«Παρά τις μεμψιμοιρίες των αρνητών κάθε θετικής εξέλιξης για την Πατρίδα μας, τρία τουλάχιστον συμπεράσματα από την επίσκεψη του Καγκελάριου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας Olaf Scholz στην Αθήνα είναι προφανή και αδιαμφισβήτητα», τόνισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου.
Ο υφυπουργός ανέφερε: «Πρώτον: Η Γερμανία παίρνει ξεκάθαρη θέση εναντίον των τουρκικών απειλών και διεκδικήσεων και υπέρ των ελληνικών θέσεων. Δεν είναι αποδεκτό -τόνισε ο Καγκελάριος- ένας εταίρος του NATO να αμφισβητεί την κυριαρχία ενός άλλου. Και πρόσθεσε ότι η γερμανική Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι τα ανοιχτά ζητήματα μεταξύ των δύο χωρών πρέπει να επιλυθούν με διάλογο στη βάση του Διεθνούς Δικαίου.
Δεύτερον: Άλλαξε ριζικά η εικόνα και η αντίληψη της Γερμανίας -και όχι μόνο- για την Πατρίδα μας. «Η αντιπροσωπεία μου και εγώ», ανέφερε ο Καγκελάριος, «ήρθαμε σε μία νέα Ελλάδα. Παρά το γεγονός ότι όλοι στην Ευρώπη έχουμε πληγεί από τις τρέχουσες κρίσεις, είναι σαφές ότι οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα απέδωσαν καρπούς, και η δυναμική της χώρας είναι εμφανής».
Η Αθήνα σήμερα -όπως επισήμανε ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης- δεν θυμίζει σε τίποτα τη συννεφιασμένη Ελλάδα των Μνημονίων. Εμφανίζει έναν από τους πιο δυναμικούς ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη. Περιόρισε την ανεργία και έχει εκτινάξει επενδύσεις και εξαγωγές. Αποκατέστησε την αξιοπιστία της και από μέρος των προβλημάτων έγινε σε ευρωπαϊκό επίπεδο μέρος των λύσεων. Η Πατρίδα μας τώρα δεν ζητά παθητικά, όπως έκανε εδώ και πολλά χρόνια, αλλά συζητά ισότιμα, δημιουργικά, όπως έκανε πολλές φορές μέχρι τώρα με πρωτοβουλίες του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη. Και βέβαια -όπως αναγνώρισε ο Καγκελάριος- η χώρα μας αποκτά σημαντικό ρόλο για το ενεργειακό μέλλον της Ευρώπης τόσο με την ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, όσο και με τη δημιουργία νέων υποδομών που την καθιστούν ενεργειακό κόμβο.
Τρίτον: Διευρύνεται η συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών σε όλους τους τομείς. Στις εμπορικές συναλλαγές, στις επενδύσεις, στον τουρισμό, αλλά και στην άμυνα».
Ενεργειακή κρίση
Σχετικά με την ενεργειακή κρίση και τη επιδότηση ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου, είπε: «Η Κυβέρνηση -όπως κάνει από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε η ενεργειακή κρίση- εργάζεται, αλλά και συνεργάζεται με εταίρους μας στην προσπάθεια διαμόρφωσης μιας κοινής ευρωπαϊκής αντίδρασης στην ενεργειακή ακρίβεια.
Ήδη, σημαντικές προτάσεις του Πρωθυπουργού -όπως το πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου και οι κοινές προμήθειες- βρίσκονται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Σύμμαχος στην προσπάθεια αυτή είναι και το γεγονός ότι οι αγορές, διακρίνοντας την προοπτική μιας κοινής ευρωπαϊκής αντίδρασης προχώρησαν, ήδη, στη μείωση της τιμής του φυσικού αερίου.
Ταυτόχρονα, η Κυβέρνησή μας συνεχίζει τις παρεμβάσεις τόσο για τη στήριξη της κοινωνίας με σειρά μέτρων, όσο και την εφαρμογή του εθνικού σχεδίου για τη μείωση του βάρους που προκαλεί η εκτίναξη των τιμών ηλεκτρικού ρεύματος. Ο μηχανισμός για την άμεση ανάκτηση των «υπερεσόδων» των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας και την επιστροφή τους στην κοινωνία, που εφαρμόζεται από τον Ιούλιο, έχει μέχρι τώρα αποδώσει πάνω από 2,5 δισ. ευρώ, ενώ ήδη υιοθετήθηκε από την Ευρώπη και εφαρμόζεται σε αρκετά κράτη-μέλη.
