Την «ευρωπαϊκή διάσταση» της ιστορικής, όντως, συμφωνίας Ελλάδας – Γαλλίας στον αμυντικό τομέα (είναι γνωστές οι λεπτομέρειες της όσο αφορά στην προμήθεια των φρεγατών και στην υπό όρους προμήθεια και των κορβετών) επιχειρούν να επινοήσουν ή, ακόμη – ακόμη, να οριστικοποιήσουν διάφοροι αναλυτές των διεθνών εξελίξεων.
Του Χρήστου Υφαντή
Άδικος ο κόπος και οι ώρες που καταναλώθηκαν, καμία ανάλογη «ευρωπαϊκή διάσταση» δεν υπάρχει σε αυτή τη διμερή αμυντική συμφωνία, δεν προβλέπεται από την ρήτρα αμυντικής συνδρομής και δεν προκύπτει ως επόμενο βήμα.
Η μόνη ευρύτερη της διμερούς συμφωνίας διάσταση που προκύπτει είναι η επιθυμία της ελληνικής πλευράς να προσθέσει στη συμφωνία, για να γίνει ευκολότερη στην αποδοχή της, μια ευρωπαϊκή νότα και η διάθεση της Γαλλίας να ανεβάσει τις μετοχές της στο ευρωπαϊκό πολιτικό χρηματιστήριο, έτσι όπως είχαν κατρακυλήσει μετά την ανακοίνωση του AUKUS και την «μονοφαγάδικη» στάση των Αμερικανών.
Αντικειμενική «ευρωπαϊκή διάσταση» δεν υπάρχει, δεν πρόκειται να υπάρξει, αντίθετα είναι εξαιρετικά πιθανό να δημιουργηθεί ένα ευρωπαϊκό μπλοκ απέναντι σε αυτή την, θεωρητική έστω, ερμηνεία των γεγονότων, η Ευρώπη κατατρύχεται ακόμη από φαντάσματα σχετικά με τον ενιαίο στρατό και την ενιαία εξωτερική πολιτική, δεν είναι τώρα ή στο άμεσο μέλλον η ώρα να τα ξορκίσει και μάλιστα με πρωτοβουλία Μακρόν – Μητσοτάκη, δύο πολιτικών που αντιμετωπίζουν ειδικά προβλήματα και για το λόγο αυτό προχωρούν σε ειδικές συνεννοήσεις και συμφωνίες.
Η αμυντική συμφωνία Γαλλίας – Ελλάδας είναι εξαιρετικά σημαντική για τη χώρα μας, προσοδοφόρα για τη Γαλλία (τη βγάζει από το ιδιότυπο περιθώριο που την είχε οδηγήσει η στυγνή αμερικανική εξωτερική πολιτική), ιδανική για να καλυφθεί, ως ένα βαθμό, ένα κενό στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου πριν το καλύψει ο νεοσουλτάνος Ερντογάν, αλλά έως εκεί.
Για να αποκτήσει «ευρωπαϊκή διάσταση» θα χρειαστεί να την αναγνώσουν θετικά και να την αποδεχθούν, ως πρόκριμα, χώρες και πολιτικές παρατάξεις που εξακολουθούν να διατηρούν έντονο τον εθνικό τους χαρακτήρα ακόμη και εντός της Ε.Ε., που τοποθετούν τα βασικά εθνικά τους συμφέροντα υπεράνω των ευρύτερων ευρωπαϊκών, που δεν αντιλαμβάνονται τις ευαισθησίες του νότου, ούτε συγκινούνται από «τα εθνικά δίκαια» της Ελλάδας, αντίθετα, μάλλον, παρατηρούν με ενδιαφέρον τις αυτοκρατορικές διαθέσεις της Τουρκίας και σε κάθε περίπτωση αποκρούουν κάθετα την ιδέα μιας ευρωπαϊκής στρατιωτικής οργάνωσης την ώρα που οι ίδιοι δεν αντιμετωπίζουν κανένα ανάλογο πρόβλημα.
