Η εξέταση της ίριδας του ματιού μπορεί να βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση σύμφωνα με έρευνα επιστημόνων της Ιατρικής Σχολής Σαν Ντιέγκο του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια που δημοσιεύθηκε στο Neurobiology of Aging.
Η μέτρηση του πόσο γρήγορα διαστέλλεται η ίριδα του ματιού την ώρα που πραγματοποιούν γνωστικά τεστ ενδέχεται να αποτελεί μία οικονομική, ελάχιστα επεμβατική μέθοδο για την παρακολούθηση ατόμων με αυξημένο γενετικό κίνδυνο ανάπτυξης νόσου Αλτσχάιμερ, πριν ξεκινήσει η γνωστική φθορά σύμφωνα με τους επιστήμονες.
Η μελέτη εστιάζει στην αντίδραση της ίριδας που καθοδηγείται από τον υπομέλαντα τόπο – έναν πυρήνα αρκετών χιλιάδων νευρώνων του εγκεφάλου που αποτελεί την κύρια περιοχή του νευροδιαβιβαστή νορεπινεφρίνη και σχετίζεται με τη ρύθμιση της διέγερσης και της γνωστικής λειτουργίας. Η πρωτεΐνη Ταυ αποτελεί πρώιμο βιοδείκτη της νόσου Αλτσχάιμερ και εμφανίζεται για πρώτη φορά στην εν λόγω περιοχή του εγκεφάλου. Επιπλέον συσχετίζεται περισσότερο με τη γνωστική λειτουργία συγκριτικά με το β-αμυλοειδές.
O υπομέλας τόπος καθοδηγεί την αντίδραση της ίριδας και την αλλαγή της διαμέτρου της κατά τη διάρκεια γνωστικών εξετάσεων – όσο δυσκολότερο είναι το έργο για τον εγκέφαλο τόσο διαστέλλονται οι ίριδες του ματιού.
Οι ερευνητές ανέφεραν σε προηγούμενη έρευνά τους ότι οι ενήλικες με ήπια γνωστική βλάβη – συχνά προάγγελος της νόσου Αλτσχάιμερ – παρουσίασαν μεγαλύτερη διαστολή της ίριδας και γνωστική προσπάθεια συγκριτικά με υγιή άτομα, ακόμα και αν τα μέλη αμφότερων των ομάδων είχαν παρόμοια αποτελέσματα. Στην τελευταία δημοσίευση, οι επιστήμονες συσχετίζουν την ιριδική διαστολή με επικίνδυνα για την ανάπτυξη νόσου Αλτσχάιμερ γονίδια.
«Αυτά τα αποτελέσματα αποδεικνύουν ότι η μέτρηση της αντίδρασης της ίριδας κατά τη διάρκεια γνωστικών εξετάσεων θα μπορούσαν να αποτελέσει εξέταση απεικόνισης για τον εντοπισμό της νόσου Αλτσχάιμερ πριν εμφανιστούν τα συμπτώματα», δήλωσε ο επικεφαλής της μελέτης Δρ. William S. Kremen.