Όπως μάς δήλωσε ο υποψήφιος της γαλλικής κεντροδεξιάς για τις προεδρικές εκλογές του 2017, δεν αντιγράφει προγράμματα...
Tου Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
«Η Γαλλία έχει τα δικά της οικονομικά προβλήματα και δεν μπορεί να αντιγράφει προγράμματα που εφαρμόστηκαν σε άλλες χώρες και υπό άλλες συνθήκες, πριν 35 χρόνια».
Αυτό μάς είπαν από το γραφείο του Γάλλου πρώην πρωθυπουργού, απαντώντας στην ερώτησή μας «πόσο θατσερικό είναι το πρόγραμμα που σκοπεύει να εφαρμόσει ο κ. Φιγιόν στην χώρα του αν κατακτήσει το προεδρικό αξίωμα τον προσεχή Μάϊο;».
Ο Γάλλος κεντροδεξιός πολιτικός, που κατά κόρον κατηγορείται από τους αντιπάλους του για «θατσερισμό», δεν έχει άδικο.
Στην σημερινή Γαλλία, που είναι χώρα μέλος της ευρωζώνης, σε σύγκριση με το Ηνωμένο Βασίλειο της δεκαετίας του 1980, ο πληθωρισμός είναι μηδενικός, αρκετές ιδιωτικοποιήσεις έχουν ήδη γίνει από τους προκατόχους του Φρ. Φιγιόν και οι τιμές είναι πτωτικές. Κατά συνέπεια, οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις που έγιναν από την Μάργκαρετ Θάτσερ στην χώρα της κάθε άλλο παρά επίκαιρες είναι στην σημερινή Γαλλία.
Αντιθέτως, η χώρα του Φρανσουά Φιγιόν έχει υψηλό δημόσιο χρέος, ισχυρές γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, υψηλό αριθμό δημοσίων υπαλλήλων και υψηλή φορολογία που αποθαρρύνει τις επενδύσεις. Συνεπώς, «πρέπει απαραιτήτως να επαναϊσορροπηθούν οι σχέσεις ανάμεσα στην κοινωνία των πολιτών και στο κράτος, προς όφελος της πρώτης», υποστηρίζει ο Φρ. Φιγιόν.
«Είναι ζωτική ανάγκη η γαλλική οικονομία να δημιουργήσει νησίδες ελευθερίας και δημιουργίας, γιατί μόνον έτσι θα καταπολεμηθούν αποτελεσματικά τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα, όπως αυτά της ανεργίας, της εκπαίδευσης και της ασφάλειας», τονίζει ο υποψήφιος της κεντροδεξιάς.
Τα προβλήματα αυτά, πιστεύει ο Φρ. Φιγιόν, δεν αντιμετωπίζονται με αγκυλωτικά κριτήρια, αλλά με ελεύθερες επιλογές στις οποίες μπορούν να συμμετέχουν και τα περισσότερα μέλη της κοινωνίας των πολιτών.
Αν αυτή η διάσταση θυμίζει σε κάποιους τον θατσερισμό, αυτό είναι μία άλλη ιστορία. Μία ιστορία που τροφοδοτεί με πρώτη ύλη προπαγάνδας τις ορδές των λαϊκιστών και των πολιτικών απατεώνων, οι οποίοι, μέσω του Διαδικτύου και διεφθαρμένων Μέσων μαζικής επικοινωνίας, μπορούν να λένε όσα ψεύδη θέλουν. Απευθυνόμενοι, βέβαια, και σε ανθρώπους που ελάχιστα ενδιαφέρονται για την αλήθεια και την πραγματικότητα που κρύβει.