Ο Ιανουάριος ήταν ένας από τους καλύτερους μήνες των τελευταίων ετών για τις αγορές, ενώ η κάθετη πτώση του φυσικού αερίου κατά 40% και ο τρίτος σερί πτωτικός μήνας για το αργό, δημιουργούν συγκρατημένη αισιοδοξία για την αντιμετώπιση του... τέρατος του πληθωρισμού.
Πλέον, η αισιοδοξία έχει κερδίσει πολλούς πόντους έναντι της απαισιοδοξίας και αυτό καταγράφηκε στις αγορές τον πρώτο μήνα του έτους. Το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης είχε τον καλύτερο Ιανουάριο από το 2019, ο δείκτης των εταιρειών υψηλής τεχνολογίας NASDAQ έκλεισε με τα υψηλότερα κέρδη από το 2001 και ο πανευρωπαϊκός δείκτης Eurostoxx 600 είχε την καλύτερη επίδοση από το 2015. Το Χρηματιστήριο Αθηνών έκλεισε το μήνα με κέρδη 10% και διαμορφώθηκε στο υψηλότερο επίπεδο από το Δεκέμβριο του 2014.
Ωστόσο, από σήμερα, ο "Κουτσοφλέβαρος" μπορεί να διαμορφώσει ακόμη και... ξαφνικά, άλλες ισορροπίες. Η αλήθεια είναι ότι σε μεγάλο βαθμό, οι διεθνείς αγορές έχουν προεξοφλήσει σε σημαντικό βαθμό την υποχώρηση των εταιρικών κερδών, ωστόσο, πάντα ο... διάβολος παραμονεύει! Η Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να επιβεβαιώσει σήμερα το σενάριο της ήπιας αύξησης των επιτοκίων, μετά το σοκ των προηγούμενων μηνών, αλλά και να προϊδεάσει για την ενεργοποίηση του πτωτικού κύκλου, έστω και αν αυτή θα παρουσιάσει σχετική καθυστέρηση...
Με το... δεξί, αλλά...
Με βάση τα σημερινά δεδομένα και με την υπόθεση εργασίας ότι ο Πούτιν δεν θα βάλει... φωτιά στον πλανήτη, φαίνεται ότι η χρονιά έχει ξεκινήσει με ασύγκριτα καλύτερους οιωνούς, σε σχέση με τις προβλέψεις που διατυπώνονταν προ 3-4 μηνών.
Το καλύτερο κλίμα σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις, φαίνεται και στις προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το οποίο έχει αρχίσει να βλέπει το ποτήρι μισογεμάτο και την κατάσταση πιο... άσπρη, σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα. Ο διεθνής οργανισμός αναθεώρησε προς τα πάνω την πρόβλεψη για το 2023, καθώς διαπιστώνει ότι η παγκόσμια οικονομία είναι πιο ανθεκτική απ΄ ότι προβλεπόταν, μετά τα αρνητικά σοκ του κορωνοϊού και της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Σύμφωνα με το Ταμείο, το φάσμα της ύφεσης απομακρύνεται για ακόμη περισσότερες χώρες, ιδίως στην Ευρωζώνη, ενώ το πρόσφατο πλήρες άνοιγμα της οικονομίας της Κίνας δημιουργεί ελπίδες για περαιτέρω ώθηση στην παγκόσμια οικονομία. Προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 2,9% για την παγκόσμια οικονομία τη φετινή χρονιά, δηλαδή 0,2% υψηλότερα από την αρχική πρόβλεψη (2,7%). Σύμφωνα με τους τεχνοκράτες του ΔΝΤ, οι προοπτικές είναι λιγότερο δυσοίωνες από τις προβλέψεις του περασμένου Οκτωβρίου, ωστόσο, προειδοποιούν ότι η χρονιά θα παραμείνει δύσκολη. Ωστόσο, επισημαίνεται ότι μπορεί να αποτελέσει και σημείο καμπής πριν από την ισχυρή ανάκαμψη, η οποία αναμένεται για το 2024, ταυτόχρονα με την επιβράδυνση του πληθωρισμού.
Οι τρεις ατμομηχανές της παγκόσμιας οικονομίας, δηλαδή ΗΠΑ, Κίνα και Ευρώπη παρουσιάζουν σαφείς ενδείξεις ανθεκτικότητας, για διαφορετικούς λόγους στην κάθε περίπτωση. Και στο σύνολό τους οι ανεπτυγμένες οικονομίες αναμένεται να καταγράψουν φέτος ανάπτυξη, έστω ισχνή. Οι ΗΠΑ αναμένεται να αναπτυχθούν με 1,4%, αντί για 1% που προέβλεπε το Ταμείο τον περασμένο Οκτώβριο. Επιπλέον, η Γερμανία και η Ιταλία θα πάνε καλύτερα, αφού οι φόβοι για ύφεση που είχαν εκφραστεί τον περασμένο Οκτώβριο, έχουν μετατραπεί σε αισιοδοξία για ανάπτυξη.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη ήταν πιο ανθεκτική σε σχέση με τις προσδοκίες λόγω της έκρηξης των τιμών της ενέργειας, ως αποτέλεσμα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Όσον αφορά την κινεζική οικονομία, αυτή θα αναπτυχθεί με ρυθμό 5,2% από 4,4% που προβλεπόταν πριν, κάτι που σημαίνει ότι η ανάκαμψη άνω του 5% δίνει ένα μήνυμα ότι το ποτήρι είναι μισογεμάτο. Πάντως, η αναμενόμενη πτώση του πληθωρισμού, θα διατηρήσει τα επιτόκια σε υψηλά επίπεδα και υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να σέρνεται η παγκόσμια οικονομία τουλάχιστον έως το τέλος του 2024.
Σε κάθε περίπτωση, αναζητούνται ισχυροί καταλύτες για ουσιαστική επιστροφή της οικονομίας σε ισχυρή τροχιά ανόδου, χωρίς τα βαρίδια της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία. Πάντως, σύμφωνα με το ΔΝΤ, η παγκόσμια ανάπτυξη αναμένεται να επιταχυνθεί στο 3,1%. Να το ξαναπούμε. Όλες αυτές οι προβλέψεις σχετίζονται με βάση τα δεδομένα που έχουμε σήμερα. Γιατί... αύριο, δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει.