Αυτό προκύπτει από μία νέα ελβετική επιστημονική μελέτη, η οποία χαμηλώνει σημαντικά τον «πήχη», καθώς οι έως τώρα εκτιμήσεις ανεβάζουν το ποσοστό τουλάχιστον στο 40%.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρ Νταϊάνα Μπουιτράγκο-Γκαρσία του Πανεπιστημίου της Βέρνης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «PLoS Medicine», ανέλυσαν στοιχεία από 79 έρευνες, οι οποίες αφορούσαν σε συνολικά 6.616 ανθρώπους, εκ των οποίων οι 1.287 αναφέρονταν ως ασυμπτωματικοί.
Η νέα μελέτη εκτιμά ότι γίνεται συχνά σύγχυση ανάμεσα στους προσυμπτωματικούς και στους ασυμπτωματικούς, καθώς σε αρκετές περιπτώσεις αυτοί που θεωρούνται ασυμπτωματικοί, στην πραγματικότητα απλώς θα εμφανίσουν -έστω ήπια- συμπτώματα αργότερα.
Αυτό όμως, όχι σπάνια, δεν καταγράφεται, επειδή δεν ακολουθεί επανέλεγχος των ίδιων προσυμπτωματικών ατόμων μετά από ένα εύλογο χρονικό διάστημα.
Η νέα μελέτη εκτιμά ότι τελικά, σε ικανό βάθος χρόνου, περίπου το 80% των ατόμων που μολύνονται από το νέο κορωνοϊό, θα εμφανίσουν ένα ή περισσότερα συμπτώματα και συνεπώς μόνο το 20% ποτέ δεν εκδηλώνουν το παραμικρό σύμπτωμα.
Οι ακριβείς εκτιμήσεις για το ποσοστό των ασυμπτωματικών και των προσυμπτωματικών λοιμώξεων είναι ζωτικές για την καλύτερη κατανόηση της μετάδοσης του SARS-CoV-2 στον πληθυσμό.
Στην έρευνα συμμετείχε μια Ελληνίδα επιστήμονας, η καθηγήτρια βιοστατιστικής και επιδημιολογίας Γεωργία Σαλαντή του Ινστιτούτου Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου της Βέρνης, πρώην καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.