Στο μεταξύ, έχει καταρτιστεί και θα κατατεθεί στη Βουλή νομοθετική ρύθμιση για έναν νέο μηχανισμό ανάκτησης υπερεσόδων -όταν και αν αυτά δημιουργηθούν- στον κλάδο της προμήθειας. Σε κάθε περίπτωση, η Κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να μην επιτρέψει σε κανέναν να αισχροκερδεί σε βάρος των πολιτών.
Παράλληλα, βασική προτεραιότητα παραμένει και η εξοικονόμηση ενέργειας. Η Ελλάδα έχει στόχο να μειώσει την κατανάλωση ενέργειας τις ώρες αιχμής σε ένα ποσοστό της τάξεως του 5%. Για το σκοπό αυτό η επιδότηση ηλεκτρικού ρεύματος -και το Νοέμβριο- θα είναι κλιμακωτή και θα συνδέεται και με την εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας. Συγκεκριμένα:
Για καταναλώσεις έως 500 KWh -δηλαδή για το 90% των νοικοκυριών- η επιδότηση θα είναι 238 ευρώ ανά MWh
Για καταναλώσεις από 501-1.000 kWh η επιδότηση είναι 188 ευρώ ανά MWh. Αν, όμως, ένα νοικοκυριό μειώσει κατά 15% τη μέση ημερήσια κατανάλωσή του σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή, τότε η επιδότηση αυξάνεται κατά 50 ευρώ ανά MWh.
Για καταναλώσεις πάνω από 1.001 KWh, -δηλαδή για το 2% των νοικοκυριών- η επιδότηση ανέρχεται στα 98 ευρώ ανά MWh. Και σε αυτή την κλίμακα ισχύει η επιπλέον επιδότηση των 50 ευρώ ανά MWh, αν υπάρξει μείωση της κατανάλωσης κατά 15%.
Στα νοικοκυριά που είναι ενταγμένα στο Κοινωνικό Οικιακό
Τιμολόγιο η επιδότηση ανέρχεται στα 286 ευρώ ανά MWh με αποτέλεσμα να απορροφάται το σύνολο, το 100% δηλαδή της αύξησης.
Για τους εμπορικούς καταναλωτές με παροχή ισχύος έως 35 KVa και κατανάλωση έως τις 2.000 KWh, η επιδότηση ανέρχεται στα 200 ευρώ ανά ΜWh.
Για τους επαγγελματικούς και εμπορικούς καταναλωτές έως 35 KVa που ξεπερνούν τις 2.000 KWh, αλλά και για όλα τα υπόλοιπα μη οικιακά τιμολόγια χαμηλής, μέσης και υψηλής τάσης, η επιδότηση ανέρχεται σε 50 ευρώ ανά MWh.
Για τους αγρότες, η επιδότηση είναι οριζόντια και ανέρχεται στα 238 ευρώ ανά MWh.
Όσον αφορά στην επιδότηση φυσικού αερίου, η ΔΕΠΑ Εμπορίας σε συνεργασία με τους υπόλοιπους παρόχους θα δώσει μια οριζόντια επιδότηση που θα ανέλθει σε 25 ευρώ ανά θερμική MWh για όλους τους οικιακούς καταναλωτές. Το μέτρο αφορά σε 700.000 οικιακούς καταναλωτές ανεξαρτήτως εισοδήματος, μεγέθους κατοικίας ή παρόχου».
