Συνεχίζονται οι έρευνες και τα δημοσιεύματα στη Βρετανία σχετικά με τον ρόλο που φέρεται να έπαιξε η Deutsche Bank στο σκάνδαλο ξεπλύματος χρήματος από Ρώσους εγκληματίες, με στενές διασυνδέσεις στο Κρεμλίνο, ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που μάλιστα χορήγησε δάνειο 300 εκατομμυρίων δολαρίων στον Ντόναλντ Τραμπ.

Όπως αποκαλύπτει με δημοσίευμα τουθ ο βρετανικός Gurdian, o γερμανικός τραπεζικός κολοσσός είναι ένα απ’ τα δεκάδες δυτικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που διαχειρίστηκαν τουλάχιστον 20 δισ δολάρια -και πιθανώς περισσότερα- από χρήματα «εγκληματικής προέλευσης» προερχόμενα από τη Ρωσία.

Το κύκλωμα έτρεξε την επιχείρηση «Παγκόσμιο Πλυντήριο» από το 2010 μέχρι το 2014.

Διωκτικές αρχές ερευνούν πώς μια ομάδα Ρώσων με πολιτικές διασυνδέσεις κατάφεραν να χρησιμοποιήσουν εταιρείες καταχωρημένες στη Βρετανία για να ξεπλύνουν δισεκατομμύρια δολάρια σε μετρητά.

Οι εταιρείες χορηγούσαν η μία στην άλλη εικονικά δάνεια, για τα οποία εγγυόνταν ρωσικές επιχειρήσεις και στη συνέχεια δήλωναν αδυναμία εξόφλησης των «χρεών» αυτών.

Δικαστές στη Μολδαβία εξέδιδαν μετά δικαστικές αποφάσεις κατά των επιχειρήσεων ανοίγοντας το δρόμο για τη νόμιμη μεταφορά τεράστιων ποσών από ρωσικούς τραπεζικούς λογαριασμούς στη Μολδαβία. Από εκεί τα χρήματα πήγαιναν σε λογαριασμούς στην Trasta Komercsbanka στη Λετονία.

Η Deutsche Bank, η μεγαλύτερη γερμανική τράπεζα, λειτουργούσε ως «ανταποκρίτρια τράπεζα» για την Trasta μέχρι το 2015. Δηλαδή παρείχε υπηρεσίες σε δολάρια σε Ρώσους πελάτες της Trasta, που δεν ήταν μόνιμοι κάτοικοι Λετονίας.

Στη διάρκεια αυτής της περιόδου πολλές τράπεζες της Wall Street έφυγαν απ’ τη Λετονία επικαλούμενες ανησυχίες ότι η μικρή χώρα της Βαλτικής είχε μεταβληθεί σε κέντρο διεθνούς ξεπλύματος χρήματος, ειδικά απ’ τη γειτονική της Ρωσία.

Από το 2014 μόνον δύο δυτικές τράπεζες ήταν πρόθυμες να αποδεχθούν διεθνείς μεταφορές δολαρίων από τράπεζες της Λετονίας: η Deutsche Bank και η επίσης γερμανική Commerzbank. Η Deutsche Bank διέκοψε τελικά τις τραπεζικές ανταποκρίσεις με την Trasta το Σεπτέμβριο του 2015.

Έξι μήνες αργότερα οι εποπτικές αρχές της Λετονίας έκλεισαν την Τrasta για επανειλημμένες παραβιάσεις της νομοθεσίας. Η υφυπουργός Οικονομικών της χώρας, Μάιτζα Τρέιτζα είπε ότι τα χρήματα που στέλνονταν μέσω της Trasta «είτε ήσαν κλεμμένα ή είχαν εγκληματική προέλευση».

Και πρόσθεσε ότι η τράπεζα αυτή χρησιμοποιείτο ως όχημα για να βγαίνουν χρήματα απ’ την πρώην ΕΣΣΔ και να διοχετεύονται «στο χρηματοοικονομικό σύστημα της ΕΕ».

Η Deutsche Bank τερμάτισε τη σχέση με την Trasta λίγο μετά την προειδοποίηση που εξέδωσαν οι εποπτικές αρχές της Λετονίας, ενώ το ίδιο είχε πράξει από το 2012 με την άλλη τράπεζα που ενέχεται στην επιχείρηση «Παγκόσμιο Πλυντήριο», τη μολδαβική Moldindconbank.

Οι διασυνδέσεις με τη Ρωσία είναι θέμα εξαιρετικά ευαίσθητο για την Deutsche Bank. Όπως προέκυψε τον Φεβρουάριο, η Deutsche έβαλε να ελεγχθούν τα δάνεια που χορήγησε στον Ντόναλντ Τραμπ για να διαπιστώσει αν υπάρχει κάποια διασύνδεση με τη Ρωσία. Ο Τραμπ χρωστά στη γερμανική τράπεζα περίπου 300 εκατομμύρια δολάρια.

Η Deutsche αρνήθηκε να αποκαλύψει το πόρισμα της εσωτερικής έρευνας, αλλά πηγές λένε ότι δεν ανακάλυψε αποδείξεις κάποιας σχέσης με τη Μόσχα.

Τον Ιανουάριο ΗΠΑ και Βρετανία επέβαλαν πρόστιμο μαμούθ 630 εκατομμυρίων δολαρίων στη Deutsche για το ρόλο που έπαιξε σε μια άλλη επιχείρηση ξεπλύματος χρήματος απ’ τα γραφεία της στη Μόσχα. Η γερμανική τράπεζα απέτυχε να εμποδίσει το ξέπλυμα δέκα δισ δολαρίων, ενώ δεν έχουν ταυτοποιηθεί οι ζάπλουτοι Ρώσοι που ενέχονται σ’ αυτή την απάτη.

Ο Lykavitos σε πρόσφατο δημοσίευμα του είχε αναφερθεί στην ύπαρξη περιστασιακών ενδείξεων βάση των οποίων ο Τραμπ είχε την στήριξη ρωσικού χρήματος επί δεκαετίες.

Είχαμε μάλιστα δημοσιεύσει ένα άρθρο του καθηγητή βιώσιμη ανάπτυξης του Πανεπιστημίου της Κολούμπια, Jeffrey D.Sachs, που έθετε τρία καίρια ερωτήματα για το φαινόμενο «Ντόναλντ Τραμπ». Διαβάστε το άρθρο:

Πόσο τελικά «άνθρωπος» του Πούτιν είναι ο Τραμπ;

Ποτέ στην πρόσφατη ιστορία μία αλλαγή ηγεσίας δεν είχε προσελκύσει τόση προσοχή και εικασίες όσο η ανάδειξη του Ντόναλντ Τραμπ στην αμερικανική προεδρία.

Αυτό που σηματοδοτεί η αλλαγή αυτή απαιτεί να λύσουμε τρία μυστήρια, γιατί υπάρχουν τρεις εκδοχές του Τραμπ.

Ο πρώτος Τραμπ είναι φίλος του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν. Ο ενθουσιασμός του Τραμπ για τον Πούτιν είναι το συνεπέστερο κομμάτι της ρητορικής του. Παρά την κοσμοθεωρία του, σύμφωνα με την οποία οι ΗΠΑ είναι θύμα των ξένων δυνάμεων –Κίνα, Μεξικό, Ιράν, Ευρωπαϊκή Ένωση– η ζέση του Τραμπ για τον Πούτιν δεν σβήνει. Ανάλογα με το ποιος σχολιάζει, ο Τραμπ είναι είτε αφελής θαυμαστής ισχυρών ανδρών, όπως ο Πούτιν, είτε μακροχρόνιο εργαλείο των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών.

Υπάρχει σίγουρα κάποια παρασκηνιακή ιστορία εδώ, η οποία θα μπορούσε να καταστρέψει την διακυβέρνηση Τραμπ εάν ορισμένες από τις «φλογερές» φήμες επιβεβαιωθούν.

Γνωρίζουμε τώρα ότι κάποιες από τις βασικές ημερομηνίες και λεπτομέρειες στο διαβόητο «ντοσσιέ» για τις σχέσεις του Τραμπ με τον Πούτιν, που συγκεντρώθηκαν από αξιωματούχους των βρεταννικών μυστικών υπηρεσιών, έχουν επιβεβαιωθεί.

Ένα αυξανόμενο σώμα περιστασιακών ενδείξεων αποκαλύπτει ότι ο Τραμπ είχε την στήριξη ρωσικού χρήματος επί δεκαετίες. Οι Ρώσοι ολιγάρχες ενδεχομένως να έσωσαν τον Τραμπ από την προσωπική χρεοκοπία και ένας φέρεται να ταξίδεψε σε αρκετούς από τους σταθμούς της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, ίσως ως διαμεσολαβητής με το Κρεμλίνο.

