Ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα άφησε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος κατά την τοποθέτηση του στην Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ. Παράλληλα, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην υπουργός εξέφρασε τη δυσαρέσκεια του για τα όσα συνέβησαν προεκλογικά.
«Την επόμενη περίοδο θα φανεί αν αυτή η υπόθεση έχει μέλλον εντός του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Σε κάθε περίπτωση, οι αποφάσεις είναι μπροστά μας. Υπάρχουν πολλοί που μπορούν να διαφωνήσουν μεταξύ τους για το ποια είναι η σωστή απόφαση. Αλλά είμαι σίγουρος ότι με πολλούς και πολλές συντρόφους και συντρόφισσες θα παραμείνει η σχέση που έχουμε οικοδομήσει εδώ και δεκαετίες» ανέφερε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, δείχνοντας τις αντοχές του προς την «προεδρική» πτέρυγα.
«Πολιτικά, αλλά και ανθρώπινα, με επηρέασε πολύ η ίδια η ομιλία του Προέδρου εκείνο το βράδυ, όπου αφού ευχαρίστησε τους χιλιάδες ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ που προσήλθαν στις κάλπες, μας είπε ότι κέρδισε το φως. Τι ήθελε να πει; Ότι η Έφη Αχτσιόγλου ή εγώ αντιπροσωπεύαμε το σκοτάδι;» διερωτήθηκε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, λέγοντας πως «όχι παραφωνίες όπως ακούγεται αλλά η έλλειψη σοβαρής κριτικής είναι αυτό που μας κόστισε».
Αναλυτικά, η ομιλία του Ευκλείδη Τσακαλώτου στην Πολιτική Γραμματεία:
«Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ βγαίνει από τις δύο εθνικές εκλογές, τις προεδρικές και τις αυτοδιοικητικές εκλογές βαριά τραυματισμένος. Μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα ακούω τις εκκλήσεις για ενότητα. Αλλά δεν θα έρθει η ενότητα αν δεν δούμε σοβαρά τους λόγους που έχουν δημιουργήσει τα τραύματα.
Η έκκληση για ενότητα έρχεται από δύο πλευρές. Η μία πλευρά αφορά τους συντρόφους και συντρόφισσες που πραγματικά αγωνιούν για την ενότητα του κόμματος. Η άλλη πλευρά όμως είναι αυτή που θέλει να επιβληθεί η πλειοψηφία στην μειοψηφία με όρους νικητή-ηττημένου, εκμηδενίζοντας ουσιαστικά τη δεύτερη και παραβιάζοντας τη δημοκρατική αρχή που στηρίζεται σε μία διαλεκτική σχέση πλειοψηφίας και μειοψηφίας, με συντροφικότητα και σεβασμό.
Ως γνωστόν εγώ δεν συνεχάρην το νέο πρόεδρο το βράδυ των προεδρικών εκλογών. ‘Έλλειψη αστικής ευγένειας μου είπαν, χωρίς να λείψουν και πάλι οι ανθρωποφαγικές επιθέσεις στα κοινωνικά δίκτυα. Πολιτικά, αλλά και ανθρώπινα, με επηρέασε πολύ η ίδια η ομιλία του Προέδρου εκείνο το βράδυ, όπου αφού ευχαρίστησε τους χιλιάδες ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ που προσήλθαν στις κάλπες, μας είπε ότι κέρδισε το φως. Τι ήθελε να πει; Ότι η Έφη Αχτσιόγλου ή εγώ αντιπροσωπεύαμε το σκοτάδι;
Και ούτε αυτό βέβαια είναι το σημαντικό. Το σημαντικό είναι τι είχε γίνει όλο το προηγούμενο διάστημα. Το σημαντικό είναι ότι σε όλη την προεκλογική του καμπάνια άφηνε διάφορες αιχμές που δεν είχαν καμία βάση στην πραγματικότητα. Ένα παράδειγμα: η αιχμή ότι στη δική του ομάδα δεν είχε κανέναν βουλευτή που αναφερόταν στη μειονότητα στη Θράκη ως τουρκική μειονότητα. Χωρίς ονόματα βέβαια. Ας παραδεχθούμε σήμερα ότι τέτοιες τακτικές δεν υπηρετούν ούτε τη συντροφικότητα ούτε τη λογική της ενότητας. Εξάλλου για τα ζητήματα της μειονότητας έχουμε ως ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ συγκεκριμένες θέσεις. Οι θέσεις του Συνεδρίου μας δεν έχουν καμία σχέση με εκείνους που εργαλειοποιούν το θέμα, ούτε με εκείνους που αναζητούν πρόσημα πατριωτισμού.
