Οι τράπεζες έχουν ήδη αρχίσει τις ενέργειες για μεταφορά δραστηριοτήτων τους από το Ηνωμένο Βασίλειο, με τον διοικητή της κεντρικής τράπεζα της Γαλλίας να προειδοποιεί το Σάββατο ότι οι όμιλοι χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών της Βρετανίας κινδυνεύουν να χάσουν το δικαίωμά τους να δραστηριοποιούνται στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Οι επενδυτικές τράπεζες αντέδρασαν άμεσα στα αποτελέσματα του βρετανικού δημοψηφίσματος, με ορισμένα από τα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του Σίτι να προσεγγίζουν τις αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές προκειμένου να εξασφαλίσουν άδειες και να «στρατολογούν» στελέχη για την μετεγκατάστασή τους.

Οι μεγάλες αμερικανικές τράπεζες -JPMorgan Chase, Goldman Sachs, Bank of America, Citigroup και Morgan Stanley- έχουν μεγάλες δραστηριότητες στη Βρετανία στις οποίες απασχολούνται δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι. Τώρα, ετοιμάζονται να μεταφέρουν μέρος των εργασιών τους σε πόλεις όπως το Δουβλίνο, το Παρίσι και η Φρανκφούρτη.

Ο κίνδυνος για τον βρετανικό κλάδο χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών τονίστηκε στα σχόλια του διοικητή της κεντρικής τράπεζας της Γαλλίας, ο οποίος προειδοποίησε πως οι τράπεζες θα χάσουν τα δικαιώματα «διαβατηρίου» να δραστηριοποιούνται στην ΕΕ, αν η Βρετανία φύγει από την ενιαία αγορά.

Ο Φρανσουά Βιλερουά δήλωσε το Σάββατο πως θα ήταν «παράδοξο» να επιτραπεί στο Σίτι του Λονδίνου να λειτουργεί με τους κανόνες της ΕΕ και να μην είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, όπως η Νορβηγία.

Ο διοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ δήλωσε στο γαλλικό ραδιόφωνο πως «υπάρχει προηγούμενο, είναι το νορβηγικό μοντέλο του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, που θα επέτρεπε στη Βρετανία να διατηρήσει την πρόσβασή της στην ενιαία αγορά, δεσμευόμενη όμως να εφαρμόσει όλους τους κανόνες της ΕΕ».

Αυτά τα πρώτα σημαντικά σχόλια από αξιωματούχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δείχνουν ξεκάθαρα πως η ΕΕ δεν θα διευκολύνει την μετάβαση του βρετανικού χρηματοπιστωτικού τομέα.

Νομικοί σύμβουλοι αμερικανικών επενδυτικών τραπεζών έχουν προειδοποιήσει πως τα δικαιώματα «διαβατηρίου» στα οποία βασίζονται οι τράπεζες για να πουλήσουν προϊόντα και υπηρεσίες από τη Βρετανία σε πελάτες στην ΕΕ ίσως καταργηθούν μερικώς ή πλήρως, αναλόγως του αποτελέσματος των διαπραγματεύσεων για την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ. Κάτι τέτοιο μπορεί να οδηγήσει τις τράπεζες να μεταφέρουν τις έδρες τους από το Λονδίνο.

Αρκετές αμερικανικές τράπεζες ενισχύουν σιωπηρά τις ευρωπαϊκές μονάδες τους εκτός Βρετανίας, στις οποίες μπορούν να μεταφέρουν ορισμένες δραστηριότητες, όμως οι περισσότερες από αυτές εξακολουθούν να μην διαθέτουν επαρκείς άδειες για να πραγματοποιήσουν πολλές από τις δραστηριότητες που αυτή τη στιγμή διεξάγονται από το Λονδίνο.

Σημειώνεται πως πριν το δημοψήφισμα, ο διευθύνων σύμβουλος της JPMorgan, Τζέιμι Ντιμον, είχε προειδοποιήσει πως μπορεί να μεταφερθούν ως και 4.000 θέσεις εργασίας από τη Βρετανία. Από την πλευρά του, ο Ντάνιελ Πίντο –η μονάδα του οποίου απασχολεί τους περισσότερους από τους 16.000 εργαζόμενους της JPMorgan στη Βρετανία- δήλωσε στους Financial Times πως ο αμερικανικός όμιλος ελπίζει πως θα μπορέσει να διατηρήσει ανέπαφες τις περισσότερες βρετανικές δραστηριότητες επενδυτικής τραπεζικής.

Παραδέχθηκε πως για ορισμένα προϊόντα και υπηρεσίες θα πρέπει να βρεθεί τρόπος χειρισμού του ζητήματος, ωστόσο οι όποιες κινήσεις θα γίνουν σταδιακά. «Δεν θα αρχίσουμε να μεταφέρουμε ανθρώπους μέχρις ότου έχουμε ξεκάθαρη εικόνα ως προς το τι θα μας επιτραπεί να κάνουμε από το Ηνωμένο Βασίλειο μόλις οι διαπραγματεύσεις για τους όρους αποχώρησης από την ΕΕ αρχίσουν να σχηματοποιούνται».

Ο διευθύνων σύμβουλος της HSBC, Στούαρτ Γκάλιβερ, είχε δηλώσει πως η τράπεζα ίσως μεταφέρει έως και 1.000 από τους 5.000 εργαζόμενους στον τομέα επενδυτικής τραπεζικής στο Παρίσι, αν συμβεί το Brexit. Άλλες βρετανικές τράπεζες, όπως οι Barclays, Royal Bank of Scotland και Lloyds Banking Group, ενδέχεται επίσης να χρειαστεί να ενισχύσουν την ευρωπαϊκή παρουσία τους εκτός Βρετανίας.

Ο Τζόναθαν Λούις, επικεφαλής της ιαπωνικής Nomura International, η οποία απασχολεί περίπου 2.600 άτομα στο Λονδίνο, δήλωσε πως θα περιμένει να δει πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα προτού λάβει κάποια μεγάλη απόφαση. Ωστόσο, τόνισε πως η Βρετανία θα βρεθεί σε μειονεκτική θέση.