Απάντηση στην ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με το ζήτημα των παρακολουθήσεων έδωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου.
«Ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο κυβέρνησε, αδιαφόρησε πλήρως για τη ρύθμιση του εξαιρετικά ευαίσθητου -για την εθνική ασφάλεια και τη Δημοκρατία- πεδίου των κρατικών υπηρεσιών πληροφοριών και τα λογισμικά παρακολούθησης», τόνισε ο υφυπουργός Επικρατείας.
Αναλυτικά η δήλωση του Γιάννη Οικονόμου:
«Ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο κυβέρνησε, αδιαφόρησε πλήρως για τη ρύθμιση του εξαιρετικά ευαίσθητου -για την εθνική ασφάλεια και τη Δημοκρατία- πεδίου των κρατικών υπηρεσιών πληροφοριών και τα λογισμικά παρακολούθησης. Το γεγονός ότι αυτά είχαν εντοπιστεί να λειτουργούν στη χώρα από το 2016 καθιστά την αδράνεια του ύποπτη αδιαφορία.
Η Κυβέρνηση, από την πρώτη στιγμή που έγιναν αντιληπτές και γνωστές αρρυθμίες στο σύστημα, ανέλαβε πολιτικές πρωτοβουλίες για την επίλυση των προβλημάτων, απέδωσε με γενναιότητα πολιτικές ευθύνες, συνέδραμε την ελληνική Δικαιοσύνη μέσω των δημοσίων Αρχών.
Παράλληλα, ετοίμασε νομοθετικές πρωτοβουλίες που έρχονται να απαντήσουν στα προβλήματα με τρόπο πειστικό και οριστικό. Είναι προφανές, από την ανακοίνωσή του, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, είτε δεν κατανοεί, είτε -όπως το συνηθίζει- σκοπίμως διαστρεβλώνει αυτό που διαβάζει.
Επισημαίνουμε λοιπόν, σημείο προς σημείο, σε όσα αναφέρει:
Ως προς την παρατήρηση περί αναδρομικής εφαρμογής: κανένας πολίτης, ο οποίος έχει βρεθεί σε καθεστώς άρσης απορρήτου, δεν εξαιρείται από τη δυνατότητα να ενημερωθεί, ακόμα κι αν η παρακολούθηση, έγινε στο παρελθόν. Το χρονικό όριο των τριών ετών που τίθεται συνδέεται με την ανάγκη να υπάρχει μία αντικειμενική χρονική απόσταση πριν από την ενημέρωση, ώστε να μην υπάρχει οποιοδήποτε επικινδυνότητα για την εθνική ασφάλεια. Χρονικά όρια τίθενται εξάλλου και σε σχετικές νομοθεσίες ευρωπαϊκών κρατών.
Ως προς το τριμελές όργανο που αποφασίζει: πλην του Διοικητή, δεν πρόκειται για τα ίδια πρόσωπα που κρίνουν εάν υφίσταται διακύβευση εθνικής ασφάλειας. Στο τριμελές όργανο συμμετέχουν ο πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών, που εξαρχής δεν συμμετείχε στην διαδικασία, και ο εισαγγελικός λειτουργός που υπηρετεί στον οικείο φορέα, ο οποίος, λόγω παρέλευσης του χρόνου θητείας του, θα είναι διαφορετικός από εκείνον που εξέδωσε τη διάταξη. Η επιφύλαξη της μη διακύβευσης του σκοπού υπήρχε εξάλλου αυτούσια και στο πλαίσιο που ίσχυε επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Ως προς την απόφαση για το ποιο κακόβουλο λογισμικό θεωρείται παράνομο: καλό θα είναι να γνωρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, ότι μία ποινική διάταξη οφείλει να είναι απολύτως ορισμένη, διαφορετικά έχει κίνδυνο να κριθεί αντισυνταγματική λόγω αοριστίας. Συνεπώς, η ύπαρξη καταλόγου είναι αναγκαία συμπλήρωση της ποινικής διάταξης.
Επειδή δε η ΕΥΠ είναι ο εθνικός φορέας κυβερνοασφάλειας, είναι σε θέση να γνωρίζει ανά πάσα στιγμή τα κακόβουλα λογισμικά που κυκλοφορούν. Υπό διαφορετική εκδοχή, η διάταξη θα ήταν ανεφάρμοστη και νομικά προβληματική.
Ως προς την διαγραφή υλικού παρακολουθήσεων: καλό θα ήταν η Αντιπολίτευση να ανατρέξει στη σχετική νομοθεσία, όπως ισχύει επί δεκαετίες. Ο νόμος δεν προέβλεπε χρονικό όριο για την καταστροφή του υλικού της παρακολούθησης, με αποτέλεσμα η καταστροφή να καθίσταται δυνατή από την πρώτη μέρα της λήξη της άρσης.
Για πρώτη φορά τυποποιείται η διαδικασία και τίθενται αυστηρά και εύλογα όρια. Εξάλλου, το περιεχόμενο της παρακολούθησης θα πρέπει να καταστρέφεται σε σχετικά εύλογο χρόνο για λόγους προστασίας προσωπικών δεδομένων, στο μέτρο που δεν ανέκυψε ζήτημα εθνικής ασφάλειας.
Και καλό είναι να μην συγχέεται το υλικό παρακολούθησης, που καταστρέφεται στους έξι μήνες, με τον φάκελο τεκμηρίωσης της άρσης του απορρήτου, που καταστρέφεται ύστερα από δεκαετία, για το οποίο επίσης δεν υπήρχε προθεσμία στην προηγούμενη νομοθεσία.
Η πολιτική, όπως την αντιλαμβανόμαστε εμείς, είναι επίλυση προβλημάτων, με πράξεις, απόλυτο σεβασμό στους θεσμούς και μετρήσιμα αποτελέσματα. Όχι ακατάσχετη θεωρητικολογία, όχι κραυγές, όχι ψέματα, όχι συκοφαντίες. Και αυτή είναι η τεκτονική ρωγμή που χωρίζει τη Νέα Δημοκρατία από τον ΣΥΡΙΖΑ».