Οι πυκνές και ταραχώδεις εξελίξεις και η ανάδειξη νέων πηγών αβεβαιότητας κατά το 1ο εξάμηνο του έτους – μετά από μία διετία πανδημίας – δημιουργούν νέες προκλήσεις για την ελληνική οικονομία σε μια περίοδο που δείχνει να αποκτά ισχυρό βηματισμό. 

Με δεδομένο το μέγεθος τον προκλήσεων που έχουν ενσκήψει μετά το ξέσπασμα της κρίσης στην Ουκρανία και τον γενικότερο γεωπολιτικό αναβρασμό, την κλιμάκωση του πληθωρισμού, εν μέσω πρωτοφανών ανατιμήσεων στην ενέργεια και τα τρόφιμα, και τις παρατεταμένες διαταραχές στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα, οι επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, αναμφισβήτητα, εκπλήσσουν ευχάριστα. 

Η κεκτημένη δυναμική της οικονομικής δραστηριότητας από το 2021 όχι μόνο δεν αποδυναμώθηκε στις αρχές του 2022, αλλά φαίνεται να ενισχύθηκε περαιτέρω βάσει των στοιχείων του ΑΕΠ για το 1ο τρίμηνο, με τον τουρισμό εκτιμάται ότι θα δώσει περαιτέρω ώθηση το 2ο και το 3ο τρίμηνο και το ΑΕΠ να υπερβαίνει ήδη το προ πανδημίας επίπεδό του.

Η κατανάλωση άντεξε στην αυξανόμενη αβεβαιότητα το 1ο τρίμηνο, ενώ οι επενδύσεις αυξήθηκαν με διψήφιο ρυθμό για 5ο συνεχόμενο τρίμηνο. 

Ενθαρρυντικά είναι και άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά της συνεχιζόμενης ανάκαμψης, με την απασχόληση να αυξάνεται με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων 16 ετών και τον κύκλο εργασιών και την κερδοφορία των επιχειρήσεων να ανέρχονται σε πολυετή υψηλά, προ της δεκαετούς κρίσης, υπογραμμίζοντας την ανθεκτικότητα του υγιούς τμήματος της ελληνικής επιχειρηματικότητας. 

Οι εισροές ξένων άμεσων επενδύσεων ανήλθαν το 2021 στο υψηλότερό τους επίπεδο ιστορικά της τάξης των €5,1 δισ., με πρωταγωνιστές τους τομείς: α) ακινήτων, β) χρηματοπιστωτικών και ασφαλιστικών δραστηριοτήτων, γ) μεταποίησης και δ) χονδρικού και λιανικού εμπορίου, ενώ ανήλθαν σε €2,5 δισ. μόνο στο 1ο τρίμηνο του 2022. 

Η καθαρή ροή δανείων προς τις επιχειρήσεις και οι εκδόσεις εταιρικών ομολόγων προσέγγισαν συνολικά τα €10 δισ. από τις αρχές του 2021 έως και τον Απρίλιο του 2022, επιβεβαιώνοντας την ισχυρή θέση ρευστότητας του ιδιωτικού τομέα, με τις ιδιωτικές καταθέσεις στις τράπεζες να προσεγγίζουν τα €180 δισ. τον Απρίλιο του 2022, κοντά στο υψηλό 11 ετών του Δεκεμβρίου του 2021.

Η εντυπωσιακή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ κατά 15% ετησίως το 1ο τρίμηνο του 2022, λόγω ισχυρής ανάπτυξης σε πραγματικούς όρους και υψηλότερου πληθωρισμού, αναμένεται να συνεχιστεί και να μειώσει τα ποσοστά ελλείμματος και δημόσιου χρέους κάτω από τους επίσημους στόχους για το 2022. Η υλοποίηση του προϋπολογισμού παρά τα πρόσθετα μέτρα στήριξης είναι ικανοποιητική, με το πρωτογενές έλλειμμα να μειώνεται στα €0,8 δισ. το 4μηνο του 2022 από €6,2 δισ. το 4μηνο του 2021, ενώ το απόθεμα ρευστότητας του Δημοσίου συνεχίζει να υπερβαίνει σημαντικά τα €30 δισ. Το ελληνικό δημόσιο χρέος παραμένει συγκριτικά πιο προστατευμένο από την απότομη άνοδο των αποδόσεων που, εν μέρει, αντανακλά μια υπεραντίδραση των αγορών στη νέα νομισματική πραγματικότητα.

