Ξεκινάμε με τις βασικές παραδοχές. Που έχουν μυριάκις επιβεβαιωθεί μέσα στην Ιστορία. Η τεχνολογία είναι η δύναμη προόδου και μετάβασης από τον ένα κύκλο πολιτισμού της ανθρωπότητας στον άλλο.
Από την ανακάλυψη του τροχού και την αξιοποίηση της φωτιάς, μέχρι την εισαγωγή της ατμομηχανής και του ηλεκτρισμού, αντίστοιχα κατηγοριοποιούνται και διακρίνονται οι Ιστορικές εποχές. Θεμέλιο των αλλαγών και της τεχνολογικής προόδου, είναι η ενέργεια και τα μέσα παραγωγής και διαχείρισής της.
Στη σύγχρονη εποχή, με τα μέγιστα τεχνολογικά επιτεύγματα, που άλλαξαν άρδην την ποιότητα ζωής και το βιοτικό μας επίπεδο, κατακλυσμιαίο ρόλο έχει διαδραματίσει η ευρύτητα βάσης και η μαζικότητα της βιομηχανικής παραγωγής.
Που με τη σειρά τους έχουν στηριχθεί στη φτηνή και σε κάθε περίπτωση επαρκή και διασφαλισμένη παραγωγή ενέργειας. Αναμφισβήτητα η επέκταση αυτή των γραμμών παραγωγής και η ουσιαστική ‘μετανάστευσή τους σε τρίτες χώρες, με ΄φτηνό’ εργατικό δυναμικό και αφθονία πρώτων υλών, έχουν παράπλευρες συνέπειες για τον Δυτικό κόσμο και την πρωτοκαθεδρία του στην παγκόσμια οικονομική σκηνή.
Κανείς δεν μπορεί να θεωρεί την κυριαρχία του δεδομένη διαχρονικά. Πρέπει να διαχειρίζεται τις προκλήσεις για τη διατήρησή της. Η εποχή μας δεν μπορεί να αποτελεί εξαίρεση.
Πρόσφατη αναδειχθείσα προτεραιότητα και Κοινοτική μεταξύ άλλων, είναι η μετάβαση στη λεγόμενη κλιματικά ουδέτερη οικονομία.
Μια επιλογή, που από πολλές πλευρές έχει προβληθεί και δικαίως ως αναγκαία για την αντιμετώπιση των αναγκών και των κινδύνων που προκαλεί η κλιματική αλλαγή, αλλά και για την προάσπιση και προστασία ειδικότερα του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας.
Παράλληλα, συνιστά και δυνατότητα βαθμιαίας απεξάρτησης από χώρες, που έχουν πλούσια κοιτάσματα ενεργειακών πόρων και ειδικότερα ορυκτών και δε δείχνουν διάθεση να ασπασθούν τις δυτικές αξίες και προτεραιότητες.
Την ίδια, μάλιστα, στιγμή επιδιώκουν να μετουσιώσουν την αξιοποίηση του ενεργειακού τους πλούτου, σε δύναμη επιρροής για τη διαμόρφωση των γεωπολιτικών συσχετισμών. Κατά την επιχειρηματολογία τους, είναι και το αναγκαίο μέσο για την επιβίωση των καθεστώτων τους.
Η διττή στόχευση για τη μετάβαση στην κλιματικά ουδέτερη οικονομία, δοκιμάζεται ιδιαίτερα τις μέρες μας και τείνει να αποκτήσει τα χαρακτηριστικά κρίσης, εν όψει του επικείμενου χειμώνα.
Τόσο σε σχέση με την απρόσκοπτη λειτουργία των παραγωγικών και μεταποιητικών δομών, που είναι η βάση της επιτυχίας της Δυτικής οικονομίας, όσο και σε σχέση με την ικανοποίηση των στοιχειωδών καθημερινών αναγκών των πολιτών της Δύσης, που συνιστούν στις κύριες εκφάνσεις του και τον λεγόμενο Ευρωπαϊκό τρόπο ζωής και την ποιότητά του.
Ο κίνδυνος αυτός έχει ενσκήψει λόγω της δραματικής μείωσης των ενεργειακών ροών από τη Ρωσία, μέχρι και του βαθμού της τέλειας διακοπής τους.
Η μείωση μάλιστα των ροών αυτών, φαίνεται κατά τα άλλα να ήταν και η επιδίωξη σε μέσο και βάθος χρόνου, όσων σήμερα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τις συνέπειές του.
Τα συμπεράσματα που συνάγονται είναι εύλογα και αβίαστα. Εις ότι αφορά την εξάρτηση της Ευρώπης και της Δύσης γενικότερα από τα ενεργειακά πλούσια κράτη, είναι πρόδηλη η ανάγκη για την εξασφάλιση εναλλακτικών πηγών και μέσων, πριν τεθεί σε κίνδυνο ο απρόσκοπτος εφοδιασμός.
Λεονταρισμοί χωρίς προετοιμασία, γκριζάρουν απλά το τοπίο και απονομιμοποιούν, όσους διακηρύττουν κατά τα άλλα ευκταίες και χρήσιμες πολιτικές.
Κι αν σήμερα η κρίση προκύπτει από την πρακτική της Ρωσίας, είναι χρήσιμο να αναλογιστεί κανείς τον βαθμό των συνεπειών, από αντίστοιχες πολιτικές της Κίνας στο μέλλον. Της κορυφαίας δηλαδή δύναμης που ελέγχει σε συντριπτικό βαθμό τα μεταλλεύματα, από τα οποία εξαρτώνται τα μέσα παραγωγής των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Ομοίως φαίνεται να μη διαθέτουμε τα μέσα και τις υποδομές για την αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων, υπό το πρίσμα μάλιστα των φιλόδοξων χρονοδιαγραμμάτων, που έχουν σχετικά τεθεί.
Όταν μάλιστα η σχετική διαδρομή περνά μέσα από την ‘καλή θέληση’ και διάθεση συνεργασίας, αυτών που πρώτοι θα πληγούν αν περιθωριοποιηθούν ως προς τα ενεργειακά μέσα πλουτισμού και επιρροής τους. Θα είναι αφελές να προσδοκούμε ότι θα μας διευκολύνουν.
*Ο Πολύκαρπος Αδαμίδης είναι δικηγόρος, αναπληρωτής Καθηγητής Κοινοτικού Δικαίου, Διεθνών Σχέσεων και Προμηθειών στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων