Η άνοδος του Μακρόν στον προεδρικό θώκο στην Γαλλία θα είναι τονωτική ένεση για τους κεντρώους, φιλελεύθερους, φιλοευρωπαίους και για την πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης...

Του Charles Grant*

O Emmanuel Macron είναι ένας θαρραλέος άνθρωπος. Στην διάρκεια της πρώτης από τις δύο επισκέψεις του στο CER, τον Νοέμβριο του 2014, δήλωσε πως η Γαλλία ήταν διχασμένη μεταξύ συντηρητικών και μεταρρυθμιστών, παρά μεταξύ αριστεράς και δεξιάς, και ότι το Σοσιαλιστικό Κόμμα θα μπορούσε να εξαφανιστεί.

«Είναι πιο πιθανό να έχουμε μεταρρυθμίσεις εάν οι μετριοπαθείς σοσιαλιστές ενωθούν με τους κεντρώους και τους μετριοπαθείς κεντροδεξιούς», δήλωσε. Αυτό ήταν ένα τολμηρό σχόλιο για τον υπουργό Οικονομίας σε μία σοσιαλιστική κυβέρνηση.

Ο Macron άφησε την κυβέρνηση τον Αύγουστο του 2016, λίγο αφότου ίδρυσε ένα κίνημα που ονομαζόταν En Marche! Από την στιγμή που έθεσε υποψηφιότητα για την προεδρία, τον Νοέμβριο, ήταν τυχερός: το Σοσιαλιστικό Κόμμα επέλεξε τον ακροαριστερό Benoit Hamon ως τον υποψήφιο του, ο γκωλικός υποψήφιος Francois Fillon καταστράφηκε από αναφορές ότι μέλη της οικογενείας του έπαιρναν χρήματα για ψεύτικες δουλειές, και ο βετεράνος κεντρώος Francois Bayrou έχει στηρίξει τον Macron.

Οι δημοσκοπήσεις δίνουν προβάδισμα στον δεύτερο γύρο των εκλογών, στον 39χρονο imgenu, του οποίου η πολιτική εμπειρία είναι μόλις δύο χρόνια σύμβουλος στα Ηλύσια Πεδία και δύο χρόνια ως υπουργός.

Ο Macron είναι κατά κάποιο τρόπο ο κληρονόμος του Jacques Delors και του Tony Blair, των δύο πεπεισμένων φιλοευρωπαίων που υποστήριξαν ρεαλιστικές και αρκετά φιλελεύθερες εκδοχές της σοσιαλδημοκρατίας. Όπως ο Delors, ο οποίος μπήκε στην πολιτική για να δουλέψει για έναν γκωλικό πρωθυπουργό, τον Jacques Chaban-Delmas, και αργότερα έγινε ένας σοσιαλιστής υπουργός Οικονομικών, ο Macron είναι ένα πολιτικό αουτσάϊντερ που δεν είναι ούτε δεξιός ούτε αριστερός.

Έχει εργαστεί στην δημόσια διοίκηση, για την επιτροπή του Jacques Attali για το πώς θα μεταρρυθμιστεί η Γαλλία, και στην τράπεζα Rothschild. Όπως ο Blair στην ακμή του, ο Macron είναι νέος, φρέσκος, χαρισματικός και μεγάλος επικοινωνιολόγος. Και, όπως ο Blair, έχει απήχηση σε ψηφοφόρους που σε άλλη περίπτωση δεν θα υποστήριζαν έναν φιλοευρωπαίο, υπέρ της μετανάστευσης, οικονομικό φιλελεύθερο.

Μία νίκη του Macron θα σπάσει το πολιτικό καλούπι της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας. Από το 1958 η Γαλλία έχει κυβερνηθεί από προέδρους που προέρχονταν από τα συστημικά κόμματα της αριστεράς ή της δεξιάς. Κανένας κεντρώος δεν κατάφερε ποτέ να φτάσει στα Ηλύσια Πεδία. Το 1995 οι δημοσκοπήσεις υποδήλωναν ότι ο Delors θα κέρδιζε, εάν ήταν υποψήφιος, αν και θα ήταν υποψήφιος των Σοσιαλιστών. Εάν κερδίσει ο Macron, θα το κάνει ως ένας κεντρώος, χωρίς παραδοσιακή κομματική μηχανή.

Από οικονομικής σκοπιάς, μία προεδρία με Macron θα προσφέρει στην Γαλλία πραγματική ευκαιρία για μεταρρύθμιση. Ο Nicolas Sarkozy και ο Francois Hollande πέτυχαν κάποιες χρήσιμες μεταρρυθμίσεις, αλλά δεν έκαναν αρκετά.

Πριν από 15 χρόνια, το γαλλικό και το γερμανικό κατά κεφαλήν εισόδημα ήταν σε παρόμοιο επίπεδο, αλλά ο μέσος Γερμανός τώρα έχει ένα εισόδημα 17% μεγαλύτερο. Η ανεργία στην Γαλλία είναι σχεδόν 10%, έναντι του 4% στην Γερμανία, και η ανεργία των νέων στο 25% είναι μεταξύ των χειρότερων στην Ευρώπη.

Αυτή η οικονομική αποσύνδεση μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας –που ενισχύθηκε και από την ηγετική ισχύ της Angela Merkel και την αδυναμία του Γάλλου προέδρου Francois Hollande– έχει σημασία για την ΕΕ. Οι Γερμανοί φορείς χάραξης πολιτικής έχουν χάσει την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό τους στους κυβερνώντες της Γαλλίας και η γαλλο-γερμανική συμμαχία, η οποία κάποτε οδηγούσε την ΕΕ προς τα εμπρός, έχει χάσει την δυναμική της.

Ο Macron θέλει τις μεταρρυθμίσεις τόσο για την ενίσχυση της οικονομίας της Γαλλίας όσο και για την ενίσχυση της θέσης του στην Ευρώπη. Θέλει να μειώσει το ποσοστό οικονομικής παραγωγής από το 55% του ΑΕΠ (το μεγαλύτερο στην Ευρώπη) στο 52%, και να τηρήσει τον κανόνα με το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 3% του ΑΕΠ.

Αλλά θέλει, επίσης, να επενδύσει 50 δισεκατομμύρια ευρώ, σε πέντε χρόνια, στον εκσυγχρονισμό του κράτους και στην εκπαίδευση (ιδίως για τους άνεργους νέους).

Σχεδιάζει να δώσει στην Γαλλία μια σκανδιναβικού τύπου αγορά εργασίας, με ενεργές πολιτικές και οφέλη που εξαρτώνται από την συμμετοχή στα προγράμματα εκπαίδευσης, με συλλογικές διαπραγματεύσεις αποκεντρωμένες από το βιομηχανικό επίπεδο στο εταιρικό επίπεδο, και με μείωση των φόρων στην απασχόληση.

Ο Γάλλος πρόεδρος έχει τεράστιες εξουσίες, επομένως ο Macron θα πρέπει θεωρητικά να είναι σε θέση να μεταρρυθμίσει την χώρα, εάν το επιθυμεί. Αλλά στην πράξη όλοι οι πρόεδροι έχουν διαπιστώσει πως οι μεταρρυθμίσεις είναι δύσκολες. Όπως ανακάλυψε ο Macron όταν ήταν υπουργός, τα κατεστημένα συμφέροντα, τα εργατικά συνδικάτα και οι ακτιβιστές είναι επίμονοι και συντηρητικοί. Κατόρθωσε να απελευθερώσει τις υπηρεσίες μεταφορών, το ωράριο των καταστημάτων και το επάγγελμα του νομικού, αλλά ήθελε να κάνει πολλά περισσότερα.

Ο Macron θα χρειαστεί πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις προκειμένου να ενεργοποιήσει την στρατηγική της ΕΕ. Μόνο εάν μπορεί να βάλει την γαλλική οικονομία να αναπτυχθεί πιο γρήγορα –τηρώντας, παράλληλα, τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ– έχει μία ευκαιρία να πείσει την Γερμανία να κάνει δύο πράγματα.

Πρώτον, να εξισορροπήσει την οικονομία της με την ενίσχυση των επενδύσεων, της κατανάλωσης και των εισαγωγών, βοηθώντας έτσι τα ασθενέστερα μέλη της ευρωζώνης.

Δεύτερον, υποστηρίζοντας τα σχέδιά του για την διακυβέρνηση της ευρωζώνης. Θέλει έναν προϋπολογισμό της ευρωζώνης που να εποπτεύεται από ένα κοινοβούλιο της ευρωζώνης και να το χειρίζεται ένας υπουργός Οικονομικών της ευρωζώνης.