Η απορρόφηση των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης εξελίσσεται περίπου σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό (€7,6 δισ. έως σήμερα) και η υλοποίηση του προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων κινείται υψηλότερα των στόχων του Προϋπολογισμού στο 4μηνο.

Όλα τα ανωτέρω συνθέτουν μια, τουλάχιστον, ενθαρρυντική εικόνα για τις προοπτικές της οικονομίας ή μπορούν να εκληφθούν, το λιγότερο, ως πειστικές γραμμές άμυνας απέναντι σε νέες και παλαιές εστίες πίεσης και προκλήσεις, όπως:

  • Η εντονότερη και πιο παρατεταμένη πληθωριστική κρίση, με τις ανησυχίες για την πορεία των τιμών αλλά και τη διαθεσιμότητα καυσίμων και τροφίμων παγκοσμίως να εντείνονται και τις πιέσεις να αναμένεται πλέον ότι θα διαρκέσουν περισσότερο αν και ο πληθωρισμός θα κορυφωθεί το 2ο τρίμηνο.
  • Η ταχύτερη, από τις αρχικές εκτιμήσεις, ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής, λόγω έντονων πληθωριστικών πιέσεων, η οποία δοκιμάζει τα αντανακλαστικά των αγορών και τον εθισμό τους σε μια παρατεταμένη περίοδο μηδενικών ή αρνητικών επιτοκίων. 

To κόστος δανεισμού του Δημοσίου και των εταιρειών από την αγορά ομολόγων αυξάνεται ταχύτερα από το αναμενόμενο και αναπόφευκτα θα μετακυλιστεί, εν μέρει, και στο ευρύτερο κόστος δανεισμού εφόσον οι τρέχουσες τάσεις διατηρηθούν.

  • Οι ανάγκες στοχευμένης στήριξης σε περισσότερο ευάλωτες κατηγορίες νοικοκυριών και επιχειρήσεων – που δέχονται δυσανάλογες πιέσεις σε διαθέσιμο εισόδημα και κόστος παραγωγής – παραμένουν και απαιτούν πολύ προσεκτικούς δημοσιονομικούς χειρισμούς μετά από μια διετία αυξημένων απαιτήσεων.
  • Η οξεία γεωπολιτική κρίση με επίκεντρο την Ουκρανία αλλά και η έξαρση του αναθεωρητισμού από χώρες με απολυταρχικά χαρακτηριστικά θα μπορούσαν να επιβαρύνουν σημαντικά το οικονομικό κλίμα και να δημιουργήσουν νέες εστίες παγκόσμιας και περιφερειακής αστάθειας με απροσδιόριστο αντίκτυπο.

Οι ανωτέρω διαπιστώσεις αφήνουν μια γλυκόπικρη γεύση. Αν και είναι εύλογος ο προβληματισμός από την ταχεία ανάδυση νέων κινδύνων και τη μεγαλύτερη διάρκεια βασικών πηγών αβεβαιότητας, η διαφαινόμενη αντοχή και οι σημαντικοί καταλύτες ανάκαμψης δημιουργούν σταθερό έδαφος για συνέχιση της αναπτυξιακής πορείας και εκμετάλλευση των ευκαιριών που διανοίγονται. Υπάρχουν επαρκή εργαλεία και δυνατότητες, αρκεί να παραμείνουμε αταλάντευτοι και ψύχραιμοι στο προσεχές διάστημα. 

* Ο Νίκος Σ. Μαγγίνας είναι επικεφαλής οικονομολόγος Εθνικής Τράπεζας