Μπορεί οι διαδικασίες για την εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους να ξαναρχίζουν, αφού οι πιστωτές έλαβαν την επιστολή του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου με την οποία επιβεβαιώνει τη δέσμευσή του στο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της Ελλάδας, ωστόσο διεθνείς οίκοι βλέπουν πως η δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος θα καθυστερήσει να ολοκληρωθεί.

Είναι ενδεικτικό πως οι οικονομολόγοι διεθνών τραπεζών θεωρούν πως το «ελληνικό δράμα» έχει ακόμ αρκετές σκηνές για να ολοκληρωθεί.

Σύμφωνα με τη Citigroup η απροθυμία εκ μέρους των πιστωτών να προχωρήσουν σε παραχωρήσεις θα κρατήσει πιθανώς την ένταση στα ύψη τις επόμενες εβδομάδες ή και μήνες, αν και δεν αναμένεται πλήρης κατάρρευση των διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο της διάσωσης της χώρας.

Αναφορικά με το ενδεχόμενο των πρόωρων εκλογών σημειώνει πως βάσει του μέσου όρου των δημοσκοπήσεων η διαφορά υπέρ της ΝΔ διευρύνεται στην περιοχή των 15 μονάδων και κάτι τέτοιο μειώνει τα κίνητρα του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα να προκηρύξει πρόωρες εκλογές, παρά τις αυξανόμενες εντάσεις με τους πιστωτές γύρω από τις διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος διάσωσης.

Ωστόσο, αν προχωρήσει, οι πρόωρες εκλογές θα σημάνουν αυτόματα μια νέα περίοδο πολιτικού αδιεξόδου και αυξημένης πολιτικής αβεβαιότητας για την Ελλάδα, μειώνοντας περαιτέρω τις πιθανότητες μιας επιτυχούς ολοκλήρωσης του τρίτου μνημονίου στα μέσα του 2018.

Για την HSBC, οι διαμάχες της Ελλάδας με τους πιστωτές της μπορεί να καθυστερήσουν την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και κατ’ επέκταση την αγορά ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ. Καθώς η Ελλάδα θα πρέπει να αποπληρώσει τον Ιούλιο 6,2 δισ. ευρώ χρέος σε ιδιώτες και διεθνείς πιστωτές, τα δεδομένα θα μπορούσαν να χειροτερέψουν.

Η Moody’s εκτιμά και εκείνη πως καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης και της εκταμίευσης περίπου 6,1 δισ. ευρώ απ’ τον ESM, αυξάνει τους κινδύνους για την εξόφληση ομολόγων που λήγουν τον Ιούλιο του 2017. Κατά τον οίκο όσο δεν ολοκληρώνεται η αξιολόγηση, η πρόσβαση της Ελλάδας στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ μετατίθενται για αργότερα.

Κατά τους αναλυτές το ΔΝΤ θα προτιμούσε να μειωθεί ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα στο 1,5% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα, με αντίστοιχη ελάφρυνση χρέους. Στον βαθμό όμως που οι Ευρωπαίοι επιμείνουν στον στόχο 3,5% του ΑΕΠ θα χρειαστούν επιπλέον μέτρα ύψους 4 δισ. ευρώ για να καλύψουν το δημοσιονομικό κενό 2% του ΑΕΠ.