Η θερμοκρασία περιβάλλοντος είναι ένας εξωτερικός παράγοντας που πυροδοτεί το έμφραγμα, σύμφωνα με πολυετή μελέτη που παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας, στη Βαρκελώνη.
Πρόκειται για έρευνα του Τμήματος Καρδιολογίας του Πανεπιστημίου Λουντ και του Νοσοκομείου «Σκανε» της σουηδικής πόλης, που έθεσε υπό ιατρική παρακολούθηση για 16 χρόνια πάνω από 280.000 ασθενείς.
Με στοιχεία από το αρχείο SWEDEHEART, όπου καταγράφονται όλα τα εμφράγματα μυοκαρδίου, οι ερευνητές εστίασαν σε εμφράγματα που είχαν συμβεί το διάστημα Ιανουαρίου 1998 - Δεκεμβρίου 2013. Εστίασαν συγκεκριμένα στις καιρικές συνθήκες κατά τη διάρκεια των εμφραγμάτων, βάσει στοιχείων από τοπικά δεδομένα από χιλιάδες μετεωρολογικά σταθμούς του Σουηδικού Μετεωρολογικού και Υδρολογικού Ινστιτούτου.
Η μέση ημερήσια θερμοκρασία υπολογίστηκε για το σύνολο της χώρας καθώς και έξι περιοχές φροντίδας υγείας και χωρίστηκε στις εξής ομάδες: <0 °C, 1-10 °C and >10 °C. Επίσης, εξετάστηκε η σχέση ανάμεσα στον μέσο αριθμό εμφραγμάτων ανά ημέρα και τη μέση ελάχιστη θερμοκρασία περιβάλλοντος.
Κατά τη διάρκεια της μελέτης, συνολικά συνέβησαν 280.873 εμφράγματα με διαθέσιμα μετεωρολογικά δεδομένα για το 99% αυτών. Ο μέσος αριθμός εμφραγμάτων ανά ημέρα ήταν σημαντικά υψηλότερος κατά τη διάρκεια των ψυχρότερων θερμοκρασιών, συγκριτικά με τις θερμότερες. Αυτό ίσχυε σε όλες τις περιοχές που μελετήθηκαν.
Σε ημερήσια βάση, αυτό μεταφραζόταν σε τέσσερα επιπλέον εμφράγματα στη Σουηδία όταν η μέση ημερήσια θερμοκρασία ήταν κάτω από 0 °C, συγκριτικά με όταν ήταν πάνω από 10 °C. Επιπλέον, τα εμφράγματα ήταν συχνότερα με τις υψηλότερες ταχύτητες ανέμου, την περιορισμένη διάρκεια της ηλιοφάνειας και την υψηλότερη υγρασία του αέρα. Συνεπή αποτελέσματα παρατηρήθηκαν στην ανύψωση του διαστήματος ST στο έμφραγμα μυοκαρδίου και στο έμφραγμα μυοκαρδίου χωρίς ανύψωση του διαστήματος ST.
Οι ερευνητές ανέλυσαν και τη σχέση συχνότητα του εμφράγματος και των καιρικών συνθηκών σε υποομάδες, όπως οι ηλικιωμένοι, οι πάσχοντες από υπέρταση, σακχαρώδη διαβήτη ή με προηγούμενο ιστορικό εμφράγματος και ασθενείς που έπαιρναν διάφορα φάρμακα. Η σχέση εξακολουθούσε να ισχύει και σ’ αυτές τις υποομάδες.
Όπως εξήγησαν οι επιστήμονες, το σώμα ανταποκρίνεται στο κρύο με συστολή των επιφανειακών αιμοφόρων αγγείων, γεγονός που μειώνει την θερμική αγωγιμότητα στο δέρμα και στη συνέχεια αυξάνει την αρτηριακή πίεση του αίματος. Άλλες αντιδράσεις είναι το ρίγος και ο αυξημένος καρδιακός ρυθμός, που αυξάνουν τον μεταβολικό ρυθμό και στη συνέχεια αυξάνουν τη θερμοκρασία του σώματος. Στην πλειοψηφία των υγιών ανθρώπων αυτές οι αντιδράσεις γίνονται ανεκτές. Αλλά στα άτομα με αθηρωματικές πλάκες στις στεφανιαίες αρτηρίες μπορεί να προκληθεί έμφραγμα.
«Τα ευρήματα της μελέτης αναδεικνύουν την υψηλή συχνότητα των εμφραγμάτων σε θερμοκρασίες κάτω του 0 °C, για όλες τις περιοχές που μελετήσαμε καθώς και τις ομάδες. Αυτό δείχνει ότι η θερμοκρασία του περιβάλλοντος είναι παράγοντας που πυροδοτεί το έμφραγμα», υπογραμμίζεται στα συμπεράσματα.
Πάντως, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, ενδεχομένως και άλλοι παράγοντες να συντέλεσαν στα παραπάνω αποτελέσματα. Οι λοιμώξεις του αναπνευστικού και η γρίπη, είναι γνωστοί παράγοντες κινδύνου για έμφραγμα, με ξεκάθαρη εποχική διακύμανση. Επίσης, εποχικές συμπεριφορές, όπως η μειωμένη σωματική δραστηριότητα και οι διατροφικές αλλαγές, ενδέχεται να παίζουν ρόλο στη συχνότητα του εμφράγματος κατά τις ψυχρές ημέρες του έτους.