Ερευνητές από τις ΗΠΑ απέδειξαν ότι οι μεταλλάξεις που είναι παρούσες στο κυκλοφορούν DNA του όγκου και μπορούν να ανιχνευθούν στο αίμα, μπορούν να βοηθήσουν τους επιστήμονες να προβλέψουν αν ο ασθενής θα ανταποκριθεί στην ανοσοθεραπεία.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι μια απλή αιματολογική εξέταση μπορεί να βοηθήσει τους γιατρούς να αποφασίσουν αν θα χορηγήσουν ανοσοθεραπεία ή όχι στον ασθενή.
Όπως αναφέρεται στο επιστημονικό έντυπο Clinical Cancer Research, οι αχανείς διαφορές μεταξύ των όγκων μεμονωμένων ασθενών συνεπάγονται και μια ευρεία γκάμα αντιδράσεων σε κάθε διαφορετική θεραπεία. Μάλιστα, οι όγκοι συχνά πρέπει να υποβληθούν σε βιοψία για να καθοριστεί αν μια δεδομένη θεραπεία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ή όχι. Η διαδικασία της βιοψίας μπορεί να είναι επεμβατική και πολλές φορές δύσκολο να διενεργηθεί.
Το κυκλοφορούν DNA του όγκου είναι DNA που εκκρίνεται στο αίμα από τον καρκινικό όγκο. Μπορεί να απομονωθεί από το αίμα του ασθενή και αναλυθεί ώστε να αποκαλυφθούν μεταλλάξεις του αρχικού όγκου. Άρα, μπορεί να αποτελέσει μια υγρής μορφής βιοψία.
Επιστημονική ομάδα της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Σαν Ντιεγκο κατάφεραν να προβλέψουν την ανταπόκριση του ασθενή στην ανοσοθεραπεία με αναστολείς των σημείων ανοσιακού ελέγχου, από την εμφάνιση γενετικών ανωμαλιών στο κυκλοφορούν DNA του όγκου του ασθενή.
«Η ανοσοθεραπεία με αναστολείς των σημείων ανοσιακού ελέγχου προς το παρόν χορηγείται σε ασθενείς με κάθε μορφή καρκίνου και τις περισσότερες φορές είναι άγνωστο αν θα αποφέρει αποτέλεσμα. Και πράγματι, πάνω από το 80% των ασθενών αποτυγχάνει να ανταποκριθεί στη θεραπεία αυτή», εξηγεί ο Δρ Ραζελ Κουρζροκ, συγγραφέας της μελέτης.
Οι ερευνητές ανέλυσαν κυκλοφορούν DNA όγκου από 69 ασθενείς με διάφορες μορφές καρκίνου που υποβάλλονταν σε ανοσοθεραπεία με αναστολείς των σημείων ανοσιακού ελέγχου. Οι ασθενείς που είχαν κυκλοφορούν DNA του όγκου με πολλές γενετικές μεταλλάξεις είχαν μεγαλύτερη επιβίωση χωρίς εξέλιξη της νόσου μετά την ανοσοθεραπεία.
«Οι όγκοι που είχαν τις περισσότερες μεταλλάξεις και θεωρούνταν οι χειρότεροι, πλέον θεωρούνται οι καλύτεροι υποψήφιοι για ανοσοθεραπεία», εξηγεί ο Δρ Κουρζροκ.
Και προσθέτει ότι «μπορούμε απλώς να πάρουμε λίγο αίμα, πράγμα λιγότερο επώδυνο και φθηνό, και να καθορίσουμε ποιος έχει καλύτερες πιθανότητες ανταπόκρισης στην ανοσοθεραπεία. Εν ολίγοις ανοίγεται ένας τελείως νέος δρόμος αξιοποίησης της ανοσοθεραπείας».