Σημαντικότερο ακόμα είναι ότι η ομάδα που τον υποστήριζε -και σε επίπεδο κεντρικών στελεχών, αλλά και σε επίπεδο μεσαίων στελεχών- έκανε έναν απαράδεκτο πόλεμο ενάντια σε άλλες υποψηφιότητες. Μαθαίναμε ότι ο ίδιος ήταν ο εκλεκτός του Αλέξη Τσίπρα, ότι πρέπει το κόμμα να προβεί σε αποπαρασίτωση – γλώσσα προερχόμενη ευθέως από τη ρητορική της ακροδεξιάς.
Άλλοι μας εύχονταν καλή μετανάστευση. Δεν τις λες και παρεμβάσεις που στόχευαν στην ενότητα. Σε συνέντευξή μου στον ΑΝΤ1 ζήτησα από τον τότε υποψήφιο πρόεδρο να αποκηρύξει τέτοιες επιθέσεις, να πει δηλαδή ότι δεν έχουν καμία σχέση με τη δική του υποψηφιότητα, με το δικό του όραμα. Ποτέ δεν υπήρξε μια τέτοια διάψευση.
Και σε αυτό το σημείο θα ήθελα να πω ότι ήταν λάθος που ο σύντροφος Αλέξης δεν πήρε θέση. Θα μπορούσε πριν από την πρώτη εκλογή να κάνει μια ανάρτηση που θα ξεκαθάριζε δύο πράγματα, χωρίς να «σπάει» την ουδετερότητά του, αλλά απεναντίας θα την ενίσχυε: πρώτον ότι «παραμένω ουδέτερος σε αυτή την εκλογική διαδικασία» και δεύτερον ότι «δεν επιτρέπω σε κανέναν υποψήφιο ή υποστηρικτές κάποιου υποψήφιου να λένε ότι τους στηρίζω, αλλά ούτε θεωρώ ότι κάποιοι άλλοι υποψήφιοι με υπονόμευαν». Δεν ξέρω γιατί δεν το έκανε, αλλά και αυτό είναι μέρος του τραύματος.
Αλλά και τις τελευταίες εβδομάδες δεν θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι οι πρωτοβουλίες που έχουν ληφθεί, διαφυλάσσουν την ενότητα του κόμματος. Αλλά για αυτές δεν θα μιλήσω σήμερα καθώς συνυπογράφω το κείμενο των 9 που καταθέσαμε στην Πολιτική Γραμματεία. Να πω μόνο τούτο: αν ο νέος πρόεδρος επιμένει στην αδιαμεσολάβητη σχέση του με το λαό, στην ουσία καταργούνται όλα τα ενδιάμεσα όργανα, καταργείται και η σημασία της Πολιτικής Γραμματείας, καταργείται η δυνατότητα μιας μειοψηφίας να έχει λόγο.
Σύντροφοι και συντρόφισσες, ήμουν μέλος του ΚΚΕ εσωτερικού από τα μέσα της δεκαετίας του ’80. Είχα την τύχη να συναντήσω, έστω και για λίγο, εμβληματικές μορφές της ανανεωτικής αριστεράς, όπως ο Μπάμπης Δρακόπουλος, ο Λεωνίδας Κύρκος, ο Κώστας Φιλίνης, ο Γιάννης Μπανιάς και ο Τάκης Μπενάς. Και μέσα από αυτούς να ακούσω ιστορίες από την προηγούμενη γενιά. Μια γενιά που έδωσε μάχες για την κριτική αριστερά. Που για να υποστηρίξουν αυτή την αριστερά ήταν εξόριστοι ανάμεσα στους εξόριστους. Πώς φαντάζεται ο σύντροφος ναύαρχος ότι αισθανόμουν όταν άκουγα να λέει ότι με τη νέα κατάσταση δεν υπάρχουν πια τάσεις μέσα στο κόμμα, και όποιοι δεν αντέχουν να κάτσουν στην άκρη; Μια θέση που ουσιαστικά ακυρώνει την κριτική αριστερά, συνδέοντας τις χειρότερες παραδόσεις και του σταλινισμού και των αστικών μη δημοκρατικών κομμάτων. Δεν είναι πλούτος τα ιδεολογικά ρεύματα; Οι ιδέες, οι προτάσεις, οι αναλύσεις της Αριστεράς αποτελούν λόγο απομόνωσης;
Όλοι χρειάζεται να κάνουμε κριτική και αυτοκριτική. Η δική μου είναι ότι στην περίοδο 2019-2023 αυτολογοκρίθηκα. Προσπάθησα αλλά όχι όσο έντονα απαιτούσαν οι καιροί να θέσω θέμα για το αντιΣΥΡΙΖΑ ρεύμα, για ποιο λόγο είχαμε ένα έλλειμα αξιοπιστίας και πάνω από όλα με ποιο πολιτικό σχέδιο θα μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα που φαινόταν και στις δημοσκοπήσεις και στην ίδια την κοινωνία. Όχι παραφωνίες όπως ακούγεται αλλά η έλλειψη σοβαρής κριτικής είναι αυτό που μας κόστισε.
Εν κατακλείδι, η ενότητα θα δοκιμαστεί τις επόμενες εβδομάδες».