Οι πρώτοι αριστεροί ήταν αστοί. Αυτοί ήταν οι πρωτοπόροι της αριστερής πολιτικής ιδεολογίας κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης. Η Αριστερά γεννήθηκε στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση, όταν οι αριστοκράτες και ο κλήρος πήραν τα δεξιά έδρανα και οι αστοί καταλάμβαναν τις αριστερές θέσεις στην αίθουσα.

Στην σύγχρονη κοινωνία πολλοί αντιλαμβάνονται την αριστερά ως όλα εκείνα τα κόμματα, κομματίδια ή συνιστώσες διαμαρτυρίας που εξακολουθούν να αρνούνται τον δημοκρατικό πλουραλισμό και το κράτος δικαίου. Ταυτίζουν τον Μαρξ με τον Στάλιν, συγχέοντας τον σοσιαλισμό με την «δικτατορία του προλεταριάτου». Ακόμα, αφιερώνουν τον χρόνο τους σε ασκήσεις επαναστατικής γυμναστικής, εξαντλώντας τη μαχητικότητά τους. Επίσης, αναπτύσσουν έναν καταγγελτικό τρόπο σκέψης που δεν λαμβάνει υπόψη τις πολυπλοκότητες της πραγματικότητας. Αυτή η αριστεροσύνη μοιάζει να περιλαμβάνει χαρακτηριστικά που θυμίζουν παιδικές ασθένειες, όπως ο ακατανόητος δογματισμός και η πολιτική απομνημόνευση.

Έχει αλλοιωθεί άραγε η έννοια της αριστεράς στην Ελλάδα μετά την διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ;

Σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπίζει έντονη κριτική τόσο από το φάσμα των αριστερών όσο και από το φάσμα των δεξιών και κεντρώων ψηφοφόρων. Όλες οι πλευρές τον κατηγορούν για «µη αριστερή διακυβέρνηση». Τα «μεγάλα» στελέχη του παλεύουν µε τις ενοχές τους για το παρελθόν και πασχίζουν να βρουν μία ταυτότητα ίσως και πολιτική κατοικία για το μέλλον τους.

Όλο και περισσότεροι (δυσαρεστημένοι) πολίτες, ενώ αυτοπροσδιορίζονται ως «αριστεροί», διαπιστώνουν ότι δεν εκφράζονται από τα σημερινά αριστερά κόμματα και τελικά καταλήγουν να αναρωτιούνται τι σημαίνει να είσαι «αριστερός», ειδικά μετά τον κατακερματισμό του «αριστερού» χώρου στις εκλογές της 21ης Μαΐου.

Ειδικά δε οι νέοι ψηφοφόροι, που δεν έχουν μια ήδη διαμορφωμένη από τις εμπειρίες τους πολιτική αντίληψη, αλλά σχηματίζουν τώρα άποψη με βάση τα καθημερινά τους βιώματα ως φοιτητές, εργαζόμενοι, άνεργοι που αναζητούν εργασία κοκ, αναρωτιούνται πως πρέπει να αυτοπροσδιορίζονται πολιτικά με βάση τις απόψεις και την οπτική τους.

«Πώς μπορώ να καταλάβω αν ανήκω στην αριστερά ή τη δεξιά;». Δε θα ακούσετε πολλούς νέους να το ρωτάνε δυνατά, αν μπορούσατε όμως να ακούσετε τη σκέψη τους θα το διαπιστώνατε. Και είναι ένα ερώτημα που η απάντησή του μπορεί να είναι δύσκολη για έναν πολιτικό επιστήμονα, πρέπει όμως να είναι απλή και εύκολη για τον καθημερινό άνθρωπο.

Με βάση την παραδοσιακή θεώρηση των πολιτικών τάσεων, ο δεξιός προσανατολισμός εκδηλώνεται όταν υποστηρίζεις την παραδοσιακή κοινωνία και εκτιμάς τα εθνικά σύμβολα και την εθνική παράδοση. Παράλληλα, αν είσαι φιλελεύθερος και προσβλέπεις στην ανθρώπινη ελευθερία, την ιδιωτική οικονομία και τις επενδύσεις, την ελευθερία της αγοράς, και υποστηρίζεις τις μεταρρυθμίσεις στην κατεύθυνση οικονομικής ανάπτυξης, τότε μπορείς να θεωρηθείς φιλελεύθερος δεξιός. Σε κάθε περίπτωση, αδιαπραγμάτευτο δεδομένο αποτελεί για κάθε άνθρωπο που αυτοπροσδιορίζεται ως δεξιός η υποστήριξη στον κοινοβουλευτισμό και τις δημοκρατικές αξίες και αρχές της Πολιτείας.

