Ποιο χέρι τόσο δυνατό μπορεί να είναι εκείνο που θα στηρίξει μια μάνα που έχασε το παιδί της για να ξανασταθεί στα πόδια της; Ένα δεν είναι αρκετό, δύο δεν θα αντέξουν, τέσσερα σε λίγο θα λυγίσουν, δεκατέσσερα είναι λίγα για το βάρος της ψυχής για την αστάθεια του βήματος της μάνας που έχασε το παιδί της.
Ένας ολόκληρος πλανήτης αγάπης να της κρατάει το χέρι, να της χαϊδεύει το κεφάλι, να της σκουπίζει τα δάκρυα που δεν θα σταματήσουν ποτέ ξανά να κυλάνε και να της βρέχει τα χείλη που δεν θα ξαναγελάσουν ποτέ, ίσως μπορεί να φανεί χρήσιμος.
Το τραύμα μιας μητέρας που θα μείνει πίσω στη ζωή ενώ το παιδί της έφυγε από αυτή, είναι δίχως ταίρι! Με τίποτα άλλο δεν μπορεί να συγκριθεί και κανείς δεν μπορεί να μην ματώσει από τον τόσο πόνο. Aυτή τη μάνα την έχει εγκαταλείψει ως και ο Θεός. Δεν υπάρχει τίποτα να απαλύνει τον πόνο της.
«Μου έχουν πει ακόμα πως τα μάτια μου μοιάζουν στοιχειωμένα. Είναι περίεργο να το πεις αυτό σε μια μητέρα που έχει χάσει το παιδί της, αλλά είναι αλήθεια – είμαι στ’ αλήθεια στοιχειωμένη. Η γνώμη μου για τον κόσμο έχει πια αλλάξει, πράγματα και καταστάσεις που για μένα κάποτε ήταν σημαντικά τώρα πια δεν είναι και το αντίστροφο.» είναι η σοκαριστική μαρτυρία μιας γυναίκας που βίωσε το πιο αποτρόπαιο.
Ο Dr Peter Levine ψυχοθεραπευτής που έχει ασχοληθεί με το τραύμα αναφέρει: «Το τραύμα συνιστά μια δύσκολα αναγνωρίσιμη απώλεια της σύνδεσης με τον εαυτό μας, τις οικογένειές μας, τον κόσμο γύρω μας».
Οι, έως την Παρασκευή 3 Μαρτίου 2023, 57 μητέρες που θρηνούν τα αδικοχαμένα τους παιδιά στο δυστύχημα που έγινε στα Τέμπη τα ξημερώματα της 1ης Μαρτίου, θα ζήσουν την υπόλοιπη ζωή τους βαθιά τραυματισμένες και κατά πάσα πιθανότητα δυσλειτουργικές, για την υπόλοιπη οικογένεια τους και τα παιδιά τους αλλά και για την κοινωνία.
Η επιστήμη της ψυχολογίας συστήνει πως είναι απαραίτητο για τους πενθούντες γονείς να τους δίνεται η δυνατότητα να μιλούν και κυρίως να μπορούν να μιλούν ανοιχτά για τα συναισθήματά τους και πως η κουβέντα είναι το μοναδικό φάρμακο για την ανακούφιση του πόνου. Είναι βέβαιο πως η χρόνια ψυχοθεραπεία, τουλάχιστον μπορεί μακροπρόθεσμα να επαναφέρει σε μια κανονικότητα στη ζωή αυτών των γονέων.
H τραγωδία στα Τέμπη όμως έχει χαράξει για πάντα και τις ψυχές των επιζώντων που βιώσαν τον θάνατο την εξαΰλωση, την ανθρώπινη θνητότητα, μια ανάσα δίπλα τους.
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που δεν ανέρχονται και σε έναν δύσκολα διαχειρίσιμο αριθμό, θα συνεχίσουν να ζουν στην Ελλάδα και η Ελλάδα οφείλει να είναι δίπλα στην λαβωμένη ψυχή τους, πιθανά και εφ’ όρου ζωής.
Είναι γεγονός πως το Υπουργείο Υγείας έχει τοποθετήσει στα νοσοκομεία της Λάρισας, ειδικά κλιμάκια για την ψυχολογική υποστήριξη επιζώντων και συγγενών των θυμάτων, αλλά η ευχή και η ελπίδα είναι, η πολιτεία με την βοήθεια της επιστήμης, να παραμείνει για όσο χρειαστεί ενεργή, για την ψυχολογική υποστήριξη και την ομαλή διαβίωση τους στο εξής.
Ειδικά οι μητέρες που δεν θα ξαναδούν ποτέ το παιδί τους και το βέβαιο είναι πως θα πενθούν για πάντα, θα έχουν ανάγκη είτε το παραδεχτούν είτε όχι, το πιο «δυνατό» χέρι να τις κρατήσει «όρθιες».