Πολλά κορυφαία στελέχη της ομάδας του –συμπεριλαμβανομένων του πρώτου επικεφαλής της εκστρατείας Πολ Μάνσφορντ, του προσφάτως παραιτηθέντος συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας Μάϊκλ Φλιν, του πρώην διευθύνοντος συμβούλου της Exxon Mobil και νυν υπουργού Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον, του μεγιστάνα των hedge funds και υπουργού Εμπορίου Γουΐλμπουρ Ρος– έχουν σημαντικές επιχειρηματικές συναλλαγές με την Ρωσία ή με Ρώσους ολιγάρχες.

Η δεύτερη εκδοχή του Τραμπ είναι αυτή του άπληστου επιχειρηματία. Ο Τραμπ φαίνεται να επιδιώκει να μετατρέψει την προεδρία του σε ακόμη μία πηγή προσωπικού πλούτου. Για τους περισσότερους ανθρώπους η προεδρία θα ήταν από μόνη της μία επιβράβευση, χωρίς να την ρευστοποιήσουν (τουλάχιστον όχι πριν λήξει η θητεία τους).

Όχι για τον Τραμπ. Κόντρα σε όλα τα παραδείγματα του παρελθόντος και σε παράβαση των κανόνων του Γραφείου Κυβερνητικής Ηθικής, ο Τραμπ διατηρεί την επιχειρηματική αυτοκρατορία του, ενώ μέλη της οικογένειάς του κάνουν ελιγμούς προκειμένου να μετατρέψουν το όνομα «Trump» σε νέες επενδύσεις ανά τον κόσμο.

Ο τρίτος Τραμπ είναι ο λαϊκιστής και δημαγωγός. Ο Τραμπ είναι μία ανεξάντλητη δεξαμενή ψεμμάτων, που απορρίπτει τις αναπόφευκτες διορθώσεις από τα ΜΜΕ ως «ψευδείς ειδήσεις».

Για πρώτη φορά στην σύγχρονη αμερικανική ιστορία, ο πρόεδρος δαιμονοποιεί με επιθετικό τρόπο τον Τύπο. Πρόσφατα ο Λευκός Οίκος απαγόρευσε στους δημοσιογράφους των New York Times, CNN, Politico και Los Angeles Times να συμμετέχουν σε ενημέρωση των δημοσιογράφων.

Με βάση ορισμένες ερμηνείες, η δημαγωγία του Τραμπ είναι στην υπηρεσία του επικεφαλής στρατηγικής Στήβεν Μπάνον, ο οποίος υπερασπίζεται ένα σκοτεινό όραμα επικείμενου πολέμου των πολιτισμών. Αυξάνοντας τον φόβο στο υψηλότατο δυνατό επίπεδο, ο Τραμπ σχεδιάζει να δημιουργήσει έναν βίαιο εθνικισμό του «Αμερική-πρώτα».

Ο Χέρμαν Γκέρινγκ εξήγησε την φόρμουλα αυτή από το κελί της φυλακής μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο: «Οι άνθρωποι μπορούν πάντα να τεθούν υπό τις διαταγές των ηγετών. Αυτό είναι εύκολο. Το μόνο που χρειάζεται είναι να τούς πεις ότι βρίσκονται υπό επίθεση και να αποκηρύξεις τους πασιφιστές κατηγορώντας τους για έλλειψη πατριωτισμού και έκθεση της χώρας σε κίνδυνο. Λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο σε οποιαδήποτε χώρα».

Μία άλλη θεωρία είναι ότι και οι τρεις Τραμπ –ο φίλος του Πούτιν, ο άνθρωπος που θέλει να μεγιστοποιήσει τον πλούτο του και ο δημαγωγός– είναι στην πραγματικότητα ένας: ο επιχειρηματίας που επί χρόνια στηρίχθηκε από τους Ρώσους, οι οποίοι με την σειρά τους τον χρησιμοποίησαν επί χρόνια ως βιτρίνα για ξέπλυμα χρήματος.

Μπορεί κανείς να πει ότι κέρδισαν το τζάκποτ, μετατρέποντας ένα μικρό στοίχημα (χειραγώγηση του αποτελέσματος των εκλογών, τις οποίες πιθανότατα δεν περίμεναν ποτέ ότι θα κερδίσει) σε στοίχημα τεράστιας απόδοσης.

Στην βάση αυτής της ερμηνείας, οι επιθέσεις του Τραμπ στον Τύπο, τις μυστικές υπηρεσίες και το FBI στοχεύουν ειδικά στο να πλήξουν την αξιοπιστία των θεσμών αυτών πριν οι τελευταίοι αποκαλύψουν περισσότερα για τις συναλλαγές του με την Ρωσία.

