Στην επίσκεψη του Προέδρου της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στην Ελλάδα και στις σχέσεις των δύο χωρών αναφέρονται τα γερμανικά Μέσα Ενημέρωσης.
Τα γερμανικά ΜΜΕ κάνουν λόγο για ένα διαφαινόμενο θετικό διμερές κλίμα, για μία νέα εκκίνηση ύστερα από μία μακρά περίοδο εντάσεων.
«Έχουν βρεθεί πολλές φορές στο χείλος του πολέμου τις τελευταίες δεκαετίες» σημειώνει η εφημερίδα «Die Zeit» για τις σχέσεις Αθήνας-Άγκυρας για να προσθέσει στη συνέχεια όμως: «Από τις αρχές του 2023 όμως, και οι δύο χώρες προσπαθούν να επανασυνδεθούν».
Το γερμανικό δίκτυο κάνει μία ιστορική αναδρομή στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
«Ελλάδα και η Τουρκία είναι γείτονες και κράτη μέλη του ΝΑΤΟ. Επιπλέον, σήμερα, ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης υποδέχθηκε τον Τούρκο Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα. Γιατί όμως έχει τόσο μεγάλη σημασία η επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα; Μόλις πριν από ένα χρόνο, οι απειλές κατά της Ελλάδας ήταν μέρος μιας καθιερωμένης ρητορικής του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ενώ υπήρχαν φόβοι ακόμη και για στρατιωτική κλιμάκωση της σύγκρουσης στο Αιγαίο», αναφέρει το γερμανικό δημοσίευμα.
«Το 2022, ο Ερντογάν είχε πει για τον Έλληνα πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, ότι για τον ίδιο, δεν υπάρχει πια. Τώρα, όμως με τις σημερινές του δηλώσεις, ο αρχηγός του τουρκικού κράτους θέλει να εισαγάγει μια «νέα εποχή» στις τεταμένες σχέσεις με τη γειτονική χώρα. Στόχος της σημερινής επίσκεψής του στην Αθήνα είναι η εμβάθυνση της ελληνοτουρκικής συνεργασίας. Στη συνομιλία του με τον Μητσοτάκη, ο Ερντογάν ανακοίνωσε ότι θα συζητηθούν και θέματα για τα οποία οι δύο ηγέτες είχαν διαφορετικές απόψεις».
«Η δύσκολη σχέση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας έχει μακρά ιστορία. Επί 400 χρόνια, η σημερινή Ελλάδα ήταν υποταγμένη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ακόμη και μετά την Ελληνική Επανάσταση και την ίδρυση της πρώτης Ελληνικής Δημοκρατίας τη δεκαετία του 1820, οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν. Ο ελληνοτουρκικός πόλεμος από το 1919 έως το 1922 εξακολουθεί να ασκεί επιρροή ακόμη και σήμερα. Η τελική κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον απόηχο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου συνέπεσε με τον αυξανόμενο ελληνικό εθνικισμό, οι εκπρόσωποι του οποίου ονειρεύονταν την επανίδρυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας με το σύνθημα ''Μεγάλη Ιδέα''».
«Το 1919 τα ελληνικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Ανατολία. Ο τουρκικός στρατός υπό τον Κεμάλ Ατατούρκ κέρδισε τελικά τον πόλεμο. Μέχρι σήμερα αυτό το θυμούνται στην Τουρκία και το γιορτάζουν ως «Ημέρα της Νίκης» στις 30 Αυγούστου – στην Ελλάδα, ωστόσο, η ήττα έχει το θλιβερό όνομα: ''Μικρασιατική καταστροφή''. Αυτό αναφέρεται κυρίως στην κατάκτηση της Σμύρνης από την Τουρκία, κατά την οποία δεκάδες χιλιάδες κάτοικοι της πρώην Σμύρνης δολοφονήθηκαν και οι ελληνικές και τουρκικές συνοικίες της πόλης καταστράφηκαν από πυρκαγιές. Το τέλος του πολέμου συνοδεύτηκε από εκτεταμένες απελάσεις και από τις δύο πλευρές.
