«Η απόσταση σε όλα τα σημαντικά ζητήματα είναι μεγάλη και δύσκολα θα γεφυρωθεί έως το Eurogroup της 20ής Μαρτίου».
Σε αυτήν τη φράση συνοψίζουν πηγές με άμεση γνώση της διαπραγμάτευσης το σημείο διακοπής των συνομιλιών της ελληνικής πλευράς με τους δανειστές.
Ολα τα ακανθώδη θέματα παραμένουν ακόμη στο τραπέζι, καθώς οι θεσμοί δεν έχουν υποχωρήσει στο ελάχιστο από την απαίτησή τους για μέτρα ύψους 3,6 δισ. ευρώ τη διετία 2019-2020, αγνοώντας τα επιχειρήματα της κυβέρνησης, για την υπεραπόδοση των στόχων, ώστε να μειωθεί το ποσό κατά περίπου 900 εκατ. ευρώ. Ευρωπαίοι και ΔΝΤ επιμένουν σε περικοπή του αφορολογήτου μισθωτών και συνταξιούχων στα 5.900 ευρώ από 8.636 ευρώ σήμερα, με εφαρμογή από την 1/1/2019, ώστε να εισπραχθούν επιπλέον 1,8 δισ. ευρώ (1% του ΑΕΠ) και στη μείωση όλων των υφιστάμενων κύριων συντάξεων έως 30% από το 2020, με στόχο την εξοικονόμηση του υπόλοιπου 1% του ΑΕΠ (1,8 δισ. ευρώ), μέσω της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς.
Το κουαρτέτο απορρίπτει τις προτάσεις του οικονομικού επιτελείου για τα αντίμετρα, τα οποία θα εφαρμοστούν σε περίπτωση υπεραπόδοσης των δημοσιονομικών στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ και αφορούν σε μειώσεις στον ΕΝΦΙΑ, αλλά και στον ΦΠΑ, καθώς και σε επιδόματα ή αυξήσεις σε συντάξεις, στο πρότυπο του επιδόματος που δόθηκε τα Χριστούγεννα και ονομάστηκε «13η σύνταξη». Οι δανειστές υποστηρίζουν πως πρόκειται για διαφορά στη φιλοσοφία των μέτρων, καθώς εκείνοι επιμένουν στον αναπτυξιακό χαρακτήρα των αντιμέτρων και συγκεκριμένα:
- Στη μείωση του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος των νομικών προσώπων.
- Στη μείωση του ανώτατου συντελεστή φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, που σήμερα διαμορφώνεται σε 45%.
- Σε μειώσεις στις εργοδοτικές και εργατικές εισφορές.
- Σε μεγαλύτερη εξόφληση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου σε ιδιώτες προμηθευτές.
Πηγές των θεσμών δεν επιβεβαιώνουν τις πληροφορίες που μετέδιδε τα προηγούμενα 24ωρα κυβερνητικός αξιωματούχος ότι το ΔΝΤ δεν επιμένει στην εκτίμησή του για δημοσιονομικό κενό και το 2018, υποστηρίζοντας ότι είναι πολύ νωρίς ακόμη, αφού το Ταμείο θα περιμένει τα επίσημα στοιχεία από τη Eurostat για το πλεόνασμα του 2016, ώστε να εξετάσει κατά πόσο αυτό προέρχεται από μόνιμα ή προσωρινά μέτρα. Ωστόσο, οι ίδιες πηγές συμπληρώνουν πως το ΔΝΤ δεν ζητά τις περικοπές στο αφορολόγητο και τις συντάξεις από το 2018, αλλά από το 2019 και αφού η οικονομία σταθεροποιηθεί.
Τα πράγματα περιπλέκονται ακόμα περισσότερο από την επί τα χείρω αναθεώρηση των στοιχείων για το ΑΕΠ του 2016, που παρουσίασε ύφεση 1,2% στο τελευταίο τρίμηνο, έναντι των αρχικών προβλέψεων για ανάπτυξη 0,3%. Με βάση αυτά τα στοιχεία, το 2016 κλείνει και πάλι με ύφεση, ενώ πλέον, όλοι οι αναλυτές αναμένουν και για το 2017 ανάπτυξη πολύ μικρότερη από το 2,7%, που έχει προβλεφθεί στο τρίτο μνημόνιο. Τώρα, οι πιο απαισιόδοξοι κάνουν λόγο για ανάπτυξη 0,5% του ΑΕΠ και οι πιο αισιόδοξοι για 1,7%-1,9%. Μάλιστα, όπως σημειώνουν αξιωματούχοι των θεσμών, «όσο καθυστερεί η ολοκλήρωση της αξιολόγησης, τόσο απομακρύνεται η πιθανότητα να επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις της Κομισιόν και οδεύουμε προς αναθεώρηση των εκτιμήσεων».
Η καθήλωση του ελληνικού ΑΕΠ για άλλη μία χρονιά αναμένεται να επηρεάσει τα έσοδα, κατά συνέπεια να οδηγήσει σε απαίτηση για λήψη πρόσθετων μέτρων, προκειμένου να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν οι ίδιοι αξιωματούχοι, «σε περίπτωση που η κυβέρνηση καταφέρει να πιάσει τους στόχους με ισχνή ανάπτυξη, τότε οι επόμενες χρονιές, όταν η οικονομία θα ανακάμψει, θα έχουν πολύ καλύτερα αποτελέσματα». Συμπληρώνουν, πάντως, πως το πλέον πιθανό σενάριο είναι η Κομισιόν να αναθεωρήσει τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη.