Ένας ανολοκλήρωτος πίνακας του Πωλ Γκογκέν, αξίας 15 εκατομμυρίων λιρών Αγγλίας (17,5 εκατ. ευρώ), που αποτελεί ιδιοκτησία της Πινακοθήκης Μοντέρνας Τέχνης Τέιτ, εικάζεται ότι μπορεί τελικά να μην είναι αυθεντικός.
Ένα κορυφαίο ινστιτούτο τέχνης τον απέκλεισε από έναν διεξοδικό κατάλογο με τα έργα του μετα-ιμπρεσιονιστή ζωγράφου από τη Γαλλία.
Το ημιτελές έργο με τίτλο «Ταϊτινές», το οποίο απεικονίζει μια «στερεοτυπική σκηνή στην Ταϊτή την εποχής της αποικιοκρατίας», αποκτήθηκε από την Τέιτ το 1917 και συμπεριλήφθηκε στην εξαιρετικά επιτυχημένη έκθεσή της με τίτλο «Gauguin: Maker of Myth» το 2010, σύμφωνα με την Daily Mail.
Ο πίνακας είχε συμπεριληφθεί το 1964 στον αναλυτικό κατάλογο με τα έργα του ζωγράφου, τον οποίο εκδίδει το Ινστιτούτο Wildenstein Plattner στη Νέα Υόρκη, όμως αποκλείστηκε στην ενημερωμένη βερσιόν του καταλόγου.
Ερευνητές του υψηλού κύρους ινστιτούτου κάνουν λόγο για έναν διεξοδικό κατάλογο με όλα τα έργα του διάσημου ζωγράφου, χωρίς ωστόσο να έχουν παρουσιάσει επισήμως κάποια δικαιολογία για τον αποκλεισμό του επίμαχου έργου. Εκπρόσωπος της Τέιτ δήλωσε ότι η Πινακοθήκη αναγνωρίζει τον πίνακα ως αυθεντικό, αλλά και πως το έργο θα παραμείνει υπό εξέταση.
Όπως υπενθυμίζει η βρετανική εφημερίδα, αμφιβολίες για την αυθεντικότητα του πίνακα είχε εκφράσει πέρυσι ο Φαμπρίς Φουρμανουάρ, ένας Γάλλος ιστορικός τέχνης, ο οποίος πιστεύει ότι το ανολοκλήρωτο έργο αποτελεί δημιουργία του Σαρλ Αλφρέντ Λε Μουάν, ενός καλλιτέχνη που ζούσε στην Πολυνησία την ίδια περίοδο με τον Γκογκέν.
Ο Φουρμανουάρ είπε στην The Art Newspaper ότι οι λεπτομέρειες και η σύνθεση του πίνακα (με το τμήμα που απεικονίζει τον νεαρό άνδρα να είναι ελαιογραφία και εκείνο με τις τρεις γυναίκες σχεδιασμένο με κάρβουνο και μπλε κηρομπογιά) είναι πολύ χαρακτηριστικά του Λε Μουάν.
«Είναι μια στερεοτυπική σκηνή της αποικιοκρατούμενης Ταϊτής, ενώ ο Γκογκέν έψαχνε πιο πρωτόγονες συνθέσεις. Οι πόζες, οι φορεσιές και ακόμη και το ευρωπαϊκό ακορντεόν που κρατάει η μία γυναίκα δείχνουν τη "διαφθορά" του ταϊτινού λαού από τα ευρωπαϊκά έθιμα» είχε εξηγήσει ο ιστορικός.
Το έργο «Ταϊτινές» χρονολογείται στο 1891 και ο πρώτος καταγεγραμμένος ιδιοκτήτης του ήταν η Γκαλερί Ντρουέτ στο Παρίσι. Το 1910 αγοράστηκε από τον Ρότζερ Φράι εκ μέρους της Contemporary Art Society και δόθηκε στην Τέιτ το 1917. Ο κ. Φουρμανουάρ πιστεύει ότι κάποιος που ταξίδεψε από τη Γαλλία στην Ταϊτή αναζητώντας πίνακες λίγο μετά τον θάνατο του Γκογκέν ανέθεσε στον Λε Μουάν να φτάξει ένα «παστίς» (καλλιτεχνική απομίμηση), την οποία κατόπιν πούλησε στην Γκαλερί Ντρουέτ.
Ο πίνακας δεν έχει εκτεθεί στο Λονδίνο από το 2010. Όταν η επιτυχημένη έκθεση «ταξίδεψε» στην Εθνική Πινακοθήκη της Ουάσινγτον την επόμενη χρονιά, οι «Ταϊτινές» δεν συμπεριλήφθηκαν. Το έργο πάντως είχε συμπεριληφθεί και σε μια ομαδική έκθεση μοντέρνας τέχνης το 2012-2013 στην Τέιτ Λίβερπουλ.
«Το έργο είχε συμπεριληφθεί στην πρώτη έκδοση του αναλυτικού καταλόγου των έργων του Γκογκέν του Ινστιτούτου Wildenstein το 1964 και η Τέιτ δεν έλαβε κάποια ενημέρωση πριν την από την κυκλοφορία της τελευταίας έκδοσης.
Αναγνωρίζουμε ότι τα τελευταία χρόνια βρίσκεται σε εξέλιξη έρευνα για τα έργα του Γκογκέν, έτσι θα διατηρήσουμε το έργο υπό εξέταση, κρατώντας ανοιχτό μυαλό για οποιαδήποτε έρευνα μπορεί να ρίξει νέο φως σε γνώριμα έργα», δήλωσε εκπρόσωπος της Τέιτ.