Η ανακοίνωση της Angela Merkel την Κυριακή ότι θα θέσει υποψηφιότητα για τέταρτη θητεία ως καγκελάριος ήταν σχεδόν αναμενόμενη, δεδομένου του ρόλου της ως της πιο σημαντικής κεντρώας προσωπικότητας στον κόσμο, ως ενός από τα τελευταία προπύργια της Ευρώπης ενάντια στη σκληρή δεξιά και ως ηγέτιδας που στην πραγματικότητα δεν έχει κάποιον αξιόπιστο αντίπαλο στη Γερμανία. Ωστόσο, κατά πάσα πιθανότητα θα αντιμετωπίσει την πιο δύσκολη εκλογή στην καριέρας της -η νίκη είναι κάθε άλλο παρά εξασφαλισμένη.
Η γερμανική κοινοβουλευτική δημοκρατία δεν επιβάλει όρια στη θητεία των καγκελάριων. Ωστόσο η κόπωση των ψηφοφόρων με έναν ηγέτη που την ημέρα των εκλογών θα έχει συμπληρώσει 12 χρόνια στην διακυβέρνηση της χώρας, θα είναι ένας παράγοντας. "Με ξέρετε" είπε η Merkel στους ψηφοφόρους του 2013 -και τους άρεσε αυτό που ήξεραν. Πλέον, οι Γερμανοί μπορεί να γνωρίζουν τόσο καλά τη Merkel που να μην νιώθουν άνετα. Και πολλοί υποψιάζονται ότι, παρά την ικανότητά της να βρίσκει απίθανους συμβιβασμούς και να αποσύρεται από δύσκολες καταστάσεις, δεν έχει στην πραγματικότητα ένα σχέδιο για να πάει τη χώρα προς τα εμπρός, είτε να αντιμετωπίσει την προσφυγική ενσωμάτωση ή την μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης.
Εκτός από την ομιλία στην οποία ανακοίνωσε την υποψηφιότητά της, η Merkel έδωσε και μία τηλεοπτική συνέντευξη στην Anne Will, εξηγώντας ότι στόχος της είναι να προωθήσει τη "συνοχή" στην κοινωνία με τη μετρημένη, κεντρώα προσέγγισή της. Υποστήριξε ότι η Γερμανία θα χρειαστεί την εμπειρία που έχει αποκομίσει σε δύσκολους καιρούς. Αυτό δεν θα είναι αρκετό: Όπως όλοι οι κεντρώοι παντού στον κόσμο μετά το Brexit και τον Trump, η Merkel έχει να δώσει πολλές περισσότερες εξηγήσεις απ' ότι στην προηγούμενη, πιο ανέμελη εποχή. Ο Michael Hanfeld έγραψε στην ημερήσια εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung:
Αυτό δεν είναι τίποτα άλλο από το αναδιατυπωμένο μάντρα που η Angela Merkel τώρα αποφεύγει "Wir schaffen das" (Μπορούμε να το κάνουμε). Αλλά τα ερωτήματα που προκύπτουν από αυτό - τι είναι αυτό που μπορούμε να κάνουμε; Πώς μπορούμε να το κάνουμε; - παραμένουν αναπάντητα, καθώς επίσης και το εξής: Γιατί είναι πεπεισμένη η Angela Merkel ότι είναι ο σωστός ηγέτης για το κόμμα και τη χώρα; Και το σημαντικότερο; Τι αντιπροσωπεύει αυτή και το κόμμα της; Ποιους στόχους επιδιώκουν;
Αυτό μοιάζει με ένα παράξενο σύνολο ερωτήσεων για μια ηγέτιδα που θα επιχειρήσει να συμπληρώσει 16 χρόνια στην εξουσία, όσα είχαν δοθεί και στον πολιτικό μέντορά της Helmut Kohl. Κι όμως υπάρχει μία κάποια λογική στο να απευθυνθούν στο τέλος της τρίτης θητείας της Merkel.
To 2013, η βασική προεκλογική υπόσχεση της Merkel ήταν η δημοσιονομική εξυγίανση η οποία επιτεύχθηκε νωρίς. Τα γερμανικά κρατίδια επίσης βρίσκονται σε τροχιά ισοσκελισμού των προϋπολογισμών τους. Το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου της Merkel αφιερώθηκε στην καταπολέμηση διεθνών κρίσεων, όπως οι φυγόκεντρες τάσεις στην ευρωζώνη και την Ε.Ε, το χάος της Ουκρανίας και οι συνέπειες της ανόδου του Ισλαμικού Κράτους. Η τελευταία κρίση χτύπησε πολύ κοντά στη χώρα της, καθώς εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες απειλούν να καταστήσουν τα σύνορα της Ευρώπης άνευ σημασίας. Η ειλικρινής και με κατανόηση αντίδραση της Merkel - να αγωνιστεί ώστε η Ευρώπη να επιτρέψει την είσοδο περισσότερων προσφύγων και να δώσει το καλό παράδειγμα - δημιούργησε ένα τεταμένο κλίμα στη γερμανική γραφειοκρατία και την αστυνομία. Και ίσως το πιο σημαντικό υπό το προεκλογικό πρίσμα, ήταν ότι οι Γερμανοί δεν ρωτήθηκαν πραγματικά προτού η Merkel ενεργήσει.
