Αποκαλυπτική, ως προς τις διεργασίες που συμβαίνουν στον πανταχόθεν ερωτεύσιμο πολιτικά και εκλογικά χώρο του «κέντρου», η τελευταία δημοσκόπηση της Pulse (ΣΚΑΙ), ανατρέπει όλες τις μυθολογίες των προηγούμενων περιόδων, ειδικά αυτές για την διεισδυτικότητα του κ. Τσίπρα στην κεντροαριστερά, διαμορφώνει νέα δεδομένα και καταγράφει νέους πρωταγωνιστές.
Η συνεχιζόμενη κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη στον κρίσιμο εκλογικά πληθυσμό που δηλώνει «κεντρώος» συνεχίζεται αδιάλειπτα, πρόκειται για μια σχέση που, όπως όλα δείχνουν, έχει δομηθεί σε ισχυρές βάσεις και δεν ανατρέπεται εύκολα, μεταξύ των άλλων προκύπτει και μια σαφής ιδεολογική συγγένεια του χώρου με τον πρωθυπουργό.
Το «κέντρο», πολυαγαπημένο όλων των επίδοξων πρωθυπουργών και ισχυρότατος παράγοντας για τη νίκη στις εκλογές, είναι (ακόμη) «μητσοτακικό», προφανείς λόγοι για να αλλάξει κατεύθυνση δεν προκύπτουν (έως σήμερα), εννοείται πως η σχέση αυτή είναι καθαρά προσωπική, αναφέρεται στο πρόσωπο του πρωθυπουργού και όχι στη Νέα Δημοκρατία, από τη σχέση αυτή επηρεάζονται σαφέστατα και οι δομές εξουσίας εντός της Νέας Δημοκρατίας.
Όσο ο πρωθυπουργός και δυο-τρεις «φωτισμένοι» εκ των υπουργών του (προεξάρχοντος του κ. Κυριάκου Πιερρακάκη) «έχουν κάτι να πουν στους κεντρώους», είναι, δηλαδή, σε θέση να εγγυηθούν εκείνες τις μεταρρυθμίσεις στην οργάνωση και τη λειτουργία της κοινωνίας και του κράτους που υπερασπίζονται την αστική δημοκρατία δυτικού τύπου, διευκολύνουν την προσαρμογή της στις σύγχρονες ανάγκες και ανατρέπουν τη σχέση κράτους –πολιτών υπέρ των δεύτερων, είναι από πολύ δύσκολο έως αδύνατο να εμφανιστεί (εννοείται με απαιτήσεις) έτερος «αγαπητικός» που θα διεκδικήσει τις προτιμήσεις αυτής της κρίσιμης πολιτικά και εκλογικά και ιδεολογικά πληθυσμιακής ομάδας.
Δεν είναι τυχαίο πως σε όλα τα ποιοτικά στοιχεία όλων των δημοσκοπήσεων (που σέβονται τον εαυτό τους) οι κεντρώοι εμφανίζονται οι θερμότεροι υπερασπιστές όλων των μεταρρυθμίσεων κι εκείνοι που απαιτούν όχι μόνο τη συνέχιση τους αλλά και την ένταση τους, με έμφαση στην ταχύτητα με την οποία οι μεταρρυθμίσεις χρειάζεται να εκδηλώνονται.
Σε αυτό το γνωστό έως σήμερα τοπίο προέκυψε (αυτά λένε οι αριθμοί) «νέος σερίφης», ονόματι Νίκος Ανδρουλάκης, η παρουσία του ενισχύεται συνεχώς, η διείσδυση του αυξάνεται, ο ρόλος του μεγαλώνει, αλλά όλα αυτά χωρίς να απειλούν (ακόμη) την κυριαρχία του κ. Μητσοτάκη, αυτή δείχνει ισχυρότατες αμυντικές επιδόσεις.
Ο κ. Ανδρουλάκης (πέντε μήνες αρχηγός) φαίνεται πως δεν απειλεί απλώς, έχει προσπεράσει ήδη- και συνεχίζει ακάθεκτος- την επιρροή του κ. Τσίπρα στον εν λόγω χώρο του κέντρου, έχει περιορίσει τον (νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων, αμήν) Πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στην τρίτη θέση σε επιρροή, στην ουσία τον έχει στριμώξει στα σχοινιά, χωρίς ο κ. Τσίπρας να είναι σε θέση να αντιδράσει.