Για την πολιτική αντιπαράθεση στην πορεία προς τις εκλογές, ο κ. Οικονόμου τόνισε: «Ο ΣΥΡΙΖΑ, αφού απέτυχε οικτρά στην πολιτική, επιχειρεί να στηριχθεί στην ηθικολογία, τον πιο αγαπημένο μηχανισμό των προπαγανδιστών στην προσπάθειά τους να αποπροσανατολίσουν το λαό. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι ηθικολογία και ήθος είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα, τα οποία βρίσκουμε πάντοτε σε διαφορετικούς ανθρώπους και ποτέ στον ίδιο χαρακτήρα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κόμμα που αποδοκιμάστηκε στις προηγούμενες εκλογές από τον ελληνικό λαό εξαιτίας της τραγικής κυβερνητικής του θητείας. Η «περήφανη διαπραγμάτευση» των κ. Βαρουφάκη και Τσίπρα, τα capital controls, οι κλειστές τράπεζες, τα σχέδια για έφοδο στο Νομισματοκοπείο και παράλληλο νομισματικό σύστημα, οι ανεξέλεγκτες ροές μεταναστών που «λιάζονταν» στην ελληνική επικράτεια, η διάλυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, η απόπειρα απόλυτου ελέγχου της ενημέρωσης με τις περιβόητες τηλεοπτικές άδειες και την έκθεση του Ινστιτούτου της Φλωρεντίας, η φορομπηχτική πολιτική που εξόντωσε τη μεσαία τάξη, το σχέδιο άλωσης της ελληνικής Δικαιοσύνης με πρωταγωνιστή στενό συνεργάτη του κ. Τσίπρα, η απόπειρα πολιτικής και ηθικής εξόντωσης των πολιτικών του αντιπάλων με όχημα την υπόθεση Νοβάρτις και αναρίθμητες άλλες επιλογές τον απαξίωσαν στη λαϊκή συνείδηση και έφεραν τη χώρα σε δεινή θέση σε κάθε επίπεδο. Η Ελλάδα έφτασε να είναι χώρα-παρίας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και απώλεσε μεγάλο μέρος του εθνικού της κεφαλαίου στο διεθνές στερέωμα.
Μετά τις εκλογές του 2019 η πολιτική έκπτωση του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίστηκε και εντάθηκε. Η Κυβέρνηση κατάφερε μέσα σε συνθήκες πίεσης να ανασυγκροτήσει το Ε.Σ.Υ. και να διαχειριστεί την πανδημία που ξέσπασε το 2020, στηρίζοντας τόσο την κοινωνία, όσο και τις επιχειρήσεις. Η Κυβέρνησή μας κατάφερε να διαχειριστεί με απόλυτη επιτυχία την καθοδηγούμενη εισβολή μεταναστών στον Έβρο και να ρυθμίσει τα ζητήματα του προσφυγικού και του μεταναστευτικού στη νησιωτική Ελλάδα, να αντιμετωπίσει την κλιμακούμενη τουρκική επιθετικότητα με ένα άρτιο σχέδιο αναβάθμισης των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, με αμυντικές συμμαχίες με παγκόσμιες δυνάμεις και με μια ενεργητική διπλωματία που αποκατέστησε το διεθνές κύρος και την ισχύ της χώρας παγκοσμίως. Η Κυβέρνησή μας, επίσης, αναγέννησε την ελληνική οικονομία, η οποία επιτυγχάνει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, παρά τις τεράστιες διεθνείς κρίσεις, που κάνουν ακόμα και παραδοσιακές υπερδυνάμεις να λυγίζουν. Η πρόοδος αυτή της οικονομίας είναι που μας επέτρεψε να στηρίζουμε την κοινωνία με ένα από τα τρία μεγαλύτερα προγράμματα στήριξης στην Ευρώπη, να μειώσουμε δραστικά τους φόρους, να αυξήσουμε τον κατώτατο μισθό και να μειώσουμε την ανεργία.
Ταυτόχρονα, κάνουμε φιλικό στον πολίτη και λειτουργικό το κράτος, με πλήθος ψηφιακών εφαρμογών. Η Ελλάδα αντέχει, μέσα σε ένα παγκόσμιο τυφώνα κρίσεων, διότι η Κυβέρνηση δρα με σχέδιο, με γνώση, με επαγγελματισμό, και με πολιτικό ανθρωπισμό: η πρόοδος που συντελείται μεταφράζεται σε οικονομικό και κοινωνικό κεκτημένο για τον πολίτη. Φάνηκε, συνεπώς, η τεράστια διαφορά μας από τα έργα και τις ημέρες του ΣΥΡΙΖΑ, με αποτέλεσμα το κόμμα του κ. Τσίπρα να βυθίζεται μέρα με τη μέρα, αφού κάθε σύγκριση είναι καταλυτική.
Στην πορεία μας ως Κυβέρνηση κάνουμε και λάθη, καταγράφουμε και ορισμένες αστοχίες, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με συμπεριφορές λίγων στελεχών μας που κινούνται εκτός του αξιακού μας συστήματος. Αυτή, όμως, είναι η αναπόφευκτη μοίρα όσων προσπαθούν, όσων τολμούν, όσων δρουν. Γιατί μια από τις βασικές μας διαφορές από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι οι όποιες αστοχίες μας προκύπτουν από δράση, από προσπάθεια να κάνουμε πράγματα και όχι από αδιαφορία. Η βασικότερη διαφορά μας είναι ότι πιάνουμε τα προβλήματα και τα αντιμετωπίζουμε ώστε να βρούμε λύση. Δεν αφήνουμε τα προβλήματα ούτε να χρονίσουν, ούτε να κακοφορμίσουν, περιμένοντας να βρεθούν οι λύσεις δια μαγείας. Όποιος εργάζεται, είναι βέβαιο ότι θα κάνει και λάθη.
Το μείζον ζήτημα είναι όμως τι κάνεις με τα λάθη και τις αστοχίες. Η Κυβέρνηση έχει αποδείξει ότι διαγιγνώσκει τα λάθη της γρήγορα, τα αναγνωρίζει με γενναιότητα και, κυρίως, αποδίδει ευθύνες, αναλαμβάνει το κόστος και προχωρά άμεσα σε δραστικές και αποτελεσματικές λύσεις. Δεν καλύπτει πολιτικά όποιον δρα εκτός του αξιακού μας πλαισίου, ούτε βάζει τα προβλήματα κάτω από το χαλί. Ο ΣΥΡΙΖΑ αντίθετα, δια του Προέδρου του, καλύπτει πολιτικά και στηρίζει στελέχη του που έχουν παραπεμφθεί στο Ειδικό Δικαστήριο με βαρύτατες κατηγορίες, οι οποίες αφορούν το σκληρό θεσμικό πυρήνα της Δημοκρατίας μας. Η Νέα Δημοκρατία, στη μακρά πορεία της, είναι κόμμα αρχών και αξιών, που έχει στηρίξει την κυριαρχική της μακροημέρευση ακριβώς στο γεγονός ότι ποτέ δεν θυσίασε τις αξίες και τις αρχές της για να καλύψει πρόσωπα. Ο ελληνικός λαός το γνωρίζει αυτό και για αυτό μας τιμά. Η Νέα Δημοκρατία κινείται στο φως, γιατί δεν το φοβάται.
Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος έως το 2015 κράδαινε το περιβόητο «ηθικό πλεονέκτημα της αριστεράς», έδειξε, με τα έργα του και με τις πρακτικές του, ότι αυτή η συζήτηση ήταν υποκριτική, ήταν ψευδέστατη. Κάτω από την ακατάσχετη ηθικολογία του προσπάθησε να κρύψει σκάνδαλα όπως τα βοσκοτόπια, το σχέδιο άλωσης των θεσμών του Πολιτεύματος, την κατασυκοφάντηση των αντιπάλων του, τις χαλκευμένες κατηγορίες, τον εκβιασμό οικονομικών παραγόντων, την παρακολούθηση και καταγραφή των ίδιων του των Υπουργών, τη διασπάθιση του δημόσιου πλούτου και πολλά άλλα. Ο ελληνικός λαός κατάλαβε έτσι, ότι όπως θα έλεγε και ο Καβάφης, ότι οι περί ηθικής λαλούντες τελικά ήταν οι τα φαιά φορούντες, δηλαδή οι υποκριτές ηθικολόγοι. Ο ΣΥΡΙΖΑ νιώθει οικεία σε αυτό το περιβάλλον, νιώθει οικεία στο σκοτάδι, γιατί φοβάται το φως.
Σήμερα, αφού ο κ. Τσίπρας και το κόμμα του βιώνουν το απόλυτο πολιτικό αδιέξοδο και τη λαϊκή αποδοκιμασία, προσπαθούν απεγνωσμένα να μεταφέρουν ξανά τη δημόσια συζήτηση από την πολιτική στην υποκριτική ηθικολογία και σκανδαλολογία. Εδώ και πάνω από τρία χρόνια ο κ. Τσίπρας επένδυε στην αποτυχία της Ελλάδας. Πίστευε ότι, υπό το βάρος των τεράστιων εξωγενών κρίσεων που ενέσκηψαν, ότι η Ελλάδα θα κατέρρεε και μαζί της θα κατέρρεε και η Κυβέρνηση. Συχνά, μάλιστα, δεν στήριξε τις εθνικές προσπάθειες στην πανδημία, την τουρκική επιθετικότητα, την ενεργειακή και κλιματική κρίση, τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, το μεταναστευτικό, ελπίζοντας ενδόμυχα ότι θα γίνει η μεγάλη εθνική ζημιά και αυτό θα τον έφερνε ξανά στην εξουσία που τόσο ποθεί.
Επειδή όμως αυτή η μεγάλη αποτυχία δεν ήλθε και οι εκλογές πλησιάζουν, αποφάσισε ο ίδιος να επανέλθει στη στρατηγική της σκανδαλολογίας και της επίκλησης του «ηθικού πλεονεκτήματος». Με άλλα λόγια, στην τακτική της λάσπης, της κατασυκοφάντησης, του ξεδιάντροπου ψέματος, ελπίζοντας μάταια ότι έτσι θα πλήξει την Κυβέρνηση, ελπίζοντας ότι με αυτό τον τρόπο θα καταφέρει να ανακόψει τη μείωση της απήχησης του ΣΥΡΙΖΑ στο εκλογικό σώμα. Έτσι αποπειράται να εφεύρει σκάνδαλα εκεί που δεν υπάρχουν, παρουσιάζοντας καθόλα νόμιμες πράξεις -πολλές από τις οποίες εφαρμόζονταν και κατά την περίοδο της δικής του διακυβέρνησης- σαν παράνομες, ώστε να ξεγελάσει τους πολίτες και να θολώσει τα νερά. Επίσης, αποπειράται να πλήξει ηθικά τη Νέα Δημοκρατία και την Κυβέρνηση με υποθέσεις που η Κυβέρνηση και το κόμμα μας αντιμετώπισαν γρήγορα και δραστικά, όχι διαγράφοντας και ξεδιαγράφοντας λίγο αργότερα, ώστε να μην μείνει το παραμικρό στίγμα και η ελάχιστη έστω υποψία συγκάλυψης. Το πλέον ειρωνικό αυτής της απελπισμένης προσπάθειας είναι η επιλογή του προσώπου που έχει αναλάβει το ρόλο του αρχαγγέλου της υποτιθέμενης «κάθαρσης».
Απέναντι στη σκανδαλολογία του ΣΥΡΙΖΑ και την εκστρατεία πολιτικής σπίλωσης, η Κυβέρνηση απαντά με την αποστομωτική σιγουριά που της δίνουν τόσο η διαφάνεια και η νομιμότητα των πράξεών της, όσο και η διαχρονική προσήλωσή μας στις αρχές και τις αξίες της Παράταξής μας. Κυρίως, όμως, η Κυβέρνηση απαντά με τα έργα μας, τα οποία προσφέρουν λύσεις στα πρακτικά καθημερινά προβλήματα των πολιτών, διασφαλίζοντας παράλληλα τα εθνικά συμφέροντα και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Στα ψέματα και τις συκοφαντίες απαντάμε με έργα και πράξεις που ωφελούν την Πατρίδα και τον ελληνικό λαό.
Για όσους έχουν αδυναμία να παράγουν πολιτική, να απαντήσουν στις ανάγκες της κοινωνίας και τις προσδοκίες των πολιτών, δεν μένει άλλος δρόμος από τη διαρκή ταλάντωση ανάμεσα στην ηθικολογία και τη σκανδαλολογία. Αυτή θα είναι η τακτική τους από σήμερα, μέχρι και τις εκλογές. Εμείς θα συνεχίσουμε τον αγώνα μας με αφοσίωση, σεμνότητα και σεβασμό στον πολίτη, διορθώνοντας τις αδυναμίες μας και τα λάθη μας, τα οποία είναι αναπόφευκτα για όποιον δρα και προσπαθεί να αλλάξει τα πράγματα».
Για τους πλειστηριασμούς, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε: «Το ζήτημα των πλειστηριασμών είναι σημαντικό και ιδιαίτερα ευαίσθητο. Με αφορμή την υπόθεση του κ. Πάτση που έχει διαγραφεί τόσο από την Κ.Ο όσο και από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, ο ΣΥΡΙΖΑ το αντιμετωπίζει με όρους προπαγάνδας, με σκοπό την καπηλεία των αισθημάτων των πολιτών. Για να κατανοήσουμε το ζήτημα στις διάφορες εκφάνσεις του, χρειάζεται μια ψύχραιμη, ειλικρινής και τεκμηριωμένη αποτίμηση.
Το 2018, επί ΣΥΡΙΖΑ, ο αριθμός των ολοκληρωμένων πλειστηριασμών ανήλθε σε 17.125. Το 2019, με βάση το πρόγραμμα που είχε εκπονηθεί επί ΣΥΡΙΖΑ, ολοκληρώθηκαν 18.421 πλειστηριασμοί. Το 2020 και το 2021 οι πλειστηριασμοί κυμάνθηκαν περίπου στις 10.000 ανά έτος και το 2022 κυμάνθηκαν στις 30.000 περίπου. Από αυτούς κατοικίες αφορά περίπου το ένα τρίτο. Αποδεικνύεται συνεπώς ότι οι πλειστηριασμοί και πλειστηριασμοί κατοικιών γίνονταν αντίστοιχα και επί Κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ. Τα κοράκια για τα οποία μιλάει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ, προφανώς το 2018 και το 2019 ήταν περιστέρια.
Χρειάζεται να προσέξουμε, επίσης, ότι στη μεγάλη τους πλειοψηφία οι πλειστηριασμοί αυτοί δεν αφορούν κατοικίες, καθώς η Κυβέρνησή μας έχει κάνει τα αδύνατα δυνατά για να προστατεύσει την πρώτη κατοικία και τους ευάλωτους δανειολήπτες. Οι κραυγές περί πλειστηριασμών και οι γενικεύσεις συνήθως υποκρύπτουν δολιότητα. Αυτοί που βάζουν στο ίδιο τσουβάλι όλους τους πλειστηριασμούς και όλες τις ιδιοκτησίες, οριζόντια και χωρίς εξειδικεύσεις, το κάνουν για να καλύψουν στρατηγικούς κακοπληρωτές και ανθρώπους που συστηματικά πλουτίζουν, μην πληρώνοντας τις υποχρεώσεις τους στο Κράτος και σε ιδιώτες. Είναι πρώτιστο μέλημά μας, για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης, να στηρίξουμε ανυποχώρητα τον αδύναμο, αλλά είναι υποχρέωση και απόδοση δικαιοσύνης να υποστεί συνέπειες ο στρατηγικός κακοπληρωτής. Η εξίσωση όλων, στην οποία συστηματικά επιδίδεται ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι μια εξίσωση δόλια.
Με την υλοποίηση του προγράμματος «Ηρακλής», αντιμετωπίσαμε αποτελεσματικά το πρόβλημα των «κόκκινων δανείων» που παραλάβαμε από την προηγούμενη Κυβέρνηση. Μέσω του προγράμματος αυτού, τα «κόκκινα» δάνεια στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών έχουν συρρικνωθεί κατά 60 δισ. ευρώ τη τελευταία τριετία, φτάνοντας στο 10% του συνόλου των δανείων στο τέλος του 1ου εξαμήνου του 2022, από 44%, που ήταν τον Ιούνιο του 2019. Εξυγιαίνουμε δηλαδή το τραπεζικό σύστημα ώστε να στηριχθεί η ελληνική επιχειρηματικότητα.
Ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών σταδιακά άρχισε να αποδίδει και ήδη 60.000 έχουν δρομολογήσει την επίλυση του προβλήματός τους με όρους βιωσιμότητας για αυτούς. Από αυτούς, 32.000 οφειλέτες, δηλαδή πάνω από τους μισούς έχουν ήδη εισέλθει στην πλατφόρμα, έχουν αρχίσει να προσκομίζουν τα οικονομικά τους στοιχεία. Επί ΣΥΡΙΖΑ, παρά τους αλλεπάλληλους νόμους που εισήχθησαν, μόλις 2.200 πολίτες ολοκλήρωσαν επιτυχώς τη διαδικασία ρύθμισης οφειλών. Αντίθετα, επί των ημερών μας, 9.000 οφειλέτες, με συνολικές οφειλές 5 δισ. ευρώ, έχουν υποβάλει οριστικά την αίτηση για τη ρύθμιση των οφειλών τους.
Ο περιβόητος νόμος Κατσέλη απεδείχθη αναποτελεσματικός, καθότι, ενώ δυνητικά κάλυπτε περίπου 90.000 δανειολήπτες, με τις αρχικές δηλώσεις της Κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ να κάνουν λόγο ακόμη και για 130.000 δανειολήπτες, τον Ιούλιο του 2019, δεν είχε υποβληθεί καμία αίτηση, ενώ, κατά την αρχική προθεσμία λήξης του νόμου, στις 31 Δεκεμβρίου 2019, είχαν υποβληθεί μόλις 1.368 αιτήσεις.
Το πλέον εντυπωσιακό, πλέον χαρακτηριστικό της υποκρισίας της Αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ στο ζήτημα αυτό: Η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ εισήγαγε με τα αρ. 1 έως και 3 του ν.4354/2015 αφενός, ένα αναλυτικό πλαίσιο αδειοδότησης των servicers (επονομαζόμενες ως «Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις) από την ΤτΕ και αφετέρου προέβλεψε αναλυτικές διαδικασίες για την σύναψη συμβάσεων πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων στα δάνεια. Ειδικότερα, με το αρ.2 παρ.4 ν.4354/2015, προβλέφθηκε ρητώς ότι οι αδειοδοτούμενοι servicers σύμφωνα με το πλαίσιο αυτό διαθέτουν το δικαίωμα, δηλαδή νομιμοποιούνται, να ασκήσουν κάθε ένδικο βοήθημα και δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων. Επομένως ο ν.4354/2015 μερίμνησε ώστε να είναι απολύτως βέβαιη η δυνατότητα εκπλειστηριασμού ακινήτων από τις διαχειρίστριες εταιρείες.
Σε ό,τι αφορά στο δικαίωμα των δανειοληπτών να εξαγοράσουν το δάνειο, αυτό το ζήτημα ουδέποτε θεσμοθετήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς έγινε αντιληπτό ότι εάν είχε τη δυνατότητα ο οφειλέτης να εξαγοράσει σε πολύ χαμηλότερη τιμή το δάνειό του και να το αποπληρώσει, δεν θα υπήρχε κανένα εξυπηρετούμενο δάνειο στη χώρα, αφού θα μπορούσε ο κάθε δανειολήπτης, ανεξάρτητα από την περιουσία του, να αποπληρώσει το δάνειο σε πολύ χαμηλότερη τιμή από την τρέχουσα αξία του. Σε μια τέτοια περίπτωση ο κίνδυνος της κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος είναι προφανής, με τραγικές συνέπειες για την εθνική οικονομία.
Αντίθετα, η Κυβέρνησή μας ανέλαβε σημαντικές νομοθετικές πρωτοβουλίες και θεσμοθέτησε προγράμματα για την προστασία της ιδιαίτερα ευαίσθητης κοινωνικής ομάδας των ευάλωτων δανειοληπτών.
Συγκεκριμένα:
Α. Σύσταση και έναρξη λειτουργίας του Φορέα Απόκτησης και επαναμίσθωσης των ακινήτων. Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο νόμο 4738/2020 για τη σύσταση και τη λειτουργία του Φορέα Απόκτησης και επαναμίσθωσης, η Κυβέρνηση έχει ήδη προχωρήσει στην έναρξη της διαγωνιστικής διαδικασίας. Ο ως άνω Φορέας αποτελεί ζωτικό κομμάτι της λειτουργίας του πτωχευτικού νόμου, αποτελώντας το «καταφύγιο» για τους αδύναμους οφειλέτες που οδηγούνται σε πτώχευση, διατηρώντας, ωστόσο, την κατοικία τους.
Σύμφωνα με τα κριτήρια του νέου πτωχευτικού νόμου, ο φορέας θα αποκτά την πρώτη κατοικία του ευάλωτου οφειλέτη, μετά από αντίστοιχο αίτημα μεταβίβασης από αυτόν, εφόσον είτε έχει κηρυχθεί σε πτώχευση είτε επισπεύδεται αναγκαστική εκτέλεση κατά της πρώτης κατοικίας του, προκειμένου να την επαναμισθώσει σε αυτόν, έτσι ώστε να αποφεύγεται η έξωσή του. Η περίοδος της επαναμίσθωσης θα φτάνει τα 12 χρόνια και στη λήξη της ή και νωρίτερα ο οφειλέτης θα μπορεί να επαναγοράσει το ακίνητο.
Β. Ενδιάμεσο πρόγραμμα κρατικής στήριξης πρώτης κατοικίας ευάλωτων νοικοκυριών. Με τα άρθρο 13 του ν. 4916/2022 (Α’ 65) εισήχθη πρόγραμμα συνεισφοράς του δημοσίου με ωφελούμενους ευάλωτους οφειλέτες και για το χρονικό διάστημα μέχρι τη μεταβίβαση της κατοικίας τους.
Σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Πρόγραμμα αυτό, το Δημόσιο συνεισφέρει στις δόσεις που είναι αναγκαίες για την αναστολή της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης που έχει εκκινήσει κατά της κύριας κατοικίας του οφειλέτη ή της διαδικασίας εκποίησης της κατοικίας αυτής:
Κρατική επιδότηση της δόσης του στεγαστικού δανείου των ευάλωτων οφειλετών.
Κρατική επιδότηση από 70 έως 210 ευρώ μηνιαίως.
Κρατική επιδότηση μηνιαίας δόσης δανείων για 15 μήνες.
Αναστολή μέτρων των πιστωτών (π.χ. κατασχέσεις, πλειστηριασμοί και εξώσεις).
Επιπλέον, η επιβράβευση των συνεπών δανειοληπτών πραγματοποιήθηκε μέσω των Προγραμμάτων «Γέφυρα 1» και «Γέφυρα 2», τα οποία και είχαν ιδιαίτερα μεγάλη επιτυχία. Στο «Γέφυρα 1», το οποίο αφορούσε στην επιδότηση δανείων με προσημείωση/υποθήκη στην 1η κατοικία όσων επλήγησαν από τις δυσμενείς επιπτώσεις της πανδημίας του κορονοϊού, από την αρχή του προγράμματος μέχρι και σήμερα έχουν βοηθηθεί με 253 εκατ. ευρώ, έχουν βοηθηθεί 82.000 νοικοκυριά.
Το πρόγραμμα «ΓΕΦΥΡΑ 2» (Ν. 4790/2021) απευθυνόταν τόσο σε επιχειρήσεις που είχαν εξυπηρετούμενες οφειλές, όσο και σε επιχειρήσεις που δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στις δανειακές τους υποχρεώσεις και επλήγησαν από την πανδημία, επίσης στηρίχθηκαν οι δανειολήπτες. Σύμφωνα με αυτό, προβλεπόταν επιδότηση της μηνιαίας δόσης επιχειρηματικών δανείων για 8 μήνες.
Και στο πρόγραμμα αυτό, υπήρξε επιβράβευση των συνεπών δανειοληπτών, με υψηλά ποσοστά επιδότησης, που έφθαναν μέχρι και το 90% της μηνιαίας δόσης. Από την αρχή του προγράμματος μέχρι και σήμερα έχουν δοθεί 342 εκατ. ευρώ σε 13.200 δικαιούχους.
Γίνεται σαφές λοιπόν ότι το ζήτημα των δανείων και των πλειστηριασμών την περίοδο της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ διογκώθηκε και δυστυχώς δεν έγινε τότε καμιά αποδοτική προσπάθεια επίλυσής του, ενώ σήμερα το ζήτημα των πλειστηριασμών είναι ένα ακόμα πεδίο που η ψευδολογία, η υποκρισία και ο λαϊκισμός του ΣΥΡΙΖΑ εκδηλώνονται σε όλο τους το μεγαλείο. Η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ρυθμίζει συστηματικά το χάος του ιδιωτικού χρέους που μας κληροδότησε ο ΣΥΡΙΖΑ, επ’ ωφελεία των ειλικρινά και πραγματικά ευρισκομένων σε δυσχέρεια».