Μία σημαντική ανακάλυψη πραγματοποίησαν αρχαιολόγοι στην Κένυα. Ένα παιδί αναπαυόταν επί 78.000 χρόνια σε έναν ρηχό τάφο, όπου το τοποθέτησε η οικογένειά του μέσα σε ένα σπήλαιο της Κένυας. Το παιδί δεν ήταν πάνω από τριών ετών, ενώ το φύλο του παιδιού παραμένει αδιευκρίνιστο.
Οι αρχαιολόγοι έπειτα από οκτώ χρόνια ανασκαφών, έφεραν στο φως τον αρχαιότερο τάφο σύγχρονου ανθρώπου στην Αφρική, στην καρδιά ενός τροπικού δάσους.
Ο «Μτότο», όπως τον βάφτισαν οι επιστήμονες, μια λέξη που σημαίνει «παιδί» στα σουαχίλι, πέθανε προτού να κλείσει τα τρία του χρόνια σε μια περιοχή που σήμερα αποκαλείται Πάνγκα για Σαΐντι.
Το σώμα του τοποθετήθηκε σε έναν τάφο, τυλιγμένο σε ένα σάβανο, σε εμβρυική στάση, με το κεφάλι του ακουμπισμένο σε ένα «μαξιλαράκι». Και για τους αρχαιολόγους αυτό σημαίνει ότι οι κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες πρόγονοί μας που κατοικούσαν στην περιοχή είχαν ήδη αναπτύξει ταφικές τελετές.
Πρόκειται για τον αρχαιότερο τάφο που έχει βρεθεί στην Αφρική, την ήπειρο όπου έκανε την εμφάνισή του ο σύγχρονος άνθρωπος. Η ανακάλυψή του, όπως περιγράφεται σήμερα στο περιοδικό Nature, ήταν καρπός μια μακράς διαδικασίας, γεμάτης από εκπλήξεις.
Μια ομάδα αρχαιολόγων άρχισε την ανασκαφή στο σπήλαιο το 2013, σε ένα σημείο όπου είχαν ήδη βρεθεί στο παρελθόν πολλά προϊστορικά εργαλεία.
Οι αρχαιολόγοι βρήκαν μια ασυνήθιστη κοιλότητα, όπου υπήρχαν οστά τα οποία όμως διαλύονταν όταν προσπαθούσαν να τα αποκαλύψουν.
Το 2017, στις συμπληρωματικές ανασκαφές, αποκάλυψαν όλο το όρυγμα, βρίσκοντας έναν μικρό τάφο σε βάθος τριών μέτρων που περιείχε έναν σωρό αποσυντιθεμένων οστών. Κανείς δεν ήξερε αν προέρχονταν από ζώα ή από ανθρώπους. Λόγω του μεγέθους του, κάποιοι θεώρησαν ότι επρόκειτο για οστά πιθήκου, όπως εξήγησε ο Μίχαελ Πετράλια, καθηγητής στο Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ και εκ των συγγραφέων της μελέτης.
Αυτή τη φορά ωστόσο, οι αρχαιολόγοι δεν θα άφηναν τα εύθραυστα οστά να διαλυθούν: τα διέσωσαν καλύπτοντάς τα με γύψο και τα έστειλαν στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Ναΐρόμπι, όπου οι επιστήμονες κατάφεραν να εντοπίσουν δόντια που έδειχναν να ανήκουν σε άνθρωπο. Τα οστά συνέχισαν την οδύσσειά τους, αυτή τη φορά σε ένα εξειδικευμένο εργαστήριο του Μπουργκός, στην Ισπανία, όπου τα μετέφερε ένας Κενυάτης ερευνητής.
Με τη μέθοδο της τομογραφίας, οι ειδικοί «είδαν» έναν μικρό σκελετό, όπως θυμάται, εμφανώς συγκινημένη ακόμη και σήμερα, η Μαρία Μαρτινόν-Τόρες, η βασική συντάκτρια της μελέτης.
Ο σκελετός δείχνει ότι το παιδί τοποθετήθηκε ξαπλωμένο στο δεξί του πλευρό, με τα πόδια διπλωμένα προς το στήθος. Το κρανίο του είχε αποκοπεί, επειδή φαίνεται ότι το «μαξιλάρι» όπου ακουμπούσε αποσυντέθηκε με τον χρόνο και άφησε ένα κενό, όπου έπεσε αργότερα το κεφαλάκι του παιδιού.