Σε όλους αυτούς, με πρώτη στον κατάλογο τη Γερμανία, η αμυντική συμφωνία Γαλλίας – Ελλάδας λειτουργεί (θα λειτουργήσει) ως καμπανάκι προς μια ανακατανομή ισχύος εντός της Ε.Ε. υπέρ των γαλλικών συμφερόντων, ως μια βαρύτατη παραβίαση των ορίων μιας παραδοσιακής ισορροπίας εξουσίας στην Γηραιά Ήπειρο, δηλαδή ως μια εξέλιξη που μάλλον θα τις οδηγήσει σε μια εθνική περιχαράκωση, προς μεγάλη λύπη των εγχώριων αναλυτών, που πολύ θα ήθελαν να δουν τα ευρωπαϊκά στρατά να επιτίθενται και να καταστρέφουν τον εχθρό…
Εκεί, ακριβώς, υπάρχει ένα δεύτερο θεματάκι, η Ευρώπη ως οργανισμός δεν έχει εχθρό, ελληνιστί το παραμύθι του ευρωστρατού είναι καλό, αλλά δεν έχει δράκο, με ποιον θα πολεμήσουν οι απόγονοι των ιπποτών και των Σταυροφόρων; Για τίνος ή τίνων τα συμφέροντα ή «τα εθνικά δίκαια» θα ξεκινήσουν να πάνε να σκοτωθούν;
Την ίδια ώρα οι υπόλοιπες χώρες της Ένωσης (των μεσογειακών περιλαμβανομένων, δηλαδή Ισπανίας και Ιταλίας) είναι φανερό πως αντί να συγκινούνται από τις δοξασίες για έναν ευρωστρατό «που χρειάζεται να ξεκινήσει να συγκροτείται» παρατηρούν με μεγάλη αγαλλίαση το στραπάτσο των Γάλλων από τον Μπάιντεν, η επιθυμία της Γαλλίας να μεταφέρει το παιχνίδι εξουσίας στην ΕΕ στο γήπεδο που ευνοεί την ίδια (στην στρατιωτική ισχύ) τους τρομάζει, ενώ δεν έχουν κανένα λόγο να βρεθούν απέναντι στην Τουρκία των 100 εκατομμυρίων καταναλωτών.
Υποβαθμίζει η απουσία «ευρωπαϊκής διάστασης» (τουλάχιστον άμεσης ή μεσοπρόθεσμης) την επιτυχία του Κυριάκου Μητσοτάκη να συμφωνήσει με τον Πρόεδρο Μακρόν , με τις ευλογίες των Αμερικανών, την ενίσχυση της ελληνικής αποτρεπτικής ισχύος στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο;
Ουδόλως, η επιτυχία είναι μεγάλη, πιθανόν ιστορική, αλλάζει τις ισορροπίες και βάζει νέους παίκτες στο παιχνίδι της περιοχής, διασυνδέει λειτουργικά δύο ισχυρές (ίσως τις ισχυρότερες) πολεμικές μηχανές σε θάλασσα και αέρα και προσφέρει στην Ελλάδα στρατηγικό πλεονέκτημα απέναντι στην Τουρκία, που αισθάνεται, ήδη, στη γωνία, αλλά ως εκεί.
«Ευρωπαϊκή στρατιωτική διάσταση» στην αμυντική συμφωνία Μακρόν – Μητσοτάκη θα μπορούσε κανείς να αναζητήσει αν η Γηραιά Ήπειρος αποφάσιζε να γίνει σοβαρός παίκτης σε παγκόσμιο επίπεδο, για να συμβεί αυτό χρειάζεται να ξεπεραστεί ο δομικός απομονωτισμός της και η αίσθηση πολιτισμικής υπεροχής που την χαρακτηρίζει και την καθοδηγεί, να ακυρωθεί ο ιστορικός εθνικισμός των μελών της και να προκύψει απτό οικονομικό συμφέρον που πρέπει να διεκδικηθεί μέσω ενός στρατού.
Προοπτική ανάλογη εντός των ορίων της επόμενης γενιάς δεν διαφαίνεται πουθενά.
Έως τότε καλές είναι οι γενικεύσεις για την «ευρωπαϊκή διάσταση» της συμφωνίας Μακρόν - Μητσοτάκη, έστω και αυθαίρετες, αλλά μην τις παίρνουμε και τοις μετρητοίς γιατί μπορεί να καταλήξουν μπούμερανγκ.