Η Γηραιά Ήπειρος δέχεται ισχυρές πιέσεις, από μέσα και από έξω, για να αποκοπεί η ενοποιητική της πορεία –αλλά δείχνει να αντέχει...
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Η Γηραιά Ήπειρος περνά δύσκολες ώρες. Δεν είναι όμως η πρώτη φορά. Στην παρούσα συγκυρία, ωστόσο, οι δυσκολίες θα μπορούσαν να πάρουν άσχημη τροπή γιατί οι συνθήκες που την διέπουν απέχουν από αντίστοιχες στο παρελθόν. Απαιτείται έτσι μία νέα προσαρμοστικότητα, η οποία δεν είναι προφανής στους σημερινούς ηγετικούς κύκλους της Ευρώπης. Και αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα.
Οι ευρωπαϊκές ηγεσίες δεν ήσαν προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν αλλεπάλληλες κρίσεις, σε πολύ σύντομα χρονικά διαστήματα και υπό μεταβαλλόμενες γεωπολιτικές συνθήκες. Οι αβεβαιότητες έτσι μεγαλώνουν στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), γεγονός που συνιστά σημαντική πρώτη ύλη για τους λαϊκιστές και άλλους καιροσκόπους της πολιτικής.
Μέσα σε αυτό το θολό τοπίο, καθοριστικό ρόλο για το μέλλον της Ευρώπης θα παίξουν οι προσεχείς γαλλικές προεδρικές εκλογές, γύρω από τις οποίες, όπως προκύπτει από τις εξελίξεις, παίζονται πολύ σοβαρά οικονομικά και γεωπολιτικά παιχνίδια. Παιχνίδια επικίνδυνα τόσο για την ειρήνη στην Ευρώπη, όσο και για γενικότερες παγκόσμιες ισορροπίες σε έναν κόσμο που έτσι κι αλλιώς αλλάζει.
Όπως πολύ σωστά επισημαίνει σε άρθρο του στην εφημερίδα Καθημερινή ο καθηγητής Γεωπολιτικής στην Σορβόννη, κ. Γιώργος Πρεβελάκης, από ιστορικής πλευράς η Δύση, και μέσα σε αυτήν η Ευρώπη, συγκροτείται από την διαλεκτική ανάμεσα στην θαλασσινή και στην ηπειρωτική φύση.
Κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, η ηπειρωτική εκδοχή εκφράστηκε με τόση ισχύ στην σοβιετοκρατούμενη Ανατολική Ευρώπη, ώστε οι υπόλοιπες χώρες συντάχθηκαν με τις θαλασσινές δυνάμεις.
Κατόπιν, όσο οι Ηνωμένες Πολιτείες ασχολούνταν με την παγκόσμια ηγεμονία, η Γερμανία, με αυξανόμενη επίδραση στην ΕΕ, ανέλαβε να ανασυγκροτήσει την ηπειρωτική Ευρώπη. Έτσι, τα αγγλοσαξονικά και τα ευρωπαϊκά ηπειρωτικά συμφέροντα άρχισαν βαθμιαία να αποκλίνουν. Η οικονομική κρίση όξυνε τους οικονομικούς ανταγωνισμούς. Κατά το διάστημα αυτό, η Ρωσία συστηματικά διευρύνει την επιρροή της.
Η πρώτη φάση 2016-2017 απεκάλυψε την έκταση της ρωγμής. Η επικράτηση του Brexit και η εκλογή του αντι-ευρωπαίου Ντόναλντ Τραμπ έδειξαν ότι η θαλασσινή Δύση αποδεσμεύεται από ένα ευρωπαϊκό οικοδόμημα το οποίο τείνει να λάβει την μορφή μίας γερμανικής Ευρώπης. Οι γεωπολιτικές δομές των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα επιστρέφουν σταδιακά: ασυνεννοησία ανάμεσα στην Γερμανία και τον αγγλοσαξονικό κόσμο, με την Ρωσία να καιροφυλακτεί και την Γαλλία σε θέση κριτή.
Χώρα-σταυροδρόμι ανάμεσα στην ατλαντική, την μεσογειακή και την ηπειρωτική Ευρώπη, η Γαλλία διατρέχεται από το σύνορο το οποίο χωρίζει την θαλασσινή από την ηπειρωτική ευρωπαϊκή γεωπολιτική και γεωοικονομική παιδεία. Η ιδιαιτερότητα αυτή καθιστά την θέση της ρευστή και αμφίρροπη: άλλοτε γέφυρα ανάμεσα στους δύο κόσμους, άλλοτε διαιτητής, άλλοτε θύμα των εντάσεων. Τρεις κυρίαρχες τάσεις υποδηλώνουν την μελλοντική τοποθέτηση της Γαλλίας στη νέα ιστορική καμπή.
Η Μαρίν Λε Πεν, υποψήφια του Εθνικού Μετώπου, εκφράζει μία βίαιη αμφισβήτηση του ευρωπαϊκού γαλλογερμανικού μοντέλου. Ο αντιφιλελευθερισμός της, όμως, την απομακρύνει και από τον αγγλοσαξονικό κόσμο και την προσεγγίζει στον αυταρχικό κρατισμό του Βλαντιμίρ Πούτιν. Το Κρεμλίνο, εξάλλου, την υποστηρίζει απροκάλυπτα και δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής το γεγονός ότι ένα 20% της εκλογικής πελατείας του Εθνικού Μετώπου είναι πρώην ψηφοφόροι του ΚΚ Γαλλίας.
Απέναντι στην Μαρίν Λε Πεν σήμερα βρίσκονται ο φιλελεύθερος σοσιαλδημοκράτης Εμμανουέλ Μακρόν και ο κεντροδεξιός Φρανσουά Φιγιόν, ο άνθρωπος που κάποια συμφέροντα στην γαλλική πολιτική σκηνή θέλουν να εξοντώσουν. Πιο αναλυτικά, ο Εμμ. Μακρόν, 37 ετών, θεωρείται από πολλούς ένας νέος Βαλερύ Ζισκάρ ντ’ Εσταίν και η γλώσσα που μιλάει αρέσει πολύ στους νέους. Ακραιφνής φιλοευρωπαίος, ο πρώην υπουργός Οικονομικών πιστεύει στην ριζική ανανέωση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και θέλει να δώσει νέο περιεχόμενο στον γαλλο-γερμανικό άξονα.
Εκτιμάται έτσι από πολλούς οικονομικούς και μη κύκλους ότι η εκλογή του, που είναι σήμερα κάτι περισσότερο από πιθανή, θα εξισορροπούσε τις εντυπώσεις και επιδράσεις από το Brexit και την προεδρία Ντ. Τραμπ, θα ενίσχυε την ευρωπαϊκή συνοχή, αλλά ίσως να επιδείνωνε το ρήγμα της Ευρώπης με την Αγγλία και την Αμερική.
Ο κεντροδεξιός, πρώην πρωθυπουργός, Φρανσουά Φιγιόν ενσαρκώνει μία μετριοπαθή, αγγλόφιλη προοπτική. Είναι οικονομικά φιλελεύθερος και πολιτισμικά αρνητικός στην κεντροευρωπαϊκή εκδοχή της πολιτικής ορθότητας. Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που αντιμετωπίζεται με ανησυχία από το γαλλικό οικονομικό κατεστημένο, που είναι συνδεδεμένο με το γερμανικό κεφάλαιο.
Είναι δε πολύ πιθανόν οι τελευταίες αποκαλύψεις εις βάρος του, με αφορμή την απασχόληση της συζύγου και των γυιών του σε αμειβόμενες από το Δημόσιο θέσεις επί πρωθυπουργίας του, να οφείλονται στο ότι η άνετη επικράτησή του στις προκριματικές εκλογές της κεντροδεξιάς τον έφερνε ως σίγουρο πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας στον δεύτερο γύρο της εκλογικής αναμέτρησης, τον προσεχή Μάϊο. Σίγουρα δε η προοπτική αυτή δεν ήταν ιδιαιτέρως αρεστή σε ορισμένους κύκλους, τόσο πολιτικούς όσο και οικονομικούς.
Διαγράφονται, επομένως, τρία διαφορετικά γεωπολιτικά σενάρια, ανάλογα με την έκβαση της αναμέτρησης ανάμεσα στους επικρατέστερους διεκδικητές της γαλλικής προεδρίας. Ο Μακρόν θα συμβάλει στην ενδυνάμωση της ευρωπαϊκής οικοδόμησης, με κίνδυνο όμως την περαιτέρω πόλωση των δυτικών δυνάμεων. Η Λε Πεν θα την δυναμιτίσει, ανοίγοντας το κουτί της Πανδώρας στην ευρωπαϊκή γεωπολιτική. Ο Φιγιόν μπορεί να εκφράσει τον εξισορροπητικό και γεφυροποιητικό ρόλο στην Γαλλία. Στις περισσότερες δημοσκοπήσεις προπορεύεται ο Μακρόν.
Δεν πρέπει, όμως, να υποτιμηθεί η προσωπικότητα και η, έστω τρωθείσα, επιρροή του Φιγιόν. Τέλος, μολονότι η εκλογική αριθμητική δεν ευνοεί την Λε Πεν στον δεύτερο γύρο, ο άνευ ορίων ανταγωνισμός ανάμεσα στις άλλες δύο υποψηφιότητες τής παρέχει ελπίδες, πάνω στις οποίες θα «παίξει» και ο ρωσικός παράγοντας που την στηρίζει.
Κατά τον καθηγητή κ. Γιώργο Πρεβελάκη, αν επιβεβαιωθεί αυτό το απαισιόδοξο σενάριο, θα αποδειχθεί ότι η Δύση έχει λησμονήσει τα διδάγματα του Μεσοπολέμου: η απόκλιση Γης και Θάλασσας μόνον την μεγάλη ευρασιατική δύναμη ευνοεί, η οποία ρίχνει πλέον τεράστιο βάρος στην αποσταθεροποίηση της Ευρώπης.
Για την Ελλάδα, παρόμοια εξέλιξη θα ήταν πάλι καταστροφική και συμπληρωματική της οικονομικής χρεοκοπίας της χώρας.