Αν υπάρχει κάτι που αδιαμφισβήτητα χαρακτήρισε την τετραετή πρώτη διακυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, αυτό ήταν τα μεγάλα της επιτεύγματα στην πραγματική οικονομία, και κυρίως η προσέλκυση επενδύσεων, εσωτερικών και εξωτερικών. Είναι λογικό λοιπόν ο μέσος νέος ψηφοφόρος, που διαμορφώνει την πολιτική του αντίληψη βάσει όσων βλέπει και αντιλαμβάνεται στον παρόντα χρόνο, να συνδέσει από την αρχή του πολιτικού του βίου την παράταξη της Κεντροδεξιάς με την οικονομική ανάπτυξη.

Έχουμε λοιπόν από τη μια πλευρά μια Κεντροδεξιά που επενδύει οικονομικά. Και από την άλλη, τι είδαμε στη μακρά προεκλογική περίοδο των τελευταίων μηνών; Είδαμε μια αριστερά που επενδύει στη μιζέρια και στο φόβο. Στο λαϊκισμό και το μηδενισμό. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που το έκανε και επί της τετραετούς διακυβερνήσεώς της. Μηδενισμός των πάντων για να φανούμε περισσότερο εμείς. Λαϊκισμός για τις επενδύσεις που «δεν αλλάζουν τίποτα στην καθημερινότητα των πολιτών». Και απειλές με ανύπαρκτο στην ουσία περιεχόμενο για την κακή δεξιά που απειλεί τα δικαιώματα των πολιτών.

Ποιος είναι αυτός που επενδύει στο φόβο και το λαϊκισμό; Ίσως αυτός που δεν έχει τίποτα να χάσει. Η πραγματικότητα είναι πως τέτοιες πολιτικές μόνο να δηλητηριάσουν μπορούν τη πολιτική σκηνή. Και φαίνεται ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη παραγγείλει για κατάποση μεγάλες δόσεις δηλητηρίου, κρατώντας με μια μιθριδατική θα έλεγε κανείς στάση την προεδρία του κόμματος του.

Και ποιος ξέρει ίσως βρεθεί ο «ποιητής Φερνάζης», που να τον γράψει με χρυσά γράμματα στην νεότερη ιστορία κάνοντας τον μέρος του επικού ποιήματός του ως έναν νέο «Δαρείο». Ο Καβάφης όμως μας δίδαξε ότι άλλαξε στάση την τελευταία και πιο δύσκολη στιγμή «ὑπεροψίαν καί μέθην· ὑπεροψίαν καί μέθην θά εἶχεν ὁ Δαρεῖος».

Η αλήθεια είναι πως η αριστερά, σκληρή ή μη, όπου κι αν εφήρμοσε τις πολιτικές της είτε απέτυχε πλήρως είτε τουλάχιστον στάθηκε χαμηλότερη τόσο των περιστάσεων όσο και των προσδοκιών των ψηφοφόρων της. Που η ίδια τις είχε καλλιεργήσει υψηλές, επενδύοντας στο λαϊκισμό και το μηδενισμό.

Οι Έλληνες πολίτες είχαν να συγκρίνουν μια αριστερά λαϊκίστική και μηδενιστική με μια δεξιά παραγωγική και αποτελεσματική. Γι’ αυτό και ξανά έδωσαν την σκυτάλη του κράτους στον Κυριάκο Μητσοτάκη, γιατί με ωριμότητα και με ΣΤΑΘΕΡΑ βήματα, με ΤΟΛΜΗΡΑ εγχειρήματα πήγε την χώρα ΜΠΡΟΣΤΑ!

* Ο Γιάννης Μποζίνης είναι πρόεδρος ΟΝΝΕΔ Κηφισιάς