Τα παχύσαρκα παιδιά μπορεί να μην χρειάζεται να πάρουν μεγαλύτερες δόσεις παυσίπονων έπειτα από μια εγχείρηση σε σχέση με τους παχύσαρκους ενήλικες.

Αυτό αναφέρει πενταετή έρευνα που διεξήγαγε επιστημονική ομάδα σε κλινική του Κλίβελαντ, στην πολιτεία Οχάιο στις ΗΠΑ, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύθηκαν στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Αναισθησιολογίας (ASA) που πραγματοποιήθηκε στο Σαν Φρανσίσκο.

Οι επιστήμονες κατέληξαν στα συμπεράσματα αυτά αφού ανέλυσαν τα «επίπεδα πόνου» 808 παιδιών ηλικίας μεταξύ 8-18 χρόνων τα οποία υποβλήθηκαν σε επεμβάσεις γενικής χειρουργικής, εκτός από καρδιοχειρουργικές επεμβάσεις, στην κλινική του Κλίβελαντ τη χρονική περίοδο μεταξύ 2010 και 2015.

Ειδικότερα, οι επιστήμονες συνέκριναν τα «επίπεδα πόνου» παιδιών διαφορετικού βάρους με βάση τον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) και διαπίστωσαν ότι δεν υπήρχε συσχέτιση μεταξύ του ΔΜΣ και του πόνου στις επεμβάσεις γενικής χειρουργικής το πρώτο κρίσιμο 48ωρο μετά την επέμβαση. Καταγράφηκε μόνο μία ελαφρά αύξηση του πόνου κατά 0,06 μονάδες για κάθε πέμπτη εκατοστιαία αύξηση του δείκτη μάζας σώματος.

Η μελέτη υποδεικνύει ότι ο αυξημένος ΔΜΣ δεν οδηγεί σε μεγαλύτερη ανάγκη για παυσίπονα, καθώς η δόση τους βασίζεται στο πραγματικό σωματικό βάρος του ασθενούς και όχι στον δείκτη μάζας σώματος, ούτε στο εάν το παιδί θεωρείται παχύσαρκο.

Η Αμερικανική Εταιρία Αναισθησιολογίας που ιδρύθηκε το 1905 είναι μία εκπαιδευτική, ερευνητική και επιστημονική ένωση με περισσότερα από 52.000 μέλη. Το φετινό συνέδριο στοχεύει στη γεφύρωση της έρευνας και της τεχνολογίας για τη φροντίδα των ασθενών.