Ανιχνευτές ψεύδους ξεκίνησε να χρησιμοποιεί το FBI στο πλαίσιο των ερευνών για τον εντοπισμό της πηγής των διαρροών στους κόλπους της υπηρεσίας, όπως ανακοίνωσε χθες, Δευτέρα, η ίδια η αμερικανική υπηρεσία πληροφοριών.

«Μπορούμε να επιβεβαιώσουμε ότι το FBI έχει ξεκινήσει να χρησιμοποιεί ανιχνευτές ψεύδους για να εντοπίσει την πηγή των διαρροών πληροφοριών εντός της υπηρεσίας», αναφέρει σε ανακοίνωσή του προς το Reuters «η υπηρεσία δημοσίων σχέσεων του FBI».

Η εφημερίδα Washington Post ήταν η πρώτη που δημοσιοποίησε την είδηση για χρήση ανιχνευτή ψεύδους από το FBI, γνωστού ως «τεστ της αλήθειας».

Η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ παίρνει αυστηρά μέτρα εναντίον προσώπων που αφήνουν να διαρρεύσουν πληροφορίες στους δημοσιογράφους, από τότε που ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος επέστρεψε στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο.

Την περασμένη εβδομάδα, το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης κατέστησε ευκολότερο για τους εισαγγελείς που ερευνούν τις διαρροές προς τα μέσα ενημέρωσης να κλητεύουν δημοσιογράφους.

Ο υπουργός Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ έχει προειδοποιήσει για πιθανές διώξεις πρώην ανώτερων συμβούλων, οι οποίοι απολύθηκαν στη διάρκεια της έρευνας για τις διαρροές πληροφοριών από το Πεντάγωνο στον Τύπο λέγοντας ότι τα στοιχεία θα παραδοθούν στο υπουργείο Άμυνας όταν ολοκληρωθεί η έρευνα.

Το υπόμνημα του υπουργού, που ζητεί την έρευνα, αφήνει ανοιχτή την πιθανότητα χρήσης ανιχνευτών ψεύδους.

Η επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών Τούλσι Γκάμπαρντ δεσμεύτηκε τον Μάρτιο να «κυνηγήσει αυτούς που προκάλεσαν τις πρόσφατες διαρροές» προκειμένου να λογοδοτήσουν για μη εξουσιοδοτημένες αποκαλύψεις.

Την περασμένη εβδομάδα η Γκάμπαρντ είπε ότι παρέπεμψε δύο πηγές διαρροών μέσα από τις υπηρεσίες πληροφοριών στο υπουργείο Δικαιοσύνης και ότι επίκειται η παραπομπή και μιας τρίτης τέτοιας πηγής διαρροών.

Είπε ακόμη ότι είναι πρόθυμη να συνεργαστεί με το υπουργείο Δικαιοσύνης και το FBI «για να ερευνήσει, να βάλει τέλος και να ασκήσει διώξεις» σε βάρος των υπεύθυνων για τις διαρροές, τους οποίους η Γκάμπαρντ χαρακτήρισε «εγκληματίες».