Η Συνθήκη της Λωζάνης του 1923 νομιμοποίησε τελικά αυτή την εθνοκάθαρση – και επίσης προέβλεπε μεγάλης κλίμακας ανταλλαγές πληθυσμών. Ως αποτέλεσμα, ένα εκατομμύριο Χριστιανοί που αναγνωρίστηκαν ως Έλληνες εκδιώχθηκαν από την Τουρκία και περίπου 400.000 μουσουλμάνοι από την Ελλάδα επανεγκαταστάθηκαν στην Τουρκία. Η αναγκαστική μετεγκατάσταση ήταν τραυματική για τους πολίτες ειδικά επειδή η ανταλλαγή βασίστηκε καθαρά σε θρησκευτικά κριτήρια. Οι ''Τούρκοι'' που εκδιώχθηκαν από την Ελλάδα ως επί το πλείστον μιλούσαν μόνο ελληνικά, οι διωγμένοι «Έλληνες» μιλούσαν μόνο τουρκικά. Αλλά η ελληνική μειονότητα στην Κωνσταντινούπολη προστατεύτηκε από τη συνθήκη, η οποία όμως αποδυναμώθηκε τις επόμενες δεκαετίες μετά από εμπειρίες βίας όπως το πογκρόμ του 1955».
«Γιατί τώρα Ελλάδα και Τουρκία έρχονται πιο κοντά;» αναρωτιέται ο συντάκτης του γερμανικού δημοσιεύματος για να συμπληρώσει τα εξής:
«Τα σημάδια χαλάρωσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις καταγράφηκαν από την αρχή του χρόνου:
- Σημαντικό ρόλο έπαιξε ο καταστροφικός σεισμός στην Τουρκία.
- Ο υπουργός Άμυνας της Ελλάδας, Νίκος Δένδιας ήταν ο πρώτος ξένος πολιτικός -τότε ήταν υπουργός Εξωτερικών- που ταξίδεψε στην περιοχή της καταστροφής.
- Η προσέγγιση θυμίζει τη λεγόμενη «διπλωματία του σεισμού» στο τέλος της δεκαετίας του 1990.
- Η αμοιβαία βοήθεια που παρείχαν Ελλάδα και Τουρκία μετά τους σεισμούς του Gölcük και της Αθήνας το 1999 οδήγησε σε ανατροπή των διμερών σχέσεων και τελικά στην έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της ΕΕ με την Τουρκία».
Η σοβαρή οικονομική κρίση στην Τουρκία όπως και η επικείμενη αγορά μαχητικών F-16 από τις ΗΠΑ είναι πιθανό να παίξουν ρόλο και για την Άγκυρα, τονίζει δε η Die Zeit.
Για τους λόγους αυτούς, προσθέτει, ο Ερντογάν προσπαθεί να έρθει πιο κοντά στην ΕΕ και τις ΗΠΑ από την επανεκλογή του ως πρόεδρος και η βελτίωση των σχέσεών του με την Ελλάδα είναι γι΄αυτόν ζωτικής σημασίας.
Αναφερόμενη η γερμανική εφημερίδα στα βασικά σημεία διαμάχης μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, γράφει τα εξής:
«Η σύγκρουση μεταξύ των δύο εταίρων του ΝΑΤΟ αφορά πρωτίστως τα κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο και την εκμετάλλευση πρώτων υλών στην ανατολική Μεσόγειο. Η Τουρκία αμφισβητεί την κυριαρχία της Ελλάδας σε πολλά νησιά του Αιγαίου, συμπεριλαμβανομένων των νησιών της Ρόδου, της Σάμου και της Κω, που βρίσκονται κοντά στις τουρκικές ακτές.