Εάν ο Macron σημειώσει κάποια πρόοδο στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και στην δημοσιονομική πειθαρχία, το Βερολίνο θα μπορούσε να συμφωνήσει να δανειστεί και να επενδύσει περισσότερα και, ίσως, να εφαρμόσει κάποιες από τις ιδέες του για την ευρωζώνη.

Το πρόβλημα είναι ότι οι ηγέτες της Γερμανίας θα είναι απρόθυμοι να υποστηρίξουν εσωτερικές ή ευρωπαϊκές πολιτικές που έρχονται σε αντίθεση με την παραδοσιακή γερμανική σκέψη. Οι Γερμανοί ψηφοφόροι βρίσκουν την ιδέα μιας ένωσης μεταβιβάσεων που θα επιδοτεί τους υποτιθέμενους άσωτους Νοτιοευρωπαίους, αποτρόπαια.

Οι Σοσιαλδημοκράτες της Γερμανίας είναι περισσότερο ανοιχτοί στις γαλλικές (και αγγλοσαξονικές) οικονομικές σκέψεις από ό,τι είναι η Merkel, αλλά ακόμη και αν κερδίσουν, δεν θα μπορούν να αγνοήσουν τις ορθόδοξες απόψεις πολλών Γερμανών.

Αλλά παρ’ όλες αυτές τις δυσκολίες, μία προεδρία με τον Macron σίγουρα θα αναζωογονήσει την γαλλογερμανική συμμαχία. Στην Γερμανία δεν αρέσει να ηγείται της ΕΕ μόνη της. Τα τελευταία χρόνια η Γαλλία ήταν πολύ αδύναμη για να είναι ο κατάλληλος εταίρος και το Ηνωμένο Βασίλειο έχει δώσει την προσοχή του στο Brexit. Στο μεταξύ, η Ιταλία, η Ισπανία και η Πολωνία δεν έχουν ούτε την επιθυμία ούτε την ικανότητα να βοηθήσουν την Γερμανία να ηγηθεί της Ευρώπης. Επομένως η Γερμανία θα αρπάξει την ευκαιρία να συνεργαστεί με μία Γαλλία που έχει έναν ενεργητικό, φιλοευρωπαίο πρόεδρο, σε θέματα όπως η άμυνα, η εξωτερική πολιτική και οι πρόσφυγες.

Παρά τους πολλούς δεσμούς με το Ηνωμένο Βασίλειο (οι Financial Times και ο Economist είναι μεταξύ των cheerleaders του), ο Macron έχει μία σκληρή γραμμή για το Brexit.

Όπως ο Hollande και η Merkel, δεν θέλει ευρωφοβικούς, όπως η Marine Le Pen, να κατορθώσουν να επωφεληθούν από το Brexit, αποδεικνύοντας ότι μία χώρα μπορεί να αποχωρήσει και στην συνέχεια να ευημερήσει.

Πιστεύει ότι η διατήρηση της ισχύος και της ανθεκτικότητας της ΕΕ είναι πιο σημαντική από την μεγιστοποίηση των οικονομικών δεσμών με το Ηνωμένο Βασίλειο. Αλλά είναι επίσης πρόθυμος να διατηρήσει στενούς διμερείς δεσμούς στην άμυνα και την ασφάλεια.

Φέτος, πολλοί σχολιαστές έχουν ενώσει τις κουκκίδες του Brexit, του Trump και των λαϊκιστών της ηπείρου για να προβλέψουν την κατάρρευση του φιλελευθερισμού, του διεθνισμού και της ΕΕ. Μία νίκη του Macron θα υποδηλώσει πως κάνουν λάθος.

Οι πολιτικές τάσεις σπανίως είναι αναπόφευκτες και ισχυρές προσωπικότητες με πειστικές απαντήσεις μπορούν να τις διασπάσουν. Αυτές τις ημέρες πολλοί ψηφοφόροι ενδιαφέρονται περισσότερο για τις προσωπικότητες των πολιτικών παρά για τις πολιτικές τους.

Πολλοί από αυτούς συμπαθούν τον Boris Johnson (ηγέτη της εκστρατείας υπέρ του Brexit) και τον Donald Trump. Η προσωπικότητα του Macron και, κυρίως, η γοητεία του, η ήρεμη εξουσία και το θάρρος –είναι σίγουρα γενναίος για να επαινεί την ΕΕ επανειλημμένως– μπορεί να προσελκύσουν περισσότερους ψηφοφόρους από την απλοϊκή θεραπεία της Marine Le Pen.

* Επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ερευνών (CER)