Ο Donald Trump έδειξε τι συμβαίνει όταν ο λαός αισθάνεται ότι δεν τον λαμβάνουν υπόψιν σε ευαίσθητα θέματα όπως η μαζική μετανάστευση. Αν και το γερμανικό σύστημα έχει ξεπεράσει το αρχικό σοκ και η Merkel έχει κάνει κάτι για τον περιορισμό των μεταναστευτικών ροών και πάλι χρειάζεται να πει στους Γερμανούς τι σκοπεύει να κάνει με τους νεοεισερχόμενους, πώς θα ενσωματωθούν ή θα επαναπροωθηθούν. Δεν είναι πλέον αρκετό να μιλάει για αξίες - ελευθερία, δεκτικότητα, ανοχή και ενσωμάτωση - όπως έχει κάνει πολλές φορές.
Η απαίτηση από την Merkel να προσδιορίσει το πού οδηγεί τη Γερμανία και το πώς, αποτελεί πιθανώς ένα υπόδειγμα για όλους τους κεντρώους που κάνουν εκστρατεία για την επανεκλογή τους σε όλη την Ευρώπη: Χρειάζεται να μιλήσουν στο λαό όσο πιο συγκεκριμένα μπορούν, αντί να τον παραπέμπουν σε αφηρημένες έννοιες που έχουν ξεθωριάσει από την υπερβολική χρήση. Επίσης χρειάζεται να προσφέρουν μία ξεκάθαρη πορεία προς τα εμπρός. Στη Γερμανία, αυτό μπορεί να σημαίνει το να ασχοληθούν με την καθυστερημένη μεταρρύθμιση της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και των συντάξεων. Οι δημογραφικές αλλαγές απαιτούν δράση, αλλά η Merkel ήταν αρκετά προσεχτική να μην βουτήξει σε αυτή τη μάχη. Η κατάσβεση πυρκαγιών είναι ωραία και καλή - και έχω γράψει πολλές φορές πως πιστεύω ότι η Merkel έχει κάνει απίστευτη δουλειά σε αυτό - αλλά μετά βίας εμπνέει και έχει παλιώσει ως δέλεαρ για τους ψηφοφόρους.
Τα υπόλοιπα είναι πολιτική και δεν είναι όλα όμορφα πλασμένα ούτε για τη Merkel. Παρότι η ακροδεξιά στη Γερμανία εξακολουθεί να φαίνεται πολύ αδύναμη για να αποτελέσει μία σοβαρή απειλή και τα εκλογικά της κέρδη κατά πάσα πιθανότητα θα εξουδετερωθούν από την πολιτική του συνασπισμού, η Merkel αντιμετωπίζει μία πρόκληση από τα αριστερά. Στο φιλελεύθερο Βερολίνο όπου το κόμμα CDU της Merkel υπέστη μία συντριπτική ήττα τον Σεπτέμβριο, οι ομοσπονδιακοί εταίροι του συνασπισμού, οι Σοσιαλδημοκράτες, έχουν σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού με το ακρο-αριστερό κόμμα Die Linke και τους Πράσινους. Αυτό είναι κάτι που οι αριστεροί μπορούν να δοκιμάσουν και στις γενικές εκλογές του επόμενου έτους. Η Merkel έχει εργαστεί για να ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο, προσφέροντας στον υπουργό Εξωτερικών Frank Walter Steinmeier, τον δημοφιλέστερο υποψήφιο των Σοσιαλδημοκρατών, την στήριξή της για την σε μεγάλο βαθμό εθιμοτυπική γερμανική προεδρία.
Αν το CDU δεν πετύχει αυτοδυναμία όπως έγινε το 2013, θα πρέπει να συνεργαστεί είτε με τους Σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι δεν θα δεχθούν κατ' ανάγκη διότι η δημοτικότητά τους έχει πέσει κατακόρυφα από τις τελευταίες εκλογές, είτε θα προσπαθήσει να οικοδομήσει έναν συνασπισμό με τους Πράσινους και το μικρό φιλο-επιχειρηματικό κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών. Αυτή είναι μία προβληματική οδός, διότι αυτός ο συνασπισμός μπορεί να μην εξασφαλίσει καν την πλειοψηφία.
Ακόμη κι αν η Merkel κερδίσει και βρει σταθερούς κυβερνητικούς εταίρους, το κόμμα της, στο οποίο έχει επί της ουσίας καταστρέψει όλους τους ισχυρούς ανταγωνιστές για την ηγεσία, θα πάρει μόνο μία σύντομη ανάσα πριν χρειαστεί να ψάξει για αντικαταστάτη. Οι ηγέτες του κόμματος στα κρατίδια είναι αδύναμοι, όπως αποδείχθηκε από τις ήττες που υπέστησαν στις τοπικές εκλογές και οι λαμπροί νέοι πολιτικοί στα δεξιά του πολιτικού φάσματος μπορούν κάλλιστα να δουν μία πιο πολλά υποσχόμενη πορεία σε ένα λαϊκιστικό κόμμα όπως το ξενοφοβικό AfD αντί στο παλαιό και συντηρητικό κόμμα της Merkel, το οποίο μπορεί να καταλήξει να βρεθεί επί της ουσίας ακέφαλο στις εκλογές του 2021.
Η κυριαρχία της Merkel έχει καθυστερήσει την ώρα του απολογισμού για τους Γερμανούς κεντρώους, κάτι που δεν συνέβη στις ΗΠΑ και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες επειδή τους έλειπε μία τέτοια φιγούρα. Η τέταρτη υποψηφιότητα της Merkel -η οποία μπορεί κάλλιστα να είναι επιτυχημένη δεδομένης της συσσωρευμένης εμπειρίας της - σε κάθε περίπτωση θα φέρει στην επιφάνεια τα προβλήματα του κεντρώου πολιτικού χώρου. Δεν μπορούν πλέον να κρυφτούν κάτω από το χαλί, ούτε στη Γερμανία, ούτε αλλού.
Πηγή: Bloomberg