Οι δυνάμεις (και τα πρόσωπα) που συγκροτούν το ευφυώς αποκαλούμενο «Κίνημα Λογικής» στο ΠΑΣΟΚ (φαίνεται ότι) κερδίζουν σε πρώτη φάση την μάχη των εσωκομματικών ισορροπιών και στέλνουν τον Νίκο Ανδρουλάκη πλησίστιο στις πραγματικές πολιτικές προοπτικές του χώρου, μακριά από ιδεοληψίες, εμμονές, αριστερόστροφες παρλαπίπες και αναζητήσεις δήθεν σοσιαλιστικών παραδείσων με συνθήματα του στυλ «στις 18 σοσιαλισμό» και «έξω οι βάσεις του θανάτου».

Του Χρήστου Υφαντή

Άννα Διαμαντοπούλου (κατά κύριο λόγο) και Παύλος Γερουλάνος εκτιμάται βάσιμα ότι έχουν πάρει το πάνω χέρι στην Χαριλάου Τρικούπη στον στρατηγικό σχεδιασμό, προωθούν συστηματικά την εικόνα ενός ΠΑΣΟΚ με σαφής εθνοκεντρικά χαρακτηριστικά και επενδυτική αντίληψη. 

Επιχειρούν να διαμορφώσουν την εικόνα ενός πολιτικού σχηματισμού ευθέως ανάλογου με τις ανάγκες της συγκυρίας και του μεσοπρόθεσμου μέλλοντος και επιλέγουν να αντιπολιτεύονται με βάσεις προτάσεις με θετικό πρόσημο που πατάνε στο έδαφος και όχι με τις μέχρι πριν λίγο καιρό φαντασιακές και φανταστικές περιηγήσεις της ηγεσίας είτε στην «μονοκαλλιέργεια» των υποκλοπών, είτε σε υπερβατικές προσεγγίσεις στην οικονομία και στην κοινωνία των πολιτών που εξέθεσαν ανεπανόρθωτα (;) τον ίδιο τον Ανδρουλάκη.

Περιπτώσεις όπως τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά, τα απογευματινά χειρουργεία, τα μη κερδοσκοπικά παραρτήματα των ξένων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και άλλες που απευθύνονται ευθέως στις ανάγκες είτε εργαζομένων, είτε της κοινωνίας και σηματοδοτούν την μετάβαση της πολιτείας σε εκσυγχρονιστικές λογικές είναι σε διαδικασία «αναχώρησης» από την διαμορφωμένη πολιτική του Κινήματος, μαζί με τα πρόσωπα που τις εισηγήθηκαν και οδήγησαν το κόμμα σε πρωτοφανή αναντιστοιχία με τις ανάγκες μεγάλης μερίδας του πληθυσμού, γεγονός που «πληρώθηκε» σε μεγάλο βαθμό και δημιούργησε τρύπες στην δημόσια εικόνα του που το ταλαιπωρούν έως τώρα.

Η διαδικασία μετάβασης του ΠΑΣΟΚ σε μια περισσότερο πραγματιστική πολιτική πρόταση και λειτουργία είναι σαφές πως διευκολύνεται σημαντικά από την μετακίνηση του σε ρόλο αξιωματικής αντιπολίτευσης, στη θέση ενός σπαρασσόμενου «έως της διάσπασης του ατόμου» ΣΥΡΙΖΑ, εξέλιξη που αφ΄εαυτής διαμορφώνει ένα νέο πεδίο πολιτικής λειτουργίας και οδηγεί σε μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση της ίδιας της πολιτικής λειτουργίας από την Χαριλάου Τρικούπη.