Αυτοί από εμάς που έζησαν το Γουώτεργκεϊτ θυμούνται πόσο δύσκολο ήταν να καταστεί ο Ρίτσαρντ Νίξον υπόλογος. Εάν δεν αποκαλύπτονταν οι μυστικές κασέτες του Λευκού Οίκου, ο Νίξον θα είχε πιθανότατα αποφύγει την απειλή μομφής και θα είχε ολοκληρώσει την θητεία του. Το ίδιο ισχύει και για τον Φλιν, ο οποίος είπε ψέμματα ξανά και ξανά στην κοινή γνώμη και στον αντιπρόεδρο Μάϊκλ Πενς για τις επικοινωνίες του με τον Ρώσο πρεσβευτή πριν αναλάβει τα καθήκοντά του.

Ωστόσο, όπως και Νίξον, ξεσκεπάστηκε, καθώς τα ψέμματά του είχαν καταγραφεί –αυτή την φορά από τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ.

Όταν ξεσκεπάστηκαν τα ψεύδη του Φλιν, η αντίδραση του Τραμπ –άκρως χαρακτηριστική– ήταν να επιτεθεί για την διαρροή και όχι για τα ψεύδη. Το βασικό μάθημα της Ουάσινγκτον και των ισχυρών ανδρών της πολιτικής εν γένει είναι πως το ψέμμα είναι η πρώτη και όχι η τελευταία καταφυγή.

Εάν το Κογκρέσσο έχει αρκετά ειλικρινή μέλη, μία πλειοψηφία, αναγνωρίζοντας ότι οι Ρεπουμπλικάνοι δεν θα αστυνομεύσουν Ρεπουμπλικάνους, θα απαιτήσουν μία ανεξάρτητη έρευνα για τους δεσμούς του Τραμπ με την Ρωσία.

Ο Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Ραντ Πολ ήταν ξεκάθαρος διακηρύσσοντας ότι «δεν έχει λογική» Ρεπουμπλικάνοι να κάνουν έρευνα για Ρεπουμπλικάνους. Ο Τραμπ φαίνεται αποφασισμένος να εντείνει τις πιέσεις στο FBI, τις μυστικές υπηρεσίες, τα δικαστήρια και τα Μέσα.

Οι δημαγωγοί επιβιώνουν χάρη στην λαϊκή στήριξη, την οποία προσπαθούν να διατηρήσουν απευθυνόμενοι στην απληστία, τον εθνικισμό, τον πατριωτισμό, τον ρατσισμό και τον φόβο.

Λούζουν τους υποστηρικτές τους με βραχύβιο ρευστό στην μορφή φοροελαφρύνσεων, αυξάνοντας το δημόσιο χρέος και αφήνοντας τον λογαριασμό στις επόμενες γενιές.

Ο Τραμπ έχει μέχρι στιγμής κρατήσει τους πλουτοκράτες ευτυχείς μέσω υποσχέσεων για δραστικές φοροελαφρύνσεις, ενώ γοητεύει τους λευκούς υποστηρικτές του της εργατικής τάξης με διατάγματα για την απέλαση παράνομων μεταναστών και την απαγόρευση αφίξεων από μουσουλμανικές χώρες.

Τίποτα από τα παραπάνω δεν έχει καταστήσει τον Τραμπ ιδιαίτερα δημοφιλή. Τα ποσοστά δημοτικότητάς του κινούνται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα για νεοεκλεγέντα πρόεδρο, κοντά στο 40%, με το 55% των ψηφοφόρων να απορρίπτει την πολιτική του.

Οι δικαστικές προκλήσεις στα διατάγματά του, οι διαμάχες με τα Μέσα, οι εντάσεις που πηγάζουν από τα αυξανόμενα ελλείμματα του προϋπολογισμού και οι νέες αποκαλύψεις για τον Τραμπ και την Ρωσία θα διατηρήσουν τον αναβρασμό και η λαϊκή στήριξη στον Τραμπ μπορεί να εξανεμιστεί.

Σε αυτή την περίπτωση, οι ηγέτες των Ρεπουμπλικάνων είναι πιθανότερο να στραφούν εναντίον του Τραμπ. Κανείς όμως δεν πρέπει να υποτιμά την βούληση ενός δημαγωγού να χρησιμοποιεί τον φόβο και την βία, ακόμη και τον πόλεμο, για να διατηρήσει την εξουσία.

Και εάν ο Πούτιν είναι πράγματι υποστηρικτικός και εταίρος του, οι πειραματισμοί του Τραμπ θα είναι ισχυροί.