Το μαντάτο δεν εκτιμάται καθόλου θετικό για την Κουμουνδούρου, στους υπολογισμούς της οποίας, ακόμη και για τον δήθεν πολιτικό και οργανωτικό μετασχηματισμό της, η κεντροαριστερά και το «καθαρό κέντρο» έπαιξαν ρόλο, σε αυτό το χώρο υποτίθεται πως προσβλέπουν όλα τα εκ μετεγγραφής «πρασινολιμοτάγαρα» που εντάχθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και κατοικοεδρεύουν στην Κουμουνδούρου, έχοντας εξοβελίσει την παραδοσιακή αριστερή εικόνα του κόμματος.
Αν ο κ. Ανδρουλάκης, «πέντε μήνες στο κουρμπέτι», έχει ήδη υποσκελίσει σε επιρροή στην ραχοκοκκαλιά κάθε εκλογικής στρατηγικής τον κ. Τσίπρα, που κατάφερε το 2015, εν μέσω ακραίας πολιτικοοικονομικής τρικυμίας, να γοητεύσει τους κεντρώους με τις παραμυθίες του και να γίνει πρωθυπουργός, τότε οι βάσιμες προσδοκίες για το άμεσο μέλλον (πολύ περισσότερο για το απώτερο) περιγράφουν μια ζοφερή δυστοπία για τον Πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ και την ηγετική του ομάδα.
Κι επειδή οι αριθμοί είναι αμείλικτοι και πολύ δύσκολα λένε ψέματα, σε αυτή την ιδιότητα τους θα πρέπει να αναζητήσει κανείς τις κατά καιρούς αριστερές εκρήξεις των Συριζαίων με το βλέμμα στα «κινήματα», ακόμη και σε εκείνα που προκαλούν αποτροπιασμό στο πολιτικό κέντρο, όπως είναι οι εγκληματικές οργανώσεις των πανεπιστημίων ή οι πουτινικοί πρώην σοβιετολάτρες σταλινογενείς, που ζουν για να δουν τον Πούτιν να αφήνει μουστάκι και να ξεσκονίζει τις φωτογραφίες του «πατερούλη».
Σε αυτές τις περιστροφές του ο κ. Τσίπρας, με έντονα, καθαρά και πασίγνωστα προσωπικά ζητήματα στην κατανόηση της πραγματικότητας, αναζητεί να εξισορροπήσει τον σταδιακό υποβιβασμό του στην τρίτη θέση στη λίστα των επιλογών των κεντρώων και να αντικαταστήσει (σχεδόν αδύνατο) τις δεδομένες απώλειες που του προκαλεί ο κ. Ανδρουλάκης, για τη συνέχιση των οποίων είναι απολύτως σίγουροι στην Χαριλάου Τρικούπη κι εκεί είναι αποφασισμένοι να επενδύσουν.
Βεβαίως, κανείς δεν πρέπει να επιχειρεί να λύσει αυτή την εξίσωση, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τις αριστερόστροφες πασοκικές παραδόσεις, που οδηγούν, κάποιες φορές, τον νέο αρχηγό σε θέσεις προβληματικές στην καλύτερη περίπτωση (π.χ. για την περιβόητη πανεπιστημιακή αστυνομία), αλλά παράγοντες του χώρου θεωρούν βέβαιο ότι προϊόντος του χρόνου αυτές οι κληρονομημένες γωνίες θα λειαίνονται και οι απόψεις θα προσαρμόζονται συνεχώς στις σημερινές ανάγκες και στις μεγάλες αλλαγές που έχουν συντελεστεί στη χώρα από την περίοδο της πασοκικής κυριαρχίας στη δεκαετία του ογδόντα.
Σε αυτή την προοπτική δείχνουν να ομνύουν στην Χαριλάου Τρικούπη, αυτήν επιλέγουν, το πρόβλημα βρίσκεται στην ταχύτητα των επιλογών, καθώς «οι καιροί ου μενετοί» και οι διαθέσεις του κεντρώου χώρου πόρρω απέχουν από τις αντίστοιχες των πρώτων περιόδων του παπανδρεϊσμού.