Μία βασική ιδιότητα της κατάθλιψης είναι ότι υπερβαίνει την όποια θέληση του ατόμου να κινητοποιήσει τον εαυτό του.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα της σταδιακή εξασθένηση μίας τέτοιας θέλησης στο άτομο και την υποκατάστασή της από ένα αίσθημα παθητικότητας και παραίτησης.

Σε τέτοιες περιπτώσεις η λύση που προτείνεται είναι μέσω της οδού της ψυχανάλυσης ή της ψυχοθεραπείας. Πρόκειται για μία εξατομικευμένη μορφή θεραπείας, καθώς στην ουσία, δεν μπορεί να υπάρχει μία διάγνωση που να δίνει το κλειδί για όλες τις περιπτώσεις.

Το σύμπτωμα είναι στην πραγματικότητα μοναδικό για τον καθένα και επομένως απαιτεί εξατομικευμένη ανάλυση.

Το σύμπτωμα δεν υπακούει στην καθολική λογική των γενικών κανόνων, αλλά φαίνεται να δημιουργεί κάθε φορά μία δική του λογική που πρέπει να αναγνωρισθεί ως τέτοια και να μελετηθεί αυτοτελώς.

Το νόημα της παραπάνω διαδικασίας είναι μέσω της ομιλίας με τον ειδικό επαγγελματία, το άτομο να εκφραστεί και να αποκτήσει σταδιακά βαθύτερη επίγνωση της κατάστασής του.

Μπορεί να ανακαλύψει τις αιτίες της δυστυχίας του, που δεν είχε συνειδητοποιήσει ακόμη. Η επίγνωση αυτού του είδους θα το βοηθήσει να ανταποκριθεί καλύτερα στο παρόν και να περιορίσει τις πιθανότητες εμφάνισης καταθλιπτικού επεισοδίου στο μέλλον.