Σε αυτό το πλαίσιο η εικόνα του Ανδρουλάκη να συναντάται στη Βουλή με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, να συνομιλεί «ως κανονικός άνθρωπος και πολιτικός» μαζί του, να εγγυάται στην ουσία τον απαραίτητο διπολισμό ή να ταξιδεύει, πάλι «ως κανονικός άνθρωπος» με το μετρό της Θεσσαλονίκης προτείνοντας στην κοινωνία ένα νέο, σε σχέση ακόμη και με το πρόσφατο παρελθόν, δημόσιο πρόσωπο (και ως ένα βαθμό και λόγο) θεωρείται εξαιρετικά μεγάλη επιτυχία για τη νέα τάξη πραγμάτων στο ΠΑΣΟΚ, η αποτύπωση της στις δημοσκοπικές έρευνες κρίνεται ήδη σημαντική.

Βεβαίως, σε όλη αυτή την κομματική ευωχία, δεν λείπουν στιγμές σκληρής «σοσιαλιστικής αλλοφροσύνης» και «συριζαίικου παραλογισμού», διατυπωμένες από συνήθως «περιφερειακά στελέχη» ή «πονεμένους των τελευταίων εκλογών που φαντασιώνονται το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα εν έτει 2025», αλλά και αυτές «μέσα στο παιχνίδι είναι», άλλωστε η δεδομένη πολυσυλλεκτικότητα του ΠΑΣΟΚ από τις αρχές της ίδρυσης του καταναλώνει με σχετική ευκολία και ανάλογες αναζητήσεις, χωρίς να κινδυνεύει η κεντρική γραμμή ή ο βασικός πολιτικός στόχος.

Σημειώνεται πως στις αλλαγές που έχουν συντελεστεί ή είναι σε διαδικασία να συντελεστούν χρειάζεται να επισημανθεί και η σταδιακή μεταμόρφωση του ίδιου του κ. Ανδρουλάκη από «μονίμως θυμωμένη πολιτική φάτσα, στην οποία φταίνε τα πάντα, ακόμη και ο εαυτός της» σε ένα σχεδόν προσηνές και σχεδόν ευχάριστο δημόσιο πρόσωπο, που ξεκίνησε και να χαμογελάει στο δρόμο «για να βρει το γέλιο του και την απαραίτητη πολιτική ανθρωπιά του», να γίνει δηλαδή ένας κανονικός πολιτικός στο τέλος του πρώτου τετάρτου του 21ου αιώνα.

Δεν είναι ακόμη γνωστό «αν ο Ανδρουλάκης αποφάσισε τις αλλαγές ή αν οι αλλαγές επιβλήθηκαν στον Ανδρουλάκη», άλλωστε λίγη σημασία έχει μια τέτοια απάντηση από την ώρα που η νέα εικόνα «πουλάει» και «πουλάει πολύ», σημασία έχει ότι μετά από μια δεκαπενταετία αναζητήσεων στο ιδεολογικό και πολιτικό πεδίο το ΠΑΣΟΚ επανέρχεται στην κεντρική πολιτική σκηνή ως «δύναμη λογικής», παράγει πολύ περισσότερο πραγματισμό από ότι ιδεοληψία και ουσιαστικοποιεί την αντιπολίτευση του αντί «να περιδιαβαίνει στους κήπους της αριστερής ευδαιμονίας χαρωπό και τρισευτυχισμένο που κυκλοφορεί παρέα με τα σοσιαλιστικά φαντάσματα».

Το κέρδος από την μετάλλαξη αυτή είναι τεράστιο, τόσο για το ίδιο το κόμμα όσο και για το πολιτικό σύστημα που επιτέλους, δείχνει να βρίσκει λίγη από την χαμένη ισορροπία του, εξέλιξη που θα το βοηθήσει να προχωρήσει ακόμη ταχύτερα στις μεγάλες αλλαγές που έχει ανάγκη ο τόπος για να μην μαραζώσει στο περιθώριο των παγκόσμιων εξελίξεων, αλλά να διεκδικήσει με καλές πιθανότητες να ενταχθεί στην χορεία των κοινωνιών που πρόλαβαν το τρένο.