Η υπαγωγή των νησιών αυτών στην Ελλάδα ρυθμίζεται στις Συνθήκες της Λωζάνης και του Παρισιού, που καθιέρωσαν τα σύνορα μεταξύ των γειτονικών χωρών μετά τους παγκόσμιους πολέμους. Η κυβέρνηση τονίζει επίσης ότι τα νησιά είναι ξεκάθαρα ελληνικό έδαφος. Ωστόσο, η Τουρκία υποστηρίζει ότι η Ελλάδα παραβιάζει τους όρους που παρέλαβε τα νησιά. Το βασικό ζήτημα είναι η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών, η οποία προβλέπεται σε παράρτημα της Συνθήκης των Παρισίων του 1947».
«Η Ελλάδα δικαιολογεί το γεγονός ότι στρατιώτες της βρίσκονται στα νησιά επικαλούμενη την τουρκική απειλή. Ο Ερντογάν ζήτησε επανειλημμένα να αποσυρθούν όλοι οι Έλληνες στρατιώτες από τα νησιά. Το περασμένο φθινόπωρο απείλησε προκλητικά την Ελλάδα λέγοντας χαρακτηριστικά: «Μπορούμε να έρθουμε ξαφνικά νυχτιάτικα ». Τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη παραβίασαν ουκ ολίγες φορές τον εναέριο χώρο του 2022. Οι αμφιλεγόμενες δοκιμαστικές γεωτρήσεις της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο τα τελευταία χρόνια συνδέονται επίσης με την εδαφική διαμάχη των δύο χωρών. Η Τουρκία διεκδικεί θαλάσσιες περιοχές που, σύμφωνα με τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας -την οποία η Άγκυρα δεν αναγνωρίζει- ανήκουν στην Ελλάδα και την Κύπρο ως Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ). Τα ταξίδια εξερεύνησης του τουρκικού ερευνητικού σκάφους Oruc Reis σε αναζήτηση κοιτασμάτων φυσικού αερίου στα ανοιχτά του ελληνικού νησιού Μεγίστη ,προκάλεσαν επίσης επιπρόσθετες διαφωνίες μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας» προσθέτει η γερμανική εφημερίδα.
Εστιάζει και στη μετανάστευση για να υπογραμμίσει ότι αποτελεί «ένα μόνιμο θέμα για το οποίο ερίζουν Ελλάδα και Τουρκία. Ο Ερντογάν εξαπολύει τακτικά σοβαρές κατηγορίες εναντίον Ελλήνων συνοριοφυλάκων, οι οποίοι επίσης έχουν στοχοποποιηθεί από ΜΚΟ ότι απωθούν τους πρόσφυγες με αθέμιτα μέσα».
Το Κυπριακό
«Ορισμένοι ειδικοί θεωρούν ότι η ανεπίλυτη σύγκρουση στο Κυπριακό είναι η πραγματική ρίζα των σημερινών διαφορών μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας. Αυτή η σύγκρουση κλιμακώθηκε το 1974. Από την τουρκική εισβολή στη βόρεια Κύπρο, το νησί της Μεσογείου έχει χωριστεί στα δύο: τον ελληνικό νότο και τον τουρκικό βορρά.
Η διεθνώς αναγνωρισμένη Κυπριακή Δημοκρατία στο νότο είναι μέλος της Ευρωπαϊκή Ένωση από το 2004 και απορρίπτει την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
Τα τελευταία χρόνια, η Τουρκία έχει στείλει επίσης πλοία γεώτρησης στα κυπριακά χωρικά ύδατα σε αναζήτηση κοιτασμάτων φυσικού αερίου. Ταυτόχρονα, βλέπει τον εαυτό της αποδυναμωμένο μετά τη συνεργασία στην ενεργειακή πολιτική Κύπρου, Ισραήλ και Ελλάδας για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην ανατολική Μεσόγειο», καταλήγει το δημοσίευμα της Die Zeit.