίδοση των εκλογών του Ιουνίου ως στόχος για τις Ευρωεκλογές φαντάζει απελπιστικά υψηλός και το πιο πιθανό σενάριο με βάση την εικόνα της στιγμής είναι ότι θα χάσει κι άλλες δυνάμεις και δεν αποκλείεται να βρεθεί να φλερτάρει με μονοψήφια ποσοστά. Ωστόσο πολλά θα εξαρτηθούν από δύο παράγοντες: Πρώτο, από την δυνατότητα ανασύνταξης, εμφάνισης ενός νέου επιτελείου και όχι αυτό που προσωποποιείται από τον Π. Πολάκη και την κατ΄αρχήν σταθεροποίησή του σε ποσοστά. Δεύτερο από την δύναμη που θα εμφανίσει το νέο κόμμα των στελεχών, δύναμη που θα προέρχεται βασικά από την μήτρα του «τέως ΣΥΡΙΖΑ». Παράλληλα δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί ο Σ. Κασσελάκης αν μπορέσει να βρει τον βηματισμό του, αν και εμφανίζεται να παλεύει στην δημοφιλία με τον Κ. Βελόπουλο για την πέμπτη θέση.
Το νέο κόμμα μπορεί να πάρει σημαντικό τμήμα των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ. Στην τελευταία έρευνα της Opinion poll το 56% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ απαντούσαν ότι θα μπορούσαν να ψηφίσουν ένα αριστερόστροφο κόμμα αποτελούμενο από στελέχη που προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο άλλο θα μπορούσα και άλλο ψηφίζω. Όλα θα κριθούν από την πορεία, την πολιτική ατζέντα και τις θέσεις που θα εμφανίσουν. Ωστόσο εδώ πρέπει να σημειωθεί κάτι που θα επιδράσει στους συσχετισμούς. Το νέο κόμμα μπορεί υπό όρους να λειτουργεί ως ανάχωμα της διαρροής προς ΠΑΣΟΚ και Κ.Κ.Ε .
Και εδώ έρχεται το θέμα πώς πορεύεται το ΠΑΣΟΚ. Έχει κάθε λόγο να χαίρεται που βρέθηκε μετά από έντεκα χρόνια, εισπράττοντας από διαρροές του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο δεν έχει φανεί κάποιο τεράστιο ρεύμα , ενώ δεν έχει εισροές από την Ν.Δ ή μάλλον το ισοζύγιο εισροών – εκροών μεταξύ Ν.Δ- ΠΑΣΟΚ είναι μηδενικό. Στις εκλογές το ΠΑΣΟΚ πήρε 160.000 ψηφοφόρους περισσότερους από το 2019. Όμως την ίδια στιγμή 851.000 έφευγαν από το ΣΥΡΙΖΑ και 136.000 από την Ν.Δ, που συνολικά αθροίζουν 1 εκατομμύριο ψηφοφόρους. Είχε δηλαδή μικρές εισπράξεις και το ίδιο φαίνεται και στις δημοσκοπήσεις. Παίρνει το 7%-11% των απωλειών του ΣΥΡΙΖΑ. Το ερώτημα που τίθεται ευθέως είναι: αν ο ΣΥΡΙΖΑ σταθεροποιηθεί σε ποσοστά έχοντας χάσει δυνάμεις που θα προτιμούν να οδεύσουν προς το νέο κόμμα με το οποίο μπορεί να αισθάνονται πιο κοντά, με τι πηγές νέου ανεφοδιασμού θα μείνει, αν ακολουθήσει να πορεύεται με θολή στρατηγική και ασαφείς στοχεύσεις;
Με δεδομένο ότι απέναντι στο ίδιο πρόβλημα μπορεί να βρεθεί το Κ.Κ.Ε ( να χάσει τμήμα των εισροών από τον ΣΥΡΙΖΑ), αν και η αύξηση των δυνάμεών του φαίνεται να οφείλεται και στην ανεβασμένη επιρροή στους νέους, την δημοφιλία του Δ. Κουτσούμπα και την δυνατότητα να φαίνεται αντισυστημικό κόμμα σε μια εποχή που όλοι φαίνονται συστημικοί, είναι δύσκολο να εκτιμηθεί η διαμόρφωση των συσχετισμών στο επόμενο διάστημα. Ακόμα πιο δύσκολο είναι να εκτιμηθούν τα αποτελέσματα στις Ευρωεκλογές.
Γι αυτό ας μην προτρέχει κανείς. Βρισκόμαστε εν μέσω μίας κινητικότητας και μιας νέας διαμόρφωσης του πολιτικού σκηνικού που ίσως κρύβει μικρές ή και μεγάλες εκπλήξεις. Εξάλλου αν κάτι μάθαμε τα προηγούμενα χρόνια είναι η αξία του απρόοπτου και των αιφνιδιαστικών γεγονότων.
Δημοσιεύτηκε στο "Ποντίκι"