Τρεις μεγάλες μελέτες που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο Diabetologia καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ο έλεγχος για τον διαβήτη τύπου 2 και καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνους, δεν μειώνει τη θνησιμότητα και την καρδιαγγειακή νόσο στο γενικό πληθυσμό.
Ωστόσο, για τα άτομα που διαγιγνώσκονται με διαβήτη, ο έλεγχος σχετίζεται με μειωμένη θνησιμότητα και κίνδυνο εκδήλωσης καρδιαγγειακής νόσου.
Σε πολλές χώρες έχει καθιερωθεί ο προληπτικός έλεγχος για τον κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη, όμως ελάχιστες πληθυσμιακές μελέτες έχουν αποτυπώσει τα οφέλη και τους κινδύνους των προγραμμάτων αυτών, ενώ κάποιες έχουν καταλήξει σε αντικρουόμενα αποτελέσματα.
Η Δρ Ρεμπέκα Σιμμονς από το Τμήμα Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Αάρχους στη Δανία και το Τμήμα Επιδημιολογίας του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, σε δύο μελέτες που ήταν επικεφαλής χρησιμοποίησε στοιχεία από τη μελέτη ADDITION-Denmark.
Την περίοδο 2001-2006 ετέθη σε ισχύ πληθυσμιακό πρόγραμμα ελέγχου διαβήτη και καρδιαγγειακών κινδύνων σε πέντε από 16 επαρχίες της Δανίας, Πάνω από 150.000 άτομα εγγράφηκαν στη μελέτη και συμπλήρωσαν ερωτηματολόγιο για να υπολογιστεί το σκορ κινδύνου διαβήτη. Αν το σκορ έδειχνε ενδιάμεσο και υψηλό κίνδυνο καλούνταν να υποβληθούν σε εξετάσεις για την πληρέστερη αξιολόγηση του κινδύνου εκδήλωσης διαβήτη και καρδιαγγειακού κινδύνου.
Πάνω από 27.000 άτομα ελέγχθηκαν και πάνω από 1.533 διαγνώστηκαν με διαβήτη.
Μια άλλη ομάδα από 1.760.000 άτομα αποτέλεσαν την ομάδα ελέγχου.
Όλοι οι συμμετέχοντες ετέθησαν υπό ιατρική παρακολούθηση για περίπου 9,5 χρόνια, έως τις 31 Δεκεμβρίου του 2012, οπότε και έγινε έλεγχος σε εθνικά μητρώα για καρδιαγγειακά επεισόδια.
Από την επεξεργασία των δεδομένων προέκυψε ότι, στον γενικό πληθυσμό ο έλεγχος για τον διαβήτη και τον καρδιαγγειακό κίνδυνο δεν σχετίστηκε με μείωση της θνησιμότητας ή των καρδιαγγειακών επεισοδίων την περίοδο 2001-2012.
Ωστόσο, στη δεύτερη μελέτη που επικεντρώθηκε σε άτομα που είχαν διαγνωστεί με διαβήτη τύπου 2, διαπιστώθηκε ότι ένας και μόνο έλεγχος για διαβήτη σχετίστηκε με 21% μείωση της θνησιμότητας από κάθε αιτία και 16% μείωση των καρδιαγγειακών επεισοδίων, την περίοδο 2001-2012.
Στην τρίτη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο ίδιο έντυπο, οι ερευνητές εντόπισαν 1.024 άτομα μέσω προληπτικού ελέγχου και 8.642 με κλινική διάγνωση διαβήτη σε πληθυσμιακή ομάδα άνω των 140.000 ατόμων, μεταξύ 1992 και 2013. Ο έλεγχος είχε γίνει στο πλαίσιο του προγράμματος VIP στην Σουηδία.
«Τα άτομα που είχαν διαγνωστεί με διαβήτη μέσω του εν λόγω προγράμματος, είχαν εντοπιστεί κατά μέσο όρο 4,6 χρόνια νωρίτερα από εκείνους που είχαν κλινική διάγνωση. Και μάλιστα είχαν αξιοσημείωτα χαμηλά ποσοστά θνησιμότητας από οποιαδήποτε αιτία, καρδιαγγειακά συμβάματα, νεφρική νόσο και αμφιβληστροειδοπάθεια.
Τα δεδομένα αυτά δείχνουν μια σαφή θετική επίδραση στην επιβίωση και την κατάσταση της υγείας των ασθενών, αν ο διαβήτης διαγνωστεί εγκαίρως μέσω προληπτικών προγραμμάτων ελέγχου, απ’ ότι αν έχει δώσει κλινικά συμπτώματα», υπογραμμίζουν οι συγγραφείς της μελέτη Δρ Αντινα Φελντμαν και ο καθηγητής Ολαφ Ρολαντσον από το Πανεπιστήμιο Ουμέα της Σουηδίας.
Δεδομένων των αποτελεσμάτων συνολικά η Δρ Σιμμονς σχολιάζει ότι «ο έλεγχος φαίνεται να έχει θετική επίδραση σε όσους έχουν διαγνωστεί με διαβήτη, αλλά το όφελος αυτό είναι εν τέλει πολύ μικρό για τον γενικό πληθυσμό σε ότι αφορά την καρδιακή νόσο και το εγκεφαλικό επεισόδιο ή τον πρόωρο θάνατο».
Ακολουθήστε